Παρασκευή 28 Μαρτίου 2008

"Διαβάζω"

"Διαβάζω"
Τεύχος 483
Μάρτιος 2008

Βιβλιογραφικό σχόλιο

Με την ευκαιρία των επετειακών ετών, έχουμε κατ' επανάληψη επισημάνει πως η βιβλιογραφία δεν ευδοκιμεί στα καθ' ημάς και πως οι βιβλιογράφοι σπανίζουν. Οπότε, από μια άποψη, αναμενόμενο είναι να μην υπάρχει κριτικογραφία του Τύπου, ούτε του αθηναϊκού, πόσω μάλλον του επαρχιακού, ούτε του ημερήσιου ούτε καν του κυριακάτικου. Μοναδική εξαίρεση συνιστά η μόνιμη στήλη κριτικογραφίας του περιοδικού "Διαβάζω", που ξεκίνησε από το πρώτο τεύχος, τον Ιανουάριο του 1976, και συνεχίζει αδιαλείπτως μέχρι το τρέχον τεύχος. Αρχικά αποτελούσε μέρος μιας μεγαλύτερης ενότητας, με τον τίτλο "Χρονικά", που περιελάμβανε πολιτιστικό ημερολόγιο, κριτικογραφία και βιβλιογραφικό δελτίο. Ωστόσο, το ημερολόγιο εγκαταλείφθηκε ήδη από το 17ο τεύχος, το δελτίο, αν και μακροημέρευσε, τελικά διακόπηκε στο 457ο τεύχος, και μόνο η κριτικογραφία συνεχίστηκε.
Στα πρώτα τεύχη δεν αναφέρεται συντάκτης ούτε για το ημερολόγιο ούτε για την κριτικογραφία, μόνο στο δελτίο δίνεται το όνομα του επιμελητή. Πρώτος επώνυμος συντάκτης της κριτικογραφίας είναι η Κατερίνα Παπαλιβερίου, που την αναλαμβάνει στο 17ο τεύχος μέχρι και το 57ο, στη συνέχεια, την επωμίζονται, η Μαρία Τρουπάκη μέχρι και το 368ο τεύχος, ο Ηλίας Μαγκλίνης μέχρι και το 440ο, η Λίνα Πανταλέων μέχρι και το 457ο και τέλος, ο Θεόδωρος Πέρσης. Για πληρότητα σημειώνουμε πως το δελτίο, στο πρώτο τεύχος το συντάσσει ο Νίκανδρος Μηλιόπουλος, στο δεύτερο, ο ίδιος μαζί με τον Καίσαρα Άννινο, ο οποίος και συνεχίζει μόνος του μέχρι και το 11ο τεύχος, στη συνέχεια το αναλαμβάνουν, ο Γιώργος Σαρηγιάννης μέχρι και το 20ο τεύχος, η Νίκη Τσιλιγκίρογλου μέχρι και το 39ο, ενώ, ενδιαμέσως, το 36ο και 37ο φέρει το όνομα της Ελένης Κοροντζή, και τέλος, η Έφη Απάκη μέχρι και το 457ο.
1/4σο αφορά την κριτικογραφία, καλύπτει τριάντα δύο έτη και θα μπορούσε να πάρει και αυτοτελή μορφή. Σκέψη που φαίνεται πως δελέασε τους υπευθύνους του περιοδικού, καθώς από το 182ο τεύχος, Ιανουάριο 1988, μέχρι και το 259ο, Μάρτιο 1991, η κριτικογραφία μαζί με το βιβλιογραφικό δελτίο αποτέλεσαν ένα μικρού σχήματος ένθετο, το "Δελτίο", που καρφιτσωνόταν στο μέσο του περιοδικού και μπορούσε να αφαιρεθεί. Παρά τις αρχικές φιλόδοξες διακηρύξεις πως θα καλύπτεται ο ημερήσιος και περιοδικός Τύπος Αθήνας και Θεσσαλονίκης, η κριτικογραφία γινόταν ευθύς εξ αρχής κατ' επιλογή, εξαρτώμενη από τις αντοχές του εκάστοτε συντάκτη. Σε μια πρώτη περίοδο, αποδελτιώνονται εννέα εφημερίδες της Αθήνας, δυο της Θεσσαλονίκης και τέσσερα περιοδικά ("Νέα Εστία", "Νέα Πορεία", "Διαγώνιος", "Αιολικά Γράμματα"). Μια χρηστική καινοτομία σημειώνεται στο 40ο τεύχος, όπου, σε πλαίσιο, ως "υπόμνημα", αναγράφονται τα βιβλιογραφούμενα έντυπα και οι αναφερόμενοι κριτικοί. Δυστυχώς, στο 260ο τεύχος, με την κατάργηση του ενθέτου, καθώς η κριτικογραφία επανέρχεται στην αρχική της θέση, δηλαδή τις τελευταίες σελίδες κάθε τεύχους, εγκαταλείπεται το υπόμνημα και σιωπηρά, περιορίζονται τα αποδελτιούμενα έντυπα. Στη συνέχεια, προσδιορίζεται μόνο πως περιλαμβάνονται επώνυμες βιβλιοκριτικές και βιβλιοπαρουσιάσεις των ελληνικών εκδόσεων, που δημοσιεύονται στον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο. Ούτε κατάλογος των εντύπων δίνεται ούτε, το βασικό, αν η αποδελτίωση είναι συνολική ή επί μέρους. Ωστόσο, είναι προφανές πως πρόκειται για αποδελτίωση κατ' επιλογή. Εκείνο, όμως, που δεν είναι καθόλου προφανές είναι με ποια κριτήρια, αισθητικά ή εμπορικά, γίνεται.
Επιμένουμε στις αδυναμίες της εν λόγω κριτικογραφίας, πρώτον, γιατί εξακολουθεί να παραμένει η μοναδική που διαθέτουμε, και δεύτερον, λόγω της νέας εκκίνησης του περιοδικού από το 458ο τεύχος και εδώθε, με σαφή ανανεωτική διάθεση. Πιστεύουμε πως προσφέρεται μια θαυμάσια ευκαιρία, το "Διαβάζω", και ως "επιθεώρηση του βιβλίου", να αναβαθμίσει την κριτικογραφία και να προσθέσει ένα επαρκές βιβλιογραφικό δελτίο, δεδομένου, μάλιστα, ότι επανέφερε το πολιτιστικό ημερολόγιο. Άλλωστε απαιτείται μικρή μόνο προσπάθεια, ώστε η αποδελτίωση να αποκτήσει έναν κάπως συστηματικότερο χαρακτήρα.
Κατά την τρέχουσα περίοδο, παρατηρούμε πως αποδελτιώνονται επιλεκτικά δεκατέσσερις αθηναϊκές εφημερίδες, έντεκα κυριακάτικες ("Αδέσμευτος Τύπος", "Απογευματινή", "Η Αυγή", "Το Βήμα", "Βραδυνή", "Έθνος", "Ελεύθερος Τύπος", "Ελευθεροτυπία", "Εξπρές", "Η Εποχή", "Πρώτο Θέμα", δυο σαββατιάτικες ("Ημερησία", "Τα Νέα") και την "Καθημερινή" της Τρίτης, επίσης, μια της Θεσσαλονίκης ("Αγγελιοφόρος της Κυριακής"), τρία περιοδικά ("Διαβάζω", "Αντί", "Ιστορία") και το δωρεάν διανεμόμενο "Lifo".
1/4σο αφορά το λογοτεχνικό βιβλίο, στο οποίο το "Διαβάζω" δίνει ιδιαίτερη θέση, η αποδελτίωση θα έπρεπε να συμπεριλαμβάνει τα, έτσι κι αλλιώς, λιγοστά λογοτεχνικά περιοδικά, καθώς και ένα αντιπροσωπευτικότερο δείγμα από τον Τύπο της συμπρωτεύουσας. Επίσης, παρατηρούμε πως η επιλογή συχνά, αφορά συγκεκριμένους συνεργάτες ενός περιοδικού, οπότε και θα μπορούσε να αποφεύγεται η επανειλημμένη αναφορά του ονόματος. Ειδάλλως, καταλήγει, λ.χ., για το μηνιαίο "Ιστορία", να καταγράφει οκτώ λήμματα του ιδίου συντάκτη. Τέλος, να σημειώσουμε πως η κριτικογραφία του "Διαβάζω" στάθηκε ανέκαθεν γενναιόδωρη με την εφημερίδα "Η Εποχή", μια και είναι η εφημερίδα με την μικρότερη κυκλοφορία που ανελλιπώς αποδελτιώνεται. Ωστόσο, ποτέ δεν μπορέσαμε να αποκρυπτογραφήσουμε τα κριτήρια με τα οποία μια κριτική καταγράφεται ενώ μια άλλη παραλείπεται, δεδομένου ότι πρόκειται για τον ίδιο συντάκτη και σχεδόν πάντοτε για ελληνική πεζογραφία. Για να περιοριστούμε στο συγκεκριμένο παράδειγμα του τρέχοντος τεύχους^ αναφέρεται η βιβλιοπαρουσίαση για τα πρόσφατα βιβλία της Ντόρας Γιαννακοπούλου και Μαρίας Μαλανδρίνου, ενώ παραλείπονται οι παρουσιάσεις των βιβλίων του Στρατή Χαβιαρά και της Ευτυχίας Καλλιτεράκη. Τέλος, αυτή η μηνιαία κριτικογραφία θα μπορούσε να συγκεντρωθεί σε μια αυτοτελή ετήσια μορφή.
Μ. Θ.

Ο μυθικός "Οδυσσέας"


"Οδυσσέας" Μηνιαία Έκδοση Λόγου και Τέχνης ακριβής φωτοαναστατική ανατύπωση της εκδόσεως του 1943-44 (τεύχη 1 έως 12) Δήμος Πύργου Δημοτικό Πολιτιστικό Κέντρο Οκτώβριος 2007

Ο "Οδυσσέας" έχει καταχωρηθεί ως ένα από τα λογοτεχνικά περιοδικά της Κατοχής, όχι, όμως, των μεγάλων αστικών κέντρων, Αθηνών, Πειραιώς και Θεσσαλονίκης, αλλά από τα λιγοστά της περιφέρειας. Σχετικά μακρόβιο, αφού πρόλαβε να εκδώσει δώδεκα τεύχη, έστω τα τέσσερα διπλά, όταν ο μέσος όρος εκείνων των χρόνων είναι κάτω των δέκα. Πρόκειται για το κατοχικό λογοτεχνικό περιοδικό του Πύργου της Ηλείας. Ένα περιοδικό, που έγινε θρύλος, καθώς οι μεταπολεμικοί θιασώτες της λογοτεχνίας ούτε ένα τεύχος του δεν είχαν την ευκαιρία να φυλλομετρήσουν, αλλά το γνώρισαν μέσα από αφηγήσεις, πλάγιες αναφορές και υποσελίδιες σημειώσεις, που πάντοτε τρέφουν τους μύθους.
"... Αλλά ΧΡΕΙΑΖΟΥΜΑΙ μερικά ντοκουμέντα, όχι ότι θα τα αντιγράψω, αλλά μου χρειάζονται. ΛΟΙΠΟΝ, μπορείς να μου στείλεις ΤΟ ΤΑΧΥΤΕΡΟ ένα χειρόγραφο που να πιάνει από μια μέχρι χίλιες σελίδες, πεζές, όπως θέλεις, γύρω από τη ζωή σου, από τότε που κατάλαβες τον εαυτό σου μέχρι τώρα; Τα Χανάκια (ναι, από μακρυά τα Χανάκια μου φέρνουν τρομερές φαντασιώσεις) τα Χανάκια, ο "Παρνασσός", ο "Οδυσσέας", οι μέρες της Αθήνας, οι έρωτές σου, όλα Γιώργη, τα χρειάζομαι θανάσιμα, έπειτα από μια νέα μέθοδο που ακολουθώ τώρα...", έγραφε ο Νίκος Καχτίτσης στον Γιώργη Παυλόπουλο, στις 21 Ιανουαρίου 1956, από το Μόντρεαλ. Άραγε, τού τα έστειλε, κι αν τού τα έστειλε, εκείνος πώς τα χρησιμοποίησε. Αναπάντητα ερωτήματα, που γεννά η χωλή αλληλογραφία Καχτίτση-Παυλόπουλου, αφού δημοσιεύτηκε μόνο το ένα σκέλος της κι αυτό, κατ' επιλογή. Ένα πρόσωπο, που μπορεί να δώσει πληροφορίες για τον Καχτίτση και όσα μνημονεύονται στην επιστολή, αλλά και γενικότερα, για πρόσωπα και πράγματα της εποχής, είναι ο Παυλόπουλος. Αυτός, όμως, αρκείται, σε λακωνικά σχόλια. Ας όψονται οι δημοσιογράφοι και οι εκδότες περιοδικών, που, ενώ τον τιμούν με αναφορές και αφιερώματα, δεν τον πολιορκούν μετά υπομονής και επιμονής.
Υπάρχουν, όμως, και άλλοι φίλοι του Καχτίτση, που τα ονόματά τους παρελαύνουν στην αλληλογραφία του με τον Παυλόπουλο. Μερικοί, μάλιστα, από αυτούς, όπως οι συνεργάτες του "Οδυσσέα", Κωνσταντίνος Ηλιόπουλος και Θανάσης Εξαρχόπουλος, υπήρξαν και οι ίδιοι αλληλογράφοι του. Αλλά κι αυτοί σιωπούν. Μύθος, άλλωστε, και όλη η ανέκδοτη αλληλογραφία του Καχτίτση, όπως και εκείνη του Τάκη Σινόπουλου. Μπορεί να χάθηκαν, μπορεί και να λανθάνουν. Αλλά κι αν διασώζονται, πού να βρεθούν την σήμερον επιμελητές, διαθέσιμοι, οι οποίοι θα παραμερίσουν το προσωπικό έργο τους, για να φροντίσουν προγόνους, έστω και εκλεκτούς.
"Αργότερα, στην Κατοχή, μια ομάδα νέων, που έχει συμπήξει τον "Πυργιώτικο Παρνασσό"... εκδίδει το μηνιαίο περιοδικό "Οδυσσέας"...", έγραφε, με τη σειρά του, ο πύργειος πεζογράφος, Η. Χ. Παπαδημητρακόπουλος, πριν τριάντα χρόνια, νεκρολογώντας τον Τάκη Δόξα, που πέθανε στις 30 Οκτωβρίου 1976, στα εξήντα τρία του. Πέντε χρόνια αργότερα, Πάσχα του 1981, πέθανε ο Σινόπουλος, στα εξήντα τέσσερά του. Το 1913 γεννηθείς ο Δόξας, το 1917 ο Σινόπουλος. Ευτύχησε η πρωτεύουσα της Ηλείας, ο Πύργος, το άλλοτε ποτέ αστικό κέντρο, και σε λογοτέχνες και σε έντυπα, περιοδικά και εφημερίδες, ως η αιωνόβια "Πατρίς" Πύργου, που εμφανίστηκε την 7η Νοεμβρίου 1902, με εκδότη τον Λεωνίδα Βαρουξή, δημοσιογράφο της αθηναϊκής εφημερίδας "Ακρόπολις" του Βλάση Γαβριηλίδη και αδελφό του Κωνσταντίνου, εκδότη της πυργιώτικης "Αυγής" κατά την τελευταία δεκαετία του 19ου.
Ο θρυλικός, λοιπόν, "Οδυσσέας" πρωτοκυκλοφόρησε τον Μάρτιο του 1943. Ένα εικοσάφυλλο τεύχος από το Τυπογραφείο της Μητρόπολης Ηλείας, το οποίο είχε παραχωρήσει στους νέους ο προοδευτικός δεσπότης Αντώνιος, λίγο πριν πάρει τα βουνά. Τρία τεύχη μέχρι τον Μάϊο του 1943 και μετά, άλλα εννέα τεύχη, τα τέσσερα διπλά, από τον Δεκέμβριο του 1943 μέχρι τον Αύγουστο του 1944. Είχε προηγηθεί "Το Βήμα των Νέων" στη δεκαετία του 1930 και ακολούθησε, το 1947, ο "Βωμός" Πύργου. Τρία περιοδικά, στα οποία πρωτοστάτησε ο Δόξας. Ίσως να υπήρξαν κι άλλα. Από όσο γνωρίζουμε, η ιστορία του ηλείου Τύπου μένει να γραφτεί. Πάντως, για τον "Οδυσσέα", η εποχή του μύθου είχε τελειώσει πολύ πριν πάρει την πρωτοβουλία το Δημοτικό Πολιτιστικό Κέντρο της πόλης του Πύργου να τον ανατυπώσει, όταν τον ανακάλυψαν οι μελετητές.
Ένα εξαντλητικό κεφάλαιο του αφιερώνει η Αλεξάνδρα Μπουφέα, στη βραβευμένη μελέτη της, "Τα λογοτεχνικά περιοδικά της Κατοχής". 1/4πως, μάλιστα, η Κατοχή φαίνεται, εσχάτως, να συγκεντρώνει το ενδιαφέρον των μελετητών, η Αγγέλα Καστρινάκη, στην επίσης βραβευμένη μελέτη της, "Η λογοτεχνία στην ταραγμένη δεκαετία 1940-1950", αναφέρεται στο περιοδικό, με αφορμή τον τίτλο του. Προσπαθώντας να στηρίξει την υπόθεση εργασίας, που θέλει το ταξίδι προνομιούχο λογοτεχνικό τόπο εκείνης της δεκαετίας, μνημονεύει ενδεικτικά την πειραϊκή "Αργώ" και τον "Οδυσσέα", αμφότερα εγχειρήματα διαπλασόπουλων. Από την πλευρά του, ο ιστορικός Αλέξανδρος Αργυρίου, που πρώτος αναδίφησε τα κατοχικά περιοδικά, στον τρίτο τόμο της Ιστορίας του, τον αφιερωμένο στην Κατοχή, από τα περιοδικά της περιφέρειας αναφέρει, κατ' εξαίρεση, τον "Οδυσσέα", δίνοντας και την προφορική μαρτυρία του Σινόπουλου πως ο ίδιος είχε διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στην ύλη του περιοδικού.
1/4σο, όμως, ακριβολόγοι κι αν είναι οι μελετητές, άλλη εικόνα δίνουν οι καταγραφές τους κι άλλη, το ίδιο το σώμα του περιοδικού, που αποκαλύπτει τον πρωτοποριακό χαρακτήρα του, καθώς εκείνοι οι πύργειοι νέοι (αν και ακριβέστερα, πρόκειται για Ηλείους, όμως πάντοτε οι πρωτεύουσες καταπίνουν την γύρω χώρα) κατόρθωσαν να συνδυάσουν τους νεωτερικούς τρόπους με τις παραδοσιακές μορφές. Καθόλου τυχαίo το ότι όλα τα τεύχη πλην ενός ανοίγουν με ποίημα ενός παλαιότερου. Άλλοτε πρόκειται για άρτι αποθανόντες ποιητές, όπως ο Ρώμος Φιλύρας, ο Παλαμάς και ο Λαπαθιώτης, με αντίστοιχα κείμενα, όχι νεκρολογίες αλλά από καρδιάς αποχαιρετισμούς, και άλλοτε για ζώντες πρεσβύτερους, όπως ο Ρήγας Γκόλφης, ο Σκαρίμπας, ο Λέων Κουκούλας, αλλά και ο Μανώλης Κανελλής, που τότε έχαιρε μεγάλης εκτίμησης, ενώ ένας ευαίσθητος ποιητής από τους πρεσβύτερους της εποχής, όπως ο Στέλιος Σπεράντζας φιλοξενείται με δυο μεν ποιήματα, αλλά σε εσωτερικές σελίδες, καθώς και ο Μανώλης Αλεξίου. Μόνο ένα τεύχος, το δεύτερο, ανοίγει με ποίημα του Βάσου Κύβελου, τον οποίο δεν γνωρίζουμε και η Μπουφέα δεν τον αναφέρει στους ηλείους συνεργάτες. Κατά μια εκδοχή, τον συνέστησε στο περιοδικό ο Μάριος Βαϊάνος, του οποίου το "Πρακτορείο Πνευματικής Συνεργασίας" διαφημίζεται σε πολλά τεύχη.
Στο περιοδικό, οι νέοι έδιναν την πρωτοκαθεδρία στην ποίηση και ιδιαίτερο βάρος στις μελέτες, με την πεζογραφία να έπεται. Ήδη, στα δυο πρώτα τεύχη, δημοσιεύονται οι "Σκέψεις για το έργο του Σεφέρη" του Σινόπουλου και ακολουθούν, δοκίμια για τον Παλαμά, ένα κείμενο "Περί ύφους" του Γιώργου Δέλιου, σκέψεις πάνω στον Νίτσε του Κ.Λ. Μεραναίου, ακόμη κείμενο για τον Ίψεν του Δημήτρη Σιατόπουλου. Κι όμως, τα πεζά του "Οδυσσέα" δεν είναι καθόλου ευκαταφρόνητα. Μπορεί ορισμένοι από τους συγγραφείς τους να κρίθηκαν ως ελάσσονες, όμως, ακριβώς γι' αυτό, τα διηγήματά τους αποκτούν αξία, παρακινώντας σε μια δεύτερη ανάγνωση του έργου τους. Μεταξύ άλλων, ένα πολυσέλιδο διήγημα του πύργειου Διονύση Κόκκινου, τότε διευθυντή της Εθνικής Βιβλιοθήκης, που ουδείς θυμήθηκε πέρυσι τα σαραντάχρονα από το θάνατό του. Ακόμη, διηγήματα του ποιητή Νίκου Πετιμεζά Λαύρα και του πειραιώτη Χρήστου Λεβάντα, ενώ η Τατιάνα Σταύρου δημοσιεύει απόσπασμα από μυθιστόρημά της. 1/4σο αφορά τους δυο πρωτεργάτες του περιοδικού, τον πρεσβύτερο Δόξα και τον νεότερο Παυλόπουλο, ο πρώτος δημοσιεύει διηγήματα και ο δεύτερος ποιήματα, κατ' εξαίρεση, όμως, και ένα διήγημα, "Το πουλάρι". Στις τελευταίες σελίδες κάθε τεύχους, υπό τον τίτλο, "Ο φιλολογικός μήνας", παρατίθενται σχόλια και βιβλιοκρισίες, όπου ένας σημερινός αναγνώστης μπορεί να αλιεύσει στοιχεία για την πνευματική κίνηση της εποχής, αλλά και να συμπληρώσει το βιογραφικό των ντόπιων λογοτεχνών. Λ.χ., ανακαλύπτουμε πως ο νεαρός Γιώργης Παυλόπουλος είχε και θεατρικές επιδόσεις, παίζοντας σε όλα σχεδόν τα έργα που ανέβαζε ο "Πυργιώτικος Παρνασσός".
Συμπερασματικά, θα λέγαμε πως η φωτοαναστατική ανατύπωση του "Οδυσσέα" παρουσιάζει ενδιαφέρον πολύ πέραν του συλλεκτικού, γι' αυτό καλά θα κάνουν οι υπεύθυνοι της έκδοσης να στείλουν μερικά αντίτυπα και στα βιβλιοπωλεία της πρωτεύουσας.

Μ. Θεοδοσοπούλου