Πέμπτη 24 Σεπτεμβρίου 2015

Υπό μεταμοντέρνο πρίσμα

Ιω­άν­να Πα­ρα­σκευο­πού­λου
«Το Α΄ Νε­κρο­τα­φείο της Αθή­νας.
Ιστο­ρι­κά ορά­μα­τα 1834-2013»
Εκ­δό­σεις Πό­λις
Μάιος 2015

Ισως, μία με­λέ­τη με θέ­μα ένα νε­κρο­τα­φείο να μην απο­τε­λεί την κα­λύ­τε­ρη ιδέα για την Κυ­ρια­κή των εκλο­γών. Πι­θα­νόν, να μην εί­ναι ού­τε καν κα­τάλ­λη­λη επι­λο­γή, κα­θώς μπο­ρεί να πα­ρερ­μη­νευ­θεί και να εκλη­φθεί ότι εκ­φρά­ζει πνεύ­μα ητ­το­πά­θειας ως προς το εκλο­γι­κό απο­τέ­λε­σμα σε συν­δυα­σμό με τη δυ­σχε­ρή μελ­λο­ντι­κή πο­ρεία της χώ­ρας. Γε­νι­κό­τε­ρα, ο λό­γος πε­ρί νε­κρο­τα­φεί­ων δεί­χνει πα­ρά­ται­ρος μία ημέ­ρα, που θε­ω­ρεί­ται “εορ­τή της δη­μο­κρα­τί­ας”. Ωστό­σο, το κύ­ριο χα­ρα­κτη­ρι­στι­κό αυ­τής της όλως ιδιαί­τε­ρης Κυ­ρια­κής εί­ναι η με­γά­λη συ­γκι­νη­σια­κή φόρ­τι­ση, με κυ­ρί­αρ­χα συ­ναι­σθή­μα­τα την αγω­νία, κά­πο­τε το φό­βο, σί­γου­ρα την ανα­σφά­λεια. Ένα ση­μα­ντι­κό μέ­ρος του πλη­θυ­σμού θα πρέ­πει να πνί­γε­ται από το άγ­χος. Πα­ρά την έλ­λει­ψη σχε­τι­κών στα­τι­στι­κών με­τρή­σε­ων, αυ­τή η ψυ­χο­λο­γι­κή κα­τά­στα­ση, εν­δε­χο­μέ­νως να αυ­ξά­νει τις πι­θα­νό­τη­τες να επέλ­θει το μοι­ραίο, αδό­κη­τα και πρό­ω­ρα, ιδί­ως σε επιρ­ρε­πείς ηλι­κί­ες, όπως εκεί­νες των μά­χι­μων ενη­λί­κων, προ πα­ντός αν­δρών. Φι­λο­σο­φώ­ντας προς κα­τευ­να­σμό του εκνευ­ρι­σμού, ποιος δεν ανα­κα­λεί τη ρή­ση του Ευαγ­γε­λι­στή, “μα­ταιό­της μα­ταιο­τή­των, τα πά­ντα μα­ταιό­της”. Οπό­τε, σχε­δόν ανα­πό­φευ­κτα, η συ­νειρ­μι­κή αλ­λη­λου­χία οδη­γεί στο χώ­ρο του νε­κρο­τα­φεί­ου. Για την τό­σο πο­θη­τή, σε ημέ­ρα έντα­σης, ψυ­χι­κή γα­λή­νη, προ­βάλ­λει ως τό­πος ανα­παύ­σε­ως. Φω­τει­νός, χλο­ε­ρός, δρο­σι­στι­κός, του­τέ­στιν, πραϋ­ντι­κός.
Ας μην λη­σμο­νού­με, πως, με­τά τον εκ­χρι­στια­νι­σμό, κυ­ρί­αρ­χη πί­στη απο­τέ­λε­σε ο λό­γος του Ιω­άν­νη του Χρυ­σο­στό­μου, που ορί­ζει πως “ο τό­πος κο­μη­τή­ριον ωνό­μα­σται, ίνα μά­θης ότι οι τε­τε­λευ­τη­κό­τες και ενταύ­θα κεί­με­νοι ου τε­θνή­κα­σι, αλ­λά κοι­μώ­νται”. Η χρι­στια­νι­κή πα­ρα­μυ­θία πα­ρα­μέ­ρι­σε το αρ­χαίο νε­κρο­τά­φιον και στη θέ­ση του πρό­κρι­νε το κοι­μη­τή­ριο. Λέ­ξη γλυ­κό­η­χη, πρό­σφο­ρη για το πλέ­ξι­μο στί­χων. “Σε κοι­μη­τή­ριο εί­ναι στη­μέ­να / δυο κυ­πα­ρίσ­σια / αδελ­φω­μέ­να / που πρα­σι­νί­ζου­νε μες στους σταυ­ρούς”, γρά­φει ο Σο­λω­μός. Μέ­χρι ο αντι­συμ­βα­τι­κός Ηλί­ας Πε­τρό­που­λος, στους στερ­νούς του μή­νες, όταν συ­νταί­ρια­ζε κα­τα­γρα­φές πε­ρι­δια­βά­σε­ων σε νε­κρο­τα­φεία, προ­σθέ­το­ντας ενα­γώ­νιες ση­μειώ­σεις, το «Ελ­λά­δος κοι­μη­τή­ρια» επέ­λε­ξε ως τί­τλο γι’ αυ­τό που απο­κα­λού­σε “το βι­βλίο της ζω­ής του”.
Πα­ρα­δό­ξως, στο θέ­μα του θα­νά­του, πι­θα­νώς και σε άλ­λα πα­ρεμ­φε­ρούς ευαι­σθη­σί­ας, ο επι­χει­ρού­με­νος σή­με­ρα απο­χρι­στια­νι­σμός βρα­δυ­πο­ρεί, αυ­τός μά­λι­στα της γλώσ­σας πε­ρισ­σό­τε­ρο από τον ιδε­ο­λο­γι­κό. Όταν το ζεύ­γος Γιά­λομ, ο Ίρ­βιν και η Μέρ­λιν, ετοί­μα­σε την αντί­στοι­χη κα­τα­γρα­φή για τις ΗΠΑ, αντί­στοι­χο τί­τλο πρό­κρι­νε: «The american resting places: Four hundred years of History through our cemeteries and burial grounds». Πα­ρεμ­βαί­νει, όμως, ο Έλ­λη­νας με­τα­φρα­στής και απο­δί­δει τους τό­πους ανα­παύ­σε­ως ως νε­κρο­τα­φεία. Η χρι­στια­νι­κή Ευ­ρώ­πη προ­τί­μη­σε τη λέ­ξη κοι­μη­τή­ριο για την ονο­μα­το­δο­σία “του τό­που αιω­νί­ας ανα­παύ­σε­ως”. Από το coemeterium λα­τι­νι­στί, προ­έ­κυ­ψαν, κα­τά την αγ­γλι­κή, γαλ­λι­κή, ιτα­λι­κή φω­νη­τι­κή προ­σαρ­μο­γή, αντι­στοί­χως, τα cemetery, cimetiere, cimitero. Μό­νο οι Γερ­μα­νοί, αντί για το ελ­λη­νι­κό δά­νειο, προ­τί­μη­σαν να πλά­σουν δι­κή τους λέ­ξη, προ­τάσ­σο­ντας την ει­ρή­νη της κοι­μή­σε­ως: friedhof. Πα­ρο­μοί­ως, η αντί­στοι­χη εβραϊ­κή λέ­ξη, αν δεν σφάλ­λου­με, ση­μαί­νει “το σπί­τι του επό­με­νου κό­σμου”. Η ονο­μα­σία “το σπί­τι των τά­φων” εί­ναι με­τα­γε­νέ­στε­ρη, όπως το begrabnisplatz ή το graveyard, και αντι­στοι­χεί στη λέ­ξη νε­κρο­τα­φείο, που μαρ­τυ­ρεί­ται από το 1833. Ένα χρό­νο αρ­γό­τε­ρα, 1834, το­πο­θε­τεί την ίδρυ­ση του Α΄ Νε­κρο­τα­φεί­ου Αθη­νών η Ιω­άν­να Πα­ρα­σκευο­πού­λου, γεν­νη­μέ­νη με­τά ενά­μι­ση αιώ­να, το 1984.
“Ενά­μι­ση χρό­νο επι­σκε­πτό­ταν μνή­μα­τα και διά­βα­ζε, έγρα­φε και σκε­φτό­ταν μό­νο για τά­φους και θα­νά­τους. Η επι­στη­μο­νι­κή της ηθι­κή εί­χε εξα­ντλη­θεί.” Όμως, ο επι­βλέ­πων κα­θη­γη­τής, Γιώρ­γος Κρη­τι­κός της ζη­τά να γρά­ψει τα συ­μπε­ρά­σμα­τα από όσα διά­βα­σε. Επί λέ­ξει, της εί­πε, “εί­σαι το χό­μπιτ με το δα­χτυ­λί­δι, έχεις φτά­σει στο βου­νό και πρέ­πει να πας στην κο­ρυ­φή, μην τα πα­ρα­τάς”. Και εκεί­νη θυ­μή­θη­κε το αν­θρω­ποει­δές από το «Χό­μπιτ» και τη συ­νέ­χειά του, τον «Άρ­χο­ντα των Δα­χτυ­λι­διών», “αδια­φό­ρη­σε για το βά­ρος της κα­τά­θλι­ψης και έγρα­ψε αφ’ υψη­λού τα συ­μπε­ρά­σμα­τα”. Αυ­τά εξο­μο­λο­γεί­ται στο προ­λο­γι­κό κε­φά­λαιο με τις “ευ­χα­ρι­στί­ες”. Άλ­λη λο­γο­τε­χνι­κή ανα­φο­ρά στη με­λέ­τη της δεν υπάρ­χει. Όποιος ανα­μέ­νει μνεία στον Δη­μή­τριο Πα­παρ­ρη­γό­που­λο και την βρα­βευ­μέ­νη ποι­η­τι­κή του συλ­λο­γή «Στό­νοι» ή πα­ρά­θε­ση πει­σι­θά­να­των στί­χων από τον «Φα­νό του Κοι­μη­τη­ρί­ου Αθη­νών», θα απο­γοη­τευ­τεί. Αλ­λά, ακρι­βώς, στη μνεία του Τόλ­κιν αντί του υιού Πα­παρ­ρη­γό­που­λου, και γε­νι­κό­τε­ρα στην ευ­ρω­παϊ­κή οπτι­κή αντί της ελ­λη­νο­κε­ντρι­κής, έγκει­ται το εν­δια­φέ­ρον της με­λέ­της. Άλ­λω­στε, τό­σο ο επι­βλέ­πων κα­θη­γη­τής όσο και η αντι­πρύ­τα­νης του Χα­ρο­κό­πειου Ευαγ­γε­λία Γε­ωρ­γι­τσο­γιάν­νη, που την εν­θάρ­ρυ­νε να ασχο­λη­θεί με τη θε­μα­τι­κή των νε­κρο­τα­φεί­ων, ολο­κλή­ρω­σαν με­τα­πτυ­χια­κές σπου­δές, αντι­στοί­χως, σε Αγ­γλία και Γαλ­λία. Η δεύ­τε­ρη, μά­λι­στα, προ­σέγ­γι­σε σε ευ­ρω­παϊ­κό επί­πε­δο τα νε­κρο­τα­φεία, όταν ερεύ­νη­σε τα γλυ­πτά μνη­μεία της ελ­λη­νι­κής κοι­νό­τη­τας στο Σου­λι­νά της Ρου­μα­νί­ας. Πα­ρο­μοί­ως, η Πα­ρα­σκευο­πού­λου, στο βιο­γρα­φι­κό της, απο­κα­λύ­πτει ότι ετοι­μά­ζει τις βα­λί­τσες της για με­τα­πτυ­χια­κές σπου­δές στην Αγ­γλία, όπου θα ερευ­νή­σει “τον θε­σμό των νε­κρο­τα­φεί­ων στην Ευ­ρώ­πη”.
Μέ­σα σε αυ­τό το πλαί­σιο, οι πα­ρα­τη­ρή­σεις της απο­κτούν δια­φο­ρε­τι­κή αξία. Εκ πρώ­της όψε­ως, ορι­σμέ­νες λε­κτι­κές επι­λο­γές της ξε­νί­ζουν. Φρο­ντί­ζει, ωστό­σο, να διευ­κρι­νί­σει το πώς τις αντι­λαμ­βά­νε­ται, με­τά μία ανα­νοη­μα­το­δό­τη­ση σύμ­φω­νη με το τρέ­χον εκ­συγ­χρο­νι­στι­κό πνεύ­μα. Όπως, για πα­ρά­δειγ­μα, ο τί­τλος του πρώ­του κε­φα­λαί­ου, «Το μο­ντέρ­νο νε­κρο­τα­φείο», όπου και ει­σά­γει στο θέ­μα της με­λέ­της της. Πι­θα­νώς, νε­ω­τε­ρί­ζον, έστω και νε­ω­τε­ρι­κό, αλ­λά μο­ντέρ­νο δεν θα χα­ρα­κτη­ρι­ζό­ταν το Α΄ Νε­κρο­τα­φείο Αθη­νών. Μάλ­λον εν­νο­εί συγ­χρο­νι­κό της επο­χής του. Επί­σης, ο υπό­τι­τλος της με­λέ­της, “ιστο­ρι­κά ορά­μα­τα” δεν φαί­νε­ται να ται­ριά­ζει στο ρο­μα­ντι­κό-κλα­σι­κι­στι­κό πνεύ­μα των Βαυα­ρών, αλ­λά ού­τε στους σχε­δια­σμούς των εκά­στο­τε δη­μάρ­χων, εί­τε πραγ­μα­το­ποιού­νται εί­τε μέ­νουν σκέ­τες προ­θέ­σεις. Ορά­μα­τα ή και ορα­μα­τι­σμοί ενέ­χουν την έν­νοια του ιδα­νι­κού, εκτός κι αν στε­νέ­ψουν νοη­μα­τι­κά, όπως συμ­βαί­νει στον λό­γο των πο­λι­τι­κών, όπου εκ­φρά­ζουν το αγ­γλι­κό vision, που δη­λώ­νει διο­ρα­τι­κή ικα­νό­τη­τα. Όπως και να έχει, τα γλυ­πτά του Α΄ Νε­κρο­τα­φεί­ου Αθη­νών, από τα πλέ­ον αρ­χαιο­πρε­πή μέ­χρι τα εξι­δα­νι­κευ­μέ­να ρε­α­λι­στι­κά, γε­νι­κό­τε­ρα, η απο­θε­ω­τι­κή πα­ρου­σία των νε­κρών στη μαρ­μά­ρι­νη νε­κρό­πο­λη, μάλ­λον δεν δεί­χνουν “ιδε­ο­λο­γι­κό θρί­αμ­βο του ορ­θο­λο­γι­σμού επί της με­τα­φυ­σι­κής”, που, κα­τά τη με­λε­τή­τρια, χα­ρα­κτη­ρί­ζει “το μο­ντέρ­νο νε­κρο­τα­φείο”.
Το αντι­κεί­με­νο της με­λέ­της εί­ναι συ­γκε­κρι­μέ­νο. Αφο­ρά το αρ­χεια­κό υλι­κό και το θε­σμι­κό πλαί­σιο, το οποίο και συ­γκε­ντρώ­νε­ται με επι­μέ­λεια. Απο­δελ­τιώ­νο­νται οι Πρά­ξεις Δη­μο­τι­κού Συμ­βου­λί­ου Αθη­νών σε χρο­νι­κό βά­θος 172 ετών. Αυ­τό ση­μαί­νει 111 Συ­νε­δριά­σεις, κα­τα­νε­μη­μέ­νες στους τρεις αιώ­νες ύπαρ­ξης του Νε­κρο­τα­φεί­ου: 1841-1899, 23. Ει­κο­στός, 69. 2000-2012, 19. Λαν­θά­νουν τα πρώ­τα χρό­νια, από τις 5 Μαΐ. 1834, όταν δη­μο­σιεύ­τη­κε στην Εφη­με­ρί­δα της Κυ­βερ­νή­σε­ως το Βα­σι­λι­κό Διά­ταγ­μα, που απα­γό­ρευε τα­φές στις εκ­κλη­σί­ες και στους πέ­ριξ αυ­τών χώ­ρους. Κα­τά τον Δη­μή­τριο Κα­μπού­ρο­γλου, η τε­λευ­ταία τα­φή, που έγι­νε μέ­σα σε εκ­κλη­σία, ήταν μί­ας μαί­ας στην πα­ρι­λισ­σία Αγία Φω­τει­νή. Πά­ντως, στα Γε­νι­κά Αρ­χεία του Κρά­τους, σώ­ζε­ται έγ­γρα­φο της Γραμ­μα­τεί­ας των Στρα­τιω­τι­κών, της 8ης Απρ. 1835, με το οποίο ενη­με­ρώ­νε­ται ο Όθω­νας, ότι απα­γο­ρεύ­τη­καν οι εντα­φια­σμοί πε­ρί την Πη­γή Καλ­λι­ρόη, λό­γω ακα­ταλ­λη­λό­τη­τας του τό­που. Ενώ, έτε­ρο έγ­γρα­φο, από τον Δεκ. του 1837, ανα­φέ­ρε­ται στην πε­ρι­τεί­χι­ση του Νε­κρο­τα­φεί­ου. Εν­δια­μέ­σως, το 1835, νο­μο­θε­τή­θη­κε ο θε­σμός των Δη­μάρ­χων. Επί­σης, στα τέ­λη του 1835 αλ­λά­ζει ο Βαυα­ρός υπεύ­θυ­νος του Δή­μου για το κτη­μα­το­λό­γιο και την το­πο­γρα­φι­κή απο­τύ­πω­ση. Απο­χω­ρεί ο αρ­χι­τέ­κτων υπο­λο­χα­γός Γου­λιέλ­μος Βάι­λερ και ανα­λαμ­βά­νει ο Φρει­δε­ρί­κος Στά­ου­φερτ, που εί­ναι και ο πρώ­τος υπεύ­θυ­νος μη­χα­νι­κός για το Νε­κρο­τα­φείο.   
Ίσως, να μην ήταν πε­ριτ­τή μία ανα­ζή­τη­ση της με­λε­τή­τριας και στα Γε­νι­κά Αρ­χεία του Κρά­τους, προς πε­ραι­τέ­ρω εξα­κρί­βω­ση του έτους ή και της ημε­ρο­μη­νί­ας ίδρυ­σης. Πα­ρα­τη­ρεί­ται, πά­ντως, με­γα­λύ­τε­ρη ερευ­νη­τι­κή προ­σπά­θεια για τα δυο αλ­λό­θρη­σκα τμή­μα­τά του, το προ­τε­στα­ντι­κό και το εβραϊ­κό. Στη Βι­βλιο­γρα­φία της με­λέ­της χω­λαί­νουν οι ελ­λη­νι­κές πη­γές, όπου υπάρ­χουν κυ­ρί­ως βι­βλία γε­νι­κό­τε­ρου εγκυ­κλο­παι­δι­κού εν­δια­φέ­ρο­ντος και ελά­χι­στα επί του συ­γκε­κρι­μέ­νου θέ­μα­τος της με­λέ­της. Ακό­μη και στα πρώ­τα, κά­πο­τε δί­νε­ται αντί του πρω­τό­τυ­που πα­ρα­πο­μπή στην αγ­γλι­κή με­τά­φρα­ση, όπως στην «Ιστο­ρία της ελ­λη­νι­κής φω­το­γρα­φί­ας. 1839-1970» του Άλ­κη Ξαν­θά­κη.
Δεν το ανα­φέ­ρου­με για να υπο­δεί­ξου­με πα­ρα­λή­ψεις της με­λέ­της, αλ­λά, ακρι­βώς, για­τί πι­στεύ­ου­με ότι δεν εκ­φρά­ζουν αμέ­λεια. Η Πα­ρα­σκευο­πού­λου ανα­πτύσ­σει από­ψεις και αξιο­λο­γή­σεις, που γί­νο­νται ευ­κρι­νέ­στε­ρες στην συ­γκρι­τι­κή αντι­με­τώ­πι­ση του κυ­ρί­ως Νε­κρο­τα­φεί­ου και των δυο αλ­λό­θρη­σκων τμη­μά­των του, στα οποία αφιε­ρώ­νει το δεύ­τε­ρο κε­φά­λαιο, εξ ημι­σεί­ας. Σε αυ­τό, οι προ­θέ­σεις της δη­λώ­νο­νται ήδη με τους τί­τλους: το προ­τε­στα­ντι­κό τμή­μα τι­τλο­φο­ρεί­ται «Μια φι­λε­λεύ­θε­ρη νε­κρό­πο­λη», το εβραϊ­κό «Μια ρο­μα­ντι­κή νε­κρό­πο­λη». Σε κα­θέ­να, ανα­φέ­ρε­ται συ­νο­πτι­κά στο θρή­σκευ­μα, εξαί­ρο­ντας τους πρω­το­στά­τες, όπου και ανα­πτύσ­σει το πώς αντι­λαμ­βά­νε­ται τους δυο χα­ρα­κτη­ρι­σμούς, φι­λε­λεύ­θε­ρος και ρο­μα­ντι­κός. Σε αντι­στοι­χία, ασκεί αυ­στη­ρή κρι­τι­κή στις ελ­λα­δι­κές αρ­χές, κρα­τι­κές και δη­μο­τι­κές. Δεν αρ­κεί­ται στην πα­ρά­θε­ση γε­γο­νό­των, αλ­λά προ­χω­ρά­ει σε ιδε­ο­λο­γι­κές ερ­μη­νεί­ες, δια­τυ­πω­μέ­νες από κα­θέ­δρας, σε ει­ρω­νι­κούς, συ­χνά εμ­φα­τι­κούς, τό­νους.
Μάλ­λον θα αγ­γί­ξει τις λε­πτές χορ­δές ορι­σμέ­νων ανα­γνω­στών η άπο­ψη, πως το εβραϊ­κό εί­ναι το πιο “φι­λο­λο­γι­κό” τμή­μα μέ­σα στο Α΄ Νε­κρο­τα­φείο Αθη­νών. Η με­λε­τή­τρια, πά­ντως, την αι­τιο­λο­γεί: “τα επι­τύμ­βια επι­γράμ­μα­τα αφη­γού­νται διαρ­κώς πό­σο ση­μα­ντι­κοί εί­ναι οι νε­κροί, ως άν­θρω­ποι και μό­νο, μι­λώ­ντας για πη­γαία κα­θο­λι­κά χα­ρα­κτη­ρι­στι­κά”. Πα­ρα­πέ­μπει στο Επί­με­τρο, όπου πα­ρα­τί­θε­νται επι­λε­κτι­κά κά­ποια από τα τα­φι­κά Επι­γράμ­μα­τα. Μό­νο που αυ­τή η πα­ρα­πο­μπή απου­σιά­ζει. Το πι­θα­νό­τε­ρο, ο Δαί­μων του Τυ­πο­γρα­φεί­ου πα­ρε­νέ­βη, θε­ω­ρώ­ντας πως, σε με­λέ­τη ελ­λη­νι­κού νε­κρο­τα­φεί­ου, τό­ση έκτα­ση στο αλ­λό­θρη­σκο στοι­χείο συ­νι­στά έλ­λει­ψη του μέ­τρου. Πέ­ραν της φι­λο­λο­γι­κής ανω­τε­ρό­τη­τας του εβραϊ­κού τμή­μα­τος, αυ­τό, πά­ντα κα­τά την με­λε­τή­τρια, υπερ­τε­ρεί και ως προς τον ρο­μα­ντι­κό χα­ρα­κτή­ρα. Ως κα­τα­κλεί­δα έρ­χε­ται η από­φαν­ση: “Το Εβραϊ­κό Νε­κρο­τα­φείο, όχι μό­νο αι­σθη­τι­κά, αλ­λά και φι­λο­σο­φι­κά, απο­τε­λεί το πιο ρο­μα­ντι­κό ή, για την ακρί­βεια, τον μο­να­δι­κό πραγ­μα­τι­κά ρο­μα­ντι­κό χώ­ρο του Α΄ Νε­κρο­τα­φεί­ου.”
Εί­θι­σται, φι­λο­λο­γι­κό να απο­κα­λεί­ται το νε­κρο­τα­φείο μί­ας πό­λης, όπου βρί­σκο­νται εντα­φια­σμέ­νοι οι επι­φα­νέ­στε­ροι των λο­γί­ων. Πα­ρά­δειγ­μα, το Περ Λα­σαίζ του Πα­ρι­σιού, όπου ο τά­φος και του Μπαλ­ζάκ. Αν και το λί­γο πα­λαιό­τε­ρο, του Μον­παρ­νάς, διεκ­δι­κεί με­ρί­διο, όπου έχει τα­φεί και το ζευ­γος Σαρτρ-Μπο­βουάρ. Εκεί, εντα­φιά­στη­κε ο Αδα­μά­ντιος Κο­ρα­ής, που, από το 1877, συ­γκα­τα­λέ­γε­ται στους επι­φα­νείς του Α΄ Νε­κρο­τα­φεί­ου Αθη­νών. Κά­τι που δια­φεύ­γει πα­ντε­λώς μί­ας με­λέ­της δέ­σμιας συ­γκε­κρι­μέ­νου αρ­χεια­κού υλι­κού, από το οποίο απου­σιά­ζουν, για πα­ρά­δειγ­μα, τα αρ­χεία των εφη­με­ρί­δων, και το οποίο σχε­τί­ζε­ται άμε­σα με τον τό­πο, εί­ναι ο πάν­δη­μος χα­ρα­κτή­ρας τα­φής ορι­σμέ­νων επι­φα­νών προ­σώ­πων. Η τα­φή του Πα­λα­μά, την 28η Φεβ. 1943, με την πα­τριω­τι­κή έξαρ­ση και το μνη­μειώ­δες, “Ηχή­στε σάλ­πιγ­γες” του Σι­κε­λια­νού ή, επί­σης, η εκ­φο­ρά και τα­φή του Σε­φέ­ρη στις 22 Σεπ. 1971, λαϊ­κό προ­σκύ­νη­μα και αντι­δι­κτα­το­ρι­κή δια­δή­λω­ση, συ­νι­στούν αμ­φό­τε­ρα ιστο­ρι­κά γε­γο­νό­τα, ταυ­τι­ζό­με­να ευ­θέ­ως με το Α΄ Νε­κρο­τα­φείο Αθη­νών.
Τέ­λος, όσο αφο­ρά το ρο­μα­ντι­σμό του χώ­ρου, σώ­ζε­ται μό­νο ως μαρ­τυ­ρία ποι­η­τών, εν πολ­λοίς λη­σμο­νη­μέ­νων, Δρί­βας, Πα­πα­τσώ­νης, Αν­θί­ας και άλ­λοι “κα­τα­ρα­μέ­νοι” του Με­σο­πο­λέ­μου. Αι­σθα­ντι­κές ψυ­χές, που η με­λαγ­χο­λία τα βρά­δια τους έφερ­νε στο Νε­κρο­τα­φείο. Τα εξο­μο­λο­γεί­ται  ένας από αυ­τούς, ο Νί­κος Βέλ­μος, στο πε­ριο­δι­κό του, το «Φρα­γκέ­λιο». Αλ­λά πως να φτά­σει αυ­τός ο ρο­μα­ντι­σμός, υπό μία έν­νοια ακραί­ος, στους νε­ό­τε­ρους δά­σκα­λους και φοι­τη­τές, όταν τα λη­σμο­νούν οι πα­λαιό­τε­ροι, που, σή­με­ρα, κα­ταρ­τί­ζουν εγκυ­κλο­παί­δειες, λε­ξι­κά και γραμ­μα­το­λο­γί­ες. Πα­ρό­λα αυ­τά, ως χώ­ρος έχει εδώ και και­ρό εντα­χθεί στους Του­ρι­στι­κούς Πε­ρι­πά­τους του αθη­ναϊ­κού κέ­ντρου.  
Μ. Θε­ο­δο­σο­πού­λου
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 19/9/2015.

1 σχόλιο:

Εκδόσεις Φαρφουλάς είπε...

Ο Βέλμος και η παρέα του "Φραγκέλιου" στο Α' Νεκροταφείο. Βόλτες, αναφορές στους σημαντικούς γλύπτες του και συζητήσεις με τον νεκροφύλακα... Τι τεράστιο θέμα!!!