Ο Καβάφης σε σκίτσο του Ν. Παππά, δημοσιευμένο στο ετήσιο αλεξανδρινό Ημερολόγιο «Σατάν», του 1927. Ο Καβάφης έχει πλέον κερδίσει επιφανή θέση, τουλάχιστον στο χώρο των αλεξανδρινών γραμμάτων. Κατά το σκίτσο, όμως, τον κυνηγούν εφιάλτες γιατί πολλοί ετοίμαζαν βιβλία για το έργο του και φοβάται για το περιεχόμενό τους. Συμμεριζόμαστε τους φόβους του για το τι μπορεί να του ετοιμάζουν σήμερα που καταξιώνεται πλέον σε παγκόσμιο επίπεδο.
Το νέο έτος φοβίζει γενικώς. Φοβίζει, όμως, επιπλέον με το αριθμητικό του φορτίο. Για να μη φανούμε υπερβολικοί, θα έπρεπε να προσθέσουμε, ότι ο αριθμός δεκατρία, έτσι που προβάλλει, φοβίζει μόνο τους προληπτικούς. Τον τελευταίο καιρό, ωστόσο, με την κακοτυχία που μας κυνηγάει, ποιος δεν κατέχεται από δεισιδαιμονίες. Μόνο με βάσκανο δαίμονα εξηγείται τόση γκαντεμιά. Όλα δείχνουν προς την κατεύθυνση υπερφυσικών δυνάμεων, που έχουν “συνωμοτήσει” εναντίον μας. Υπάρχουν, βεβαίως, εκείνοι που, για ακόμη μια φορά, όλο και κάτι περιμένουν – άλλοι το άστρο εξ Εσπερίας, άλλοι τους τρεις Μάγους και άλλοι τον Σωτήρα. Όσοι, όμως, νιώθουν τον κλοιό να σφίγγει άσκημα, έχουν σταματήσει να εκλογικεύουν τα πράγματα. Η ασύστολη ρητορεία των πολιτικών, που συνεχώς στέλνουν μηνύματα σε αόρατους αποδέκτες και δίνουν μάχες με σκιές, περιφερόμενοι σαν φουσκωμένοι διάνοι στα ευρωπαϊκά σαλόνια, η ατέρμονος δημοσιογραφική ενημέρωση για εκατομμύρια και δισεκατομμύρια ευρώ ενός εικονικού δούναι και λαβείν, όλος αυτός ο θόρυβος που γίνεται ερήμην ημών για εμάς, έχει επιφέρει την ολοσχερή αποδιοργάνωση. Το μόνο που αναμένεται είναι η ημέρα μιας απροσδιόριστης αλλά αναπόφευκτης συντέλειας του κόσμου μας. Παρόλο που όλοι –όσοι, βεβαίως, έχουν την πολυτέλεια της περισυλλογής– διατείνονται ότι είναι παιδιά του Διαφωτισμού, αυτήν την ήμέρα, την βλέπουν να έρχεται εντός του νέου έτους. Η αποφράδα ημέρα της δικής μας Ιστορίας, αν είναι να ’ρθει, δεν μπορεί παρά να είναι μια από τις 365 του μοναδικού έτους του τρέχοντος αιώνα, που λήγει στον δυσοίωνο αριθμό 13 και το οποίο συνέπεσε με αυτήν την εξοντωτική περίοδο.
Αρχέγονοι φόβοι, που οι αιτιολογίες τους έχουν χαθεί στα βάθη του χρόνου, καθησυχάζουν τα λεξικά, προτείνοντας, ως μια πρώτη γενεσιουργό αιτία, το Μυστικό Δείπνο, όπου ο Ιησούς έκανε την αποκοτιά να χαλάσει τη συμμετρία του κόσμου, γευματίζοντας με τους δώδεκα Αποστόλους ως δέκατος τρίτος. Από εκεί ξεκίνησαν τα πάθη του. Χάθηκε να εύρισκε έναν δέκατο τέταρτο. Γι’ αυτό και από τότε, πλείστους όσους έχει εμπνεύσει η εσπευσμένη ανεύρεση ενός δέκατου τέταρτου προσκεκλημένου. Από την σπαρταριστή κωμωδία, «Ο δασκαλάκος ήταν λεβεντιά», με το τρίο Βουτσά-Φιλιππίδη-Παπαγιαννόπουλου, μέχρι το πρόσφατο μπεστ σέλερ του Πιέρ Ασσουλίν, «Οι προσκεκλημένοι».
Οι προληπτικοί δεν κάθονται ποτέ σε ένα τραπέζι, στο οποίο έχουν ήδη πάρει θέση δώδεκα συνδαιτυμόνες. Ούτε επιχειρούν τίποτα στις 13 του μήνα. Μήπως, λοιπόν, και εμείς δεν πρέπει να ξεκινήσουμε απολύτως τίποτα στη διάρκεια αυτού του δυσοίωνου έτους; Έτσι κι αλλιώς, από τραπεζώματα, αν παρ’ ελπίδα προκύψουν, δεν υπάρχει περίπτωση να απέχουμε. Κάλλιο δέκατοι τρίτοι παρά λιμοκτονούντες. Αν, πάντως, εκ των πραγμάτων σταθεί απαγορευτικό να σταυρώσουμε τα χέρια και να περιμένουμε το έτος να περάσει, ας απέχουμε τουλάχιστον οποιασδήποτε φύσης πρωτοβουλιών στις 13 εκάστου μήνα. Σε τρεις μήνες του έτους, μάλιστα, πρέπει να δοθεί όλως ιδιαίτερη προσοχή. Ει δυνατόν, να μην ξεμυτίσουμε από την οικία μας, όποιος, βεβαίως, θα εξακολουθεί να έχει μια στέγη πάνω από το κεφάλι του. Κατ’ αρχάς, την 13η Αυγούστου, που πέφτει ημέρα Τρίτη, καθόσον, εδώ και αιώνες, αποτελεί αποφράδα ημέρα για εμάς τους Έλληνες. Από την πένθιμη Τρίτη της 29ης Μαΐου 1453, που χάσαμε την Πόλη. Εκτός, όμως, από την Τρίτη, σαν γνήσιοι Ευρωπαίοι, γρουσούζικη ημέρα θα πρέπει να υπολογίζουμε και την Παρασκευή. Παρασκευή και 13, τον Οκτώβριο του 1307, ο Φίλιππος Δ΄, ο επονομαζόμενος Ωραίος –αν τον έχετε ακουστά– εξολόθρευσε το Τάγμα των Ναϊτών. Προσοχή, λοιπόν, στον Σεπτέμβριο και στον Δεκέμβριο, που θα έχουμε Παρασκευή και 13.
Οι ιστορημένοι, βεβαίως, θα θυμηθούν το προηγούμενο έτος στην ιστορία του ελληνικού κράτους, που έληγε σε δέκα τρία, το 1913. Εκείνο, για τη χώρα, δεν είχε κακή έκβαση, για τον λαό, όμως, στάθηκε ζοφερό. Τουλάχιστον το εμπόλεμο πρώτο εξάμηνό του. Μπορεί η χώρα, με τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου, στις 28 Ιουλίου, να απλώθηκε προς Βορρά μέχρι το Τεπελένι και προς Ανατολάς μέχρι τον Νέστο, αλλά δεν ήταν και λίγοι οι νεκροί, οι τραυματίες, άσε πια τους κακουχούμενους. Δεν αποκλείεται, το 2013, να προκύψει μια παρόμοια αναντιστοιχία μεταξύ χώρας και λαού. Αν ευοδωθούν οι προσδοκίες των αισιόδοξων και οι ευρωπαϊκοί εναγκαλισμοί αποδώσουν, η χώρα μπορεί και να ορθοποδήσει, ό,τι σημαίνει αυτό, οι πολίτες της, όμως, θα τραβήξουν του λιναριού τα πάθη. Πλην, βεβαίως, του ποσοστού εκείνου που έχει, σαν την καμήλα, αποθηκεύσει ξίγκι μετά πολλών άλλων στην καμπούρα του.
Καραγκιοζμπερντές
Ας σοβαρευτούμε, όμως. Μια σελίδα βιβλίου πρέπει να την απασχολούν θέματα της δικής της περιοχής. Και μάλιστα, λόγω ημερών, ει δυνατόν, θέματα ευχάριστα. Πού, όμως, να βρεθούν τα ευχάριστα, έτσι που κατάντησαν το χώρο του βιβλίου. Καραγκιοζμπερντές, με πρώτους, επί σκηνής, τους καυχησιάρηδες και τους κόλακες. Ποιο βιβλίο να σχολιάσεις, όταν βιβλιοπαρουσιάσεις και βραβεύσεις έχουν πάρει τη μορφή της παραδοσιακής ανταλλαγής επισκέψεων αβροφροσύνης, με το δώρο και το αντίδωρό τους. Όταν, σε αρμονία με το κοινωνικό στάτους του συγγραφέα, συμβαδίζει και το πόνημά του. Αλίμονο σε εκείνον που “δεν τον ξέρει ο θυρωρός του”. Το βιβλίο του πάει για πολτοποίηση αμνημόνευτο. Παλαιότερα, οι νεότεροι εμφανίζονταν πιο συμμαζεμένοι, τουλάχιστον μπροστά στους πρεσβύτερους, που είχαν σημαίνοντα λόγο. Σαν τα παιδιά, που, παρουσία των γονέων, στέκονταν κάποτε προσοχή. Με τη λεγόμενη, όμως, μαζική δημοκρατία, που θεοποιεί τη νεότητα, οι πρεσβύτεροι, όταν δεν σιωπούν, άγονται και φέρονται, μην και τους ρίξουν στον Καιάδα. Ακάθεκτοι οι μικρότεροι προελαύνουν με έπαρση. Βασικό τους μέλημα το πώς θα γράψουν ένα βιβλίο που θα προκαλέσει. Τι απασχολεί; Η κρίση, η γενιά της Μεταπολίτευσης, ο Εμφύλιος –οτιδήποτε συζητείται τους δίνει έμπνευση. Επείγονται, μάλιστα, μην και περάσει η επικαιρότητα.
Ο μείζων του 2013
Ας αλλάξουμε, όμως, αυτό το τροπάριο της μεμψιμοιρίας, γιατί κινδυνεύουμε να γίνουμε –αν δεν έχουμε ήδη γίνει– γραφικοί. Πρωτοχρονιά μεθαύριο, ας μιλήσουμε για τις συγγραφικές επετείους του ερχόμενου έτους. Προφανώς, τις μείζονες σημαντικών συγγραφέων. Για τους ήσσονες συγγραφείς και τους εξ επαρχίας καταγόμενους θα μεριμνήσουν σύλλογοι και μικρές κοινότητες, που, παραδόξως, στη γενικότερη διάλυση, διατηρούν τη συνεκτικότητά τους. Ως ο μείζων του 2013 προβάλλει ο Καβάφης. Διπλή επέτειος, όπως του Παπαδιαμάντη, καθώς συμπληρώνονται 150 χρόνια από τη γέννησή του και 80 από τον θάνατό του. Αρχές Δεκεμβρίου, μια δημοσιογράφος εγκάλεσε το υπουργείο Πολιτισμού για καθυστέρηση της κήρυξης Έτους Καβάφη το 2013. Ποιο υπουργείο Πολιτισμού; Μετά την συγχώνευση των Υπουργείων, την οποία ο Πρωθυπουργός ξεκίνησε από του Πολιτισμού, μια Γραμματεία ουσιαστικά απέμεινε και ένας Αναπληρωτής υπουργός. Τέως Υπουργός Πολιτισμού γαρ ο Πρωθυπουργός είχε προσωπική γνώση για την αχρηστία του εν λόγω Υπουργείου.
Η δημοσιογράφος, πάντως, υποψιάστηκε ότι η πολιτική ηγεσία μπορεί να κωλυσιεργεί γιατί προτιμά άλλον τιμώμενο, περισσότερο ταυτισμένο με το ιδεολογικό της προφίλ. Ποιό ιδεολογικό προφίλ εννοούσε; Γαλαζωπό; Πρασινίζον; Ή, μήπως, το ροδίζον από τη ντροπή του; Όπως και να έχει, καθησυχαστική η Γραμματεία Πολιτισμού, διαβεβαίωσε ότι το 2013 θα είναι Έτος Καβάφη. Όσο για την καθυστέρηση, ας όψεται η γραφειοκρατία. Δεν διευκρίνισε, αν θα αναμιχθεί η ίδια στον εορτασμό τόσο δραστήρια όσο κατά το προηγούμενο Έτος Καβάφη, το 2003. Τότε, το ΥΠ.ΠΟ, κατά πάγια συνήθειά του, είχε προσθέσει στις αφίσες των εκδηλώσεων την υποστήριξή του.
Γενικότερα, πάντως, οι δημοσιογράφοι καθησύχαζαν ότι για την επέτειο Καβάφη έχει προβλέψει η Ουνέσκο. Μόνο που δεν έδιναν πληροφορίες τι είδους επετειακό Έτος εξασφαλίζει ο εν λόγω Οργανισμός, πέραν του καταλόγου, που καταρτίζει κάθε χρόνο με τις ανά χώρα επετείους. Βεβαίως, και μόνο η καταχώρηση για το 2013 του Καβάφη στην Ελλάδα, προσδίδει στο γεγονός “οικουμενική διάσταση”. Όπως και να έχει, είθισται το πρώτο μέλημα, όποιου φορέα αναλαμβάνει την πρωτοβουλία των εορτασμών, να είναι η ανακοίνωση ενός ή και περισσότερων συνεδρίων. Αυτονόητα διεθνών, όταν πρόκειται για έναν κλασικό συγγραφέα. Μετά, λοιπόν, τους περσινούς (2011) εορτασμούς Παπαδιαμάντη και Ελύτη με συνέδρια στο Μέγαρο Μουσικής, αναμενόταν εκεί να διοργανωθεί και το Συνέδριο Καβάφη. Πόσω μάλλον στη δική του περίπτωση, που κάτοχος του Αρχείου του για 43 έτη, κοντά μισό αιώνα, ήταν η οικογένεια Σαββίδη. Συγκοινωνούντα δοχεία, πέρα από νομικές δομές, Μέγαρο Μουσικής και ΔΟΛ, στο Διοικητικό Συμβούλιο του Μεγάρου βρίσκεται η Λένα Λαμπράκη-Σαββίδη και επίσης, στη θέση του αντιπροέδρου του Σπουδαστηρίου Νέου Ελληνισμού, που ιδρύθηκε τέλη 1996 για “την διατήρηση της πνευματικής και ακαδημαϊκής παράδοσης Κ. Θ. Δημαρά και Γ. Π. Σαββίδη”.
Θυμίζουμε ότι το Αρχείο Καβάφη ήταν στην κατοχή του Γ. Π. Σαββίδη, από το 1969, που αγοράστηκε από την κληρονόμο του Καβάφη, Ρίκα Σεγκοπούλου, μέχρι το θάνατό του, στις 11 Ιουνίου 1995. Ένα ακέραιο τέταρτο του αιώνα. Στη φροντίδα του βρισκόταν ακόμη νωρίτερα, από το 1963. Αυτό αποτέλεσε το μεγάλο θησαυρό του Σπουδαστηρίου και σχεδόν την μοναδική –δεν νομίζουμε ότι υπερβάλλουμε– έγνοια του διευθυντή του, του δευτερότοκου γιου του Γιώργου και της Λένας Σαββίδη. Στα «Μικρά Καβαφικά», το 1985, ο Γ. Π. Σαββίδης δείχνει την ιδιαίτερη θέση που δίνει στον δευτερότοκο με την αφιέρωση: «...για τον Μανόλη μας, που είναι “ο χρόνος ο αληθινός”». Και εκείνος αποδείχτηκε άξιος της εμπιστοσύνης, φροντίζοντας τον Καβάφη και το Αρχείο του. Όπως ο ίδιος αναφέρει, στήριξε κάποιες σημαντικές εκδόσεις και έστησε τις αναγκαίες ιστοσελίδες. Επιπροσθέτως, το καλά προστατευμένο Αρχείο θα πρέπει να βοήθησε στην υποδειγματική Βιβλιογραφία Καβάφη, που ο φίλος και συνεργάτης του Γ. Π. Σαββίδη, Δημήτρης Δασκαλόπουλος, παρουσίασε το 2000. Βοήθησε μέχρι και στην έκδοση, στα τέλη του 2012, της εξαντλητικής μελέτης του Χρήστου Παπάζογλου, «Μετρική και αφήγηση. Για μια συστηματική μετρική και ρυθμική ανάλυση των καβαφικών ποιημάτων», που αποτελούσε, κατά τον Γ. Π. Σαββίδη, “ένα από τα βασικά desiderata της καβαφικής έρευνας”.
Ορφανό σε ξένα χέρια
Τελικά, αντί της αναγγελίας Συνεδρίου Καβάφη στο Μέγαρο Μουσικής ή οπουδήποτε αλλού, γνωστοποιήθηκε ότι το Αρχείο Καβάφη δεν ανήκει πλέον στην οικογένεια Σαββίδη. Μεγάλη απορία μας προκάλεσε αυτή η μεταβίβαση του Αρχείου “σε άλλα χέρια”. Οι δημοσιογράφοι, πάντως, με έγκυρη ενημέρωση, θριαμβολογούν για το γεγονός ότι “παρέμεινε σε ελληνικά χέρια”, καθώς, όπως τονίζουν, το διεκδικούσαν ακαδημαϊκά ιδρύματα Ευρώπης και ΗΠΑ. Δηλαδή, με ποιο τρόπο το διεκδικούσαν, όπως έναν πίνακα Παρθένη που κατοχυρώνεται στον πλειοδότη; Πάλι οι δυσοίωνοι καιροί; Αυτοί, όμως, θα ήλπιζε κανείς ότι δεν επηρεάζουν Ιδρύματα της τάξης του Σπουδαστηρίου. O αδόκητος αποχωρισμός του Αρχείου Καβάφη από το Σπουδαστήριο μας ξενίζει. Μας ξενίζει για πολλούς λόγους, αλλά, κυρίως, επειδή το συνοδεύουν κάποια χαρακτηριστικά φιλολογικού “πάθους”. Τα μεγάλα πάθη, ως γνωστόν, είναι αναπόσπαστο κομμάτι του εαυτού μας και ούτε για τον πρώτο λαχνό του Εθνικού Λαχείου δεν τα αποχωριζόμαστε. Ο Καβάφης, λοιπόν, στάθηκε ένα μεγάλο πάθος για τον Γ. Π. Σαββίδη. Αλλά και ο δευτερότοκος Σαββίδης φερόταν παθιασμένος με την περίπτωση Καβάφη. Από χείλη υπεράνω αμφισβήτησης, είχαμε μάθει ότι ετοίμαζε βιογραφία Καβάφη. Ο ίδιος, ωστόσο, σε πρόσφατη συνέντευξή του, εξομολογείται: «Σκεφτόμουν από καιρό πώς θα μπορούσα να αξιοποιήσω καλύτερα το Αρχείο Καβάφη, γιατί είδα ότι εγώ δεν επαρκούσα. Είμαι φιλόλογος και θα έπρεπε στ’ αλήθεια να δοκιμάσουμε μια μη φιλολογική προσέγγιση, γιατί αυτή είχε σχεδόν φτάσει στα όριά της...» Απορούμε, υπάρχουν όρια για τη φιλολογική προσέγγιση;
Διαφορετικά σκεφτόταν το φθινόπωρο του 2009. Τότε, ο σημερινός Πρωθυπουργός, ως υπουργός Πολιτισμού, του είχε τάξει την παραχώρηση της οικίας Κωλέττη για Μουσείο Καβάφη. Είχε. μάλιστα, βρεθεί χρηματοδότης για την αναπαλαίωση, η οποία είχε ξεκινήσει πάραυτα. Θα αποτελούσε μια ιδανική στέγη για τον Αλεξανδρινό, αυτό το μοναδικό μπαλκόνι στον αρχαίο ελληνικό και μεταβυζαντινό κόσμο. Μόνο τα συναπαντήματα του ποιητή, στις κάμαρες και τους διαδρόμους, με τον φουστανελοφόρο πολιτικό θα μπορούσαν να αποβούν προβληματικά. Τότε, ο Μανόλης Σαββίδης πρόσβλεπε, σύμφωνα πάλι με συνέντευξή του, “σε ένα από τα πληρέστερα και αρτιότερα κέντρα μελέτης και προβολής Καβάφη και μαζί της νέας ελληνικής λογοτεχνίας και πολιτισμού”. Μετά τις εκλογές, το έργο ναυάγησε. Βγήκαν “ψεύτικα τα λόγια, τα μεγάλα”. Μένει, ωστόσο, η απορία γιατί εγκαταλείφθηκε τόσο εύκολα η ιδέα για ένα Μουσείο, καλύτερα Ίδρυμα Καβάφη, στην πάντοτε διαθέσιμη οικία Κωλέττη. Είτε με αποκλειστικά ελληνική χρηματοδότηση είτε με συγχρηματοδότηση, η οικογένεια Σαββίδη, με το κύρος που διαθέτει, θα μπορούσε να πραγματοποιήσει το όραμα για ένα Κέντρο Μελέτης της περιωπής του Καβάφη και της ελληνικής λογοτεχνίας. Ας μην λησμονούμε ότι αυτή είναι η προίκα της χώρας για να υπάρχει στο μέλλον και όχι τα τριάκοντα ή όσα ευρωπαϊκά αργύρια προς διάσωσή της.
Βεβαίως, “ελληνικά χέρια” παρέλαβαν το Αρχείο Καβάφη. Η νέα στέγη του Αρχείου θα είναι η νεότευκτη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών του Ιδρύματος Αλέξανδρου Ωνάση. Η μεγαλοαστική οικία στο αδιέξοδο “rond point” της οδού Μουρούζη, όπου βρίσκεται το Σπουδαστήριο, αντικαθίσταται από την υπερσύγχρονη αρχιτεκτονική της λεωφόρου Συγγρού, ολωσδιόλου ξένη προς το καβαφικό κλίμα. Παρόμοια εντύπωση δημιουργούν και οι απόψεις του σημερινού Προέδρου του Ιδρύματος, Αντώνη Παπαδημητρίου, πρωτότοκου γιου του πρώτου Προέδρου Στέλιου Παπαδημητρίου: «...σκοπεύουμε με το Αρχείο να κάνουμε κάτι πολύ σύγχρονο που θα απευθύνεται σε νέους ανθρώπους... θα είναι προσβάσιμο σε όλους... θα διαμορφώσουμε έναν ειδικό εκθεσιακό χώρο...πολύ μοντέρνο... ώστε να “ζωντανεύουν” τα ποιήματα του Καβάφη... θέλουμε να ενισχύσουμε τον διεθνή χαρακτήρα του...» Ενώ, εμφατικά δηλώνει: «Δεν θα κάνουμε ένα συνέδριο Καβάφη στο οποίο θα καλέσουμε τους πολύ γνωστούς και καλούς μελετητές του έργου του Καβάφη, αλλά κάτι που θα ανοίξει τον κόσμο προς τον ποιητή...» Πιθανώς, αν ζούσε ο πατήρ Παπαδημητρίου, το Αρχείο να μη στεγαζόταν σε αυτό το ξένο περιβάλλον. Αλεξανδρινός εκείνος, ίσως να δημιουργούσε κάποιο χώρο στο νεοκλασικό της οδού Αμαλίας. Το πιθανότερο, να μην προέβλεπε αυτό το τόσο δημοκρατικό “άνοιγμα του κόσμου προς τον ποιητή”. Παιδία να θρονιάζονται στην πολυθρόνα Του, έφηβοι να σημειώνουν στίχους στα χειρόγραφά Του, νεκρόφιλοι να πασπατεύουν τη νεκρική μάσκα Του. Μάλλον θα απέφευγε και τα εντυπωσιακά δρώμενα. Τελικά, στις εξαγγελίες του Προέδρου έρχονται να προστεθούν διορθωτικά εκείνες της υποδιευθύντριας της Στέγης. Σύμφωνα με αυτές, παραμερίζονται η δημιουργία Μουσείου Καβάφη και η έμφαση στους επετειακούς εορτασμούς. Τίθεται, επίσης, ως βασική προτεραιότητα, η προσέγγιση νεότερων ηλικιών μέσω του διαδικτύου.
Όσο για τον διεθνή χαρακτήρα του Καβάφη, μάλλον περιφρούρηση απαιτείται παρά ενίσχυση. Για παράδειγμα, υπάρχει ένα μεγάλο κομμάτι της διεθνούς κοινότητας, που θλίβεται, γιατί ο Καβάφης δεν έχει πάρει τη θέση που του αναλογεί στην Gay Literature. Γενικότερα, εκτός Ελλάδος, φαίνεται ότι πρωτοστατεί “ο ομοφυλόφιλος και διασπορικός Καβάφης”, ο οποίος και κρίνεται “πιο προσγειωμένος και επίκαιρος”. Ωστόσο, όσοι ασχολούνται με τον διεθνή χαρακτήρα του, καλό είναι να μην λησμονούν ότι υπήρξε ένας “καθαρόαιμος αισθητής”, όπως εύστοχα τον έχει χαρακτηρίσει ο Γ. Π. Σαββίδης. Ένας “εστέτ”, που είχε “την αντίληψη πως το έργο του δεν είναι (και δεν πρέπει με κανέναν τρόπο να καταντήσει) εμπορεύσιμο αγαθό”, και ότι η δημοσίευσή του “ισοδυναμεί με εκπόρνευση”. Όταν ο Καβάφης δημοσίευε το έκανε για τους “μυημένους” και τις εκδόσεις του τις ετοίμαζε για τους “happy few”.
Σε ποιον ανήκει το 2013
Όταν τα πράγματα στένευαν, ο Γ. Π. Σαββίδης στρεφόταν στους ήσσονες. Μήπως να ανακηρύξουμε το 2013 Έτος Σουρή, καθώς συμπληρώνονται 160 χρόνια από τη γέννησή του, την 1η Φεβρουαρίου 1853. Μην και “γελάσει λίγο το χειλάκι μας” με τον Ρωμηό του. “Ο ραχατλής Έλλην, απολαμβάνων αμέριμνος τον ναργιλέ του, λουστράρων τα παπούτσια του και διαβάζων την εφημερίδα του”, σκιτσαρισμένος από τον Θέμο Άννινο, πρωτοεμφανίστηκε την 2α Απριλίου 1883 στην ομώνυμη εφημερίδα, την οποία έγραφε ο Σουρής, σύμφωνα και με τον υπότιτλο. Δεν θα σιγοντάρουμε Άγγλους, Γάλλους, Γερμανούς, που βλέπουν στον σημερινό Έλληνα τον νωχελή Ρωμηό του Σουρή. Πάντως, είναι γεγονός ότι, σε εποχή οικονομικής κρίσης, όλων των ειδών τα καταστήματα κλείνουν και τα μόνα που ανοίγουν είναι καφετέριες και φαγάδικα.
Όπως κάθε χρόνο, οι επέτειοι είναι αρκετές. Οι δραστήριοι Αιτωλοακαρνάνες θα ξαναθυμηθούν τον Παλαμά και τα 70χρονα από το θάνατό του. Το ίδιο πιστεύουμε και οι Θεσσαλονικείς με την εικοσαετία από τον θάνατο του Ν. Γ. Πεντζίκη. Τα 180 από το θάνατο του Κοραή, το πιθανότερο να περάσουν εντελώς αμνημόνευτα. Όσο για την πλειάδα των άλλοτε ποτέ επιφανών, που συνέπεσε να γεννηθούν το 1883, μάλλον μόνο ο Καζαντζάκης θα περισωθεί. Ήδη, οι ομώνυμες εκδόσεις ετοίμασαν Ημερολόγιο 2013, ενώ άνοιξε έκθεση-αφιέρωμα, «130 χρόνια Νίκος Καζαντζάκης». Επειδή υπάρχει Ίδρυμα Τριανταφυλλίδη, ίσως να εορταστεί και η δική του επέτειος.
Καλός ο Καβάφης, καλός και ο Καζαντζάκης, το 2013, όμως, σύμφωνα με τις εορταζόμενες συνήθως εκατονταετηρίδες, ανήκει στον Δημήτρη Χατζή. Γεννήθηκε στα Γιάννενα την 21η Νοεμβρίου 1913 και υποθέτουμε ότι εξακολουθούν να τον εντάσσουν στους μείζονες. Σίγουρα, θα τον θυμηθούν τον Χατζή. Πρώτοι από όλους οι συντοπίτες του, οι Ηπειρώτες. Ύστερα, και κληρονόμο έχει, και εκδότη, και δυο ερίζουν, τουλάχιστον μέχρι πρόσφατα, για τη φροντίδα του έργου του. Τα επετειακά έτη, όμως, είναι δουλειά των κρατικών φορέων. Ήδη, το 2013 ανακηρύχτηκε και επίσημα Έτος Καβάφη. Αλλά και το 2011 είχε ανακηρυχτεί και μάλιστα, από νωρίς, Έτος Ελύτη, εορτάστηκε όμως ως Έτος Παπαδιαμάντη, παίρνοντας πληθωρικές διαστάσεις.
Αρκετά. Χίλιες παρά τρεις σελίδες Ex Libris είναι πολλές, πάρα πολλές. Ας μας ευχηθούμε, ωστόσο, να επιβιώσουμε του 2013. Εμείς, το Ex Libris, η Εποχή. “Χλωμό’’ το βλέπουμε, αλλά η ελπίδα, λένε, ότι πεθαίνει τελευταία.
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 30/12/2012.
Ο Γεώργιος Σουρής σε γελοιγραφικό σκίτσο του στενού του φίλου Θέμου Άννινου. «Ο Ρωμηός», που επί 35 χρόνια έγραφε και εξέδιδε ο Σουρής, αποτελεί φαινόμενο για τον ελληνικό σατυρικό Τύπο. Εβδομαδιαίο έμμετρο φύλλο «Ο Ρωμηός», η μακροβιότητα (2/4/1883 – 17/11/1918) και η τεράστια απήχησή του σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, οφειλόταν στη στιχουργική ικανότητα του Σουρή, αλλά και στο έμφυτο ταλέντο του να συλλαμβάνει το σφυγμό του μεγάλου κοινού και να προσαρμόζεται στη νοοτροπία του. Μέσα από τους διαλόγους των δύο ηρώων του, του Φασουλή και του Περικλέτου, αναδυόταν ο χαρακτήρας τού τότε μέσου Έλληνα. Μπορεί σε παραλλαγή, αλλά οι περισσότερες όψεις αυτού του χαρακτήρα μάς συνοδεύουν ως σήμερα. Μόνο που μέσα στη σημερινή σοβαροφάνεια δεν υπάρχει άξιος αντικαταστάτης του Σουρή.
Ο Δημήτρης Χατζής κλείνει ακριβώς έναν αιώνα από γεννήσεως. Είναι μάλλον απίθανο να συγκινήσει τον σημερινό Αναπληρωτή υπουργό επί θεμάτων πολιτισμού, καθώς ο γιαννιώτης συγγραφέας βρίσκεται ιδεολογικά στην απέναντι όχθη. Έτσι μένει ανάμεσα στους Ανυπεράσπιστους. Ο μόνος, που θα μπορούσε να εισηγηθεί Έτος Χατζή, είναι ο μέχρι προ ολίγων ημερών Πρόεδρος του Ε.ΚΕ.ΒΙ. και ακαδημαϊκός Θανάσης Βαλτινός. Με τις πρόσφατες, όμως, ανακατατάξεις στις λογοτεχνικές γενιές, όπως τις εισηγούνται οι νέοι κριτικοί, ανήκει πλέον στην ίδια γενιά με τον Χατζή, την πρώτη μεταπολεμική. Όπότε, ο επίζηλος τίτλος του κορυφαίου διηγηματογράφου της γενιάς του βρίσκει πρεσβύτη ανταγωνιστή. Με ισχυρό αντίπαλο τον Χατζή, η πρωτοκαθεδρία αρχίζει να κλονίζεται. Ο Χατζής, πάντως, διατηρούσε στενούς δεσμούς μέχρι τέλους με την ΕΚΟΝ Ρήγας Φεραίος. Αφορμή, λοιπόν, οι άλλοτε Ρηγάδες, που συνασπίζονται σήμερα γύρω από τον ΣΥ.ΡΙ.ΖΑ., να κηρύξουν εκείνοι Έτος Χατζή –κάτι σαν αντι-Έτος– με πρωτοστάτη τον εκ Παρισίων Νίκο Γουλανδρή. Αυτός κάτι ξέρει παραπάνω – εκτός εάν έκανε απώθηση στο ρηγάδικο παρελθόν του.