Τόμος 16ος, Νοέμβριος 2007
Περιοδική έκδοση, χωρίς προσδιορισμό της συχνότητας, που παρουσιάζει η Εταιρεία Θεσσαλικών Ερευνών. Συγκρίνοντας τους πρώτους τόμους, που τυχαίνει να γνωρίζουμε, με τον πρόσφατο, που μας εστάλη, διαφαίνονται οι αλλαγές στη συγκρότηση της ύλης, όπως, επίσης, και οι σταθερές πλεύσης. Σύμφωνα με το προλογικό σημείωμα, στους τέσσερις τελευταίους τόμους, το πρώτο μέρος συνιστά αφιέρωμα σε μέλη της Εταιρείας. Συγκεκριμένα, στους Γιάννη Σακελλίων, Κίτσο Μακρή, Μένιο Μουρτζόπουλο και Νίκο Κολοβό. Με πολυσέλιδο αφιέρωμα στον τελευταίο από αυτούς ανοίγει ο πρόσφατος τόμος. Στον Νίκο Κολοβό, που πέθανε στις 12 Αυγούστου 2005, ενώ, αν προλάβαινε, θα γιόρταζε εφέτος τα εβδομήντα του. Γέννημα θρέμμα του Βόλου, δικηγόρος το επάγγελμα, σκιαγραφείται από τους συμμετέχοντες στο αφιέρωμα ως πολύπλευρη προσωπικότητα. Ευρύτερα γνωστός έγινε ως κινηματογραφικός κριτικός και μελετητής. Σύμφωνα με τον Γιάννη Μουγογιάννη, η ενασχόλησή του με τον κινηματογράφο ξεκίνησε το 1960, ιδρυτικό μέλος της Κινηματογραφικής Λέσχης Βόλου, της οποίας χρημάτισε και πρόεδρος, χωρίς να προσδιορίζεται σε ποια ακριβώς περίοδο. Άλλωστε λείπει ένα βιογραφικό, ό,τι πολυτιμότερο μπορεί να προσφέρει ένα αφιέρωμα. Γιατί, καλές οι "αγιογραφίες", αλλά για να εκτιμήσουν οι αναγνώστες το εύρος ενός έργου, πρέπει οι γνωρίζοντες να παρέχουν τα ικανά και αναγκαία τεκμήρια. Πάντως, κριτικές του διαβάζαμε, επί σειρά ετών, και σε αθηναϊκές εφημερίδες και περιοδικά. Επίσης, δίνεται η πληροφορία πως, εντός της δεκαετίας του 1990, εκπόνησε διδακτορική διατριβή, με θέμα, "Ο κινηματογράφος ως ΜΜΕ και τέχνη στο τέλος του εικοστού αιώνα". Αξιομνημόνευτες και οι μεταφραστικές επιδόσεις του, με βιβλία κοινωνιολογίας και φιλοσοφίας, από τις εκδόσεις "Πύλη", κατά τη δεκαετία του 1970. Μάλιστα, οι εισαγωγές του σε κάποια από αυτά συνιστούν αυτόνομα δοκίμια, όπως το κείμενό του στο βιβλίο του Βίλχελμ Ράϊχ "Ο Φρόϋντ κι εγώ". Μια διαφορετική όψη του βίου και του έργου του δείχνει ο Κώστας Λιάπης. Την αγάπη του Κολοβού για την πεζοπορία και τη συνεχή επίδοσή του στην ταξιδιωτική γραφή. Δυστυχώς, όπως φαίνεται, τα κείμενά του μένουν σκόρπια στις θεσσαλικές εφημερίδες και, εν τέλει, δυσεύρετα, όπως εκείνο το κείμενό του για τον Παπαδιαμάντη, δημοσιευμένο πριν κοντά μισό αιώνα.
Στο δεύτερο μέρος του τόμου, δημοσιεύονται δώδεκα μελέτες διαφορετικής θεματικής, προτάσσοντας την αρχαία Δημητριάδα. Ορισμένες μελέτες εντρυφούν στην τοπική ιστορία, όπως η σκιαγράφηση της προσωπικότητας του βολιώτη γιατρού και διανοούμενου Δημητρίου Σαράτση και η ιστορία του Πτωχοκομείου Βόλου. Μεταξύ άλλων προβλέπονται και τρεις μελέτες που άπτονται της λογοτεχνίας. Η πρώτη του Μιλτιάδη Δ. Πολυβίου αφορά τον σκοπελίτη λόγιο και ποιητή του 18ου αιώνα, Κωνσταντίνο Δαπόντε, μετονομασθέντα μετά την κουρά του σε Καισάριο, ο οποίος γεννήθηκε το 1713 και πέθανε το 1784. Περίπου έναν αιώνα μετά το θάνατό του, όταν ο Λεγκράν επανέκδωσε τις "Δακικές Εφημερίδες", ένα από τα σημαντικότερα έργα του, ο πληθωρικός λόγιος άρχισε να απασχολεί τους ερευνητές. Κατά την τελευταία, μάλιστα, δεκαπενταετία του 20ου αιώνα, επανεκδόθηκαν ορισμένα βιβλία του και δημοσιεύθηκαν μελέτες γύρω από το έργο του. Μεταξύ αυτών, το 1992, η πρώτη μελέτη του Πολυβίου, ο οποίος επανέρχεται τώρα με καινούργια ερευνητικά στοιχεία. Ωστόσο, απορούμε πως και λησμόνησε να μνημονεύσει, έστω και στις υποσελίδιες σημειώσεις του, τον Γ. Π. Σαββίδη, που, με τις επανεκδόσεις των βιβλίων του Δαπόντε, πιστεύουμε πως τον κατέστησε γνωστό σε ένα ευρύτερο αναγνωστικό κοινό. Θυμίζουμε το θαυμάσιο βιβλίο, "Κανών περιεκτικός πολλών εξαιρέτων πραγμάτων", που επανεξέδωσε το 1991, το "Η θυσία του Ιεφθάε και Ιστορία Σωσάννης", το 1993, και ακόμη, τον "Κήπο Χαρίτων" το 1995, το οποίο ανεξάρτητα επανεξέδωσε, δυο χρόνια αργότερα, και ο Άλκης Αγγέλου, στον οποίο και παραπέμπει ο Πολυβίου. Από μιας αρχής, οι έρευνες του Πολυβίου επικεντρώνονται στη σχέση του Δαπόντε με τη Μονή Ξηροποτάμου του Αγίου 1/4ρους, όπου ο Σκοπελίτης πρωτοπήγε το 1757, για την ανοικοδόμηση του Καθολικού της ανέλαβε περιοδεία ζητείας, σε αυτήν μόνασε από το 1765 έως το 1778 και εκεί πέθανε. 1/4μως ο Δαπόντε δεν αρκέστηκε στην εξεύρεση των αναγκαίων πόρων για την ανοικοδόμηση του Καθολικού της, αλλά πρωτοστάτησε και στην αγιογράφησή του, εμπλουτίζοντας τον γνωστό εικονογραφικό κύκλο με τις μορφές νεομαρτύρων. 1/4πως αποδεικνύεται, το μαρτυρολόγιο με 34 βίους, που εντοπίστηκε σε ρωσικό κώδικα, είναι ένα ακόμη δικό του έργο.
Από τον 18ο αιώνα, η επόμενη μελέτη του Γεωργίου Κοντομήτρου μας φέρνει στο 1921, όταν ο εκπαιδευτικός Παναγιώτης Παναγόπουλος δημοσίευσε δύο κείμενα "Ο Σολομός στο Πήλιον" και "Ζηλευτή αμάθεια", και τα δυο ταξιδιωτικά ποιητικής πνοής στο Πήλιο. 1/4μως, την κυρίως λογοτεχνική συμβολή του τόμου την καταθέτει η πρόεδρος της Εταιρείας, Μηλίτσα Ζαρλή-Καραθάνου, αναψηλαφώντας το ποίημα του Σεφέρη, "PIAZZA SAN NICOLO", ακριβέστερα τη σχέση ποιήματος και ποιητή με την πόλη του Βόλου και την πλατεία του Αγίου Νικολάου. Το ποίημα φέρει τον χρονοτοπικό προσδιορισμό, "Πήλιο-Κοριτσά, καλοκαίρι-φθινόπωρο '37", όταν ο έρωτας του ποιητή για την Μαρώ δοκιμαζόταν και μια άλλη γυναίκα έκανε ένα φευγαλέο πέρασμα από τη ζωή του. Η μελετήτρια επιχειρεί μια καινούργια ανάγνωση του ποιήματος, βασιζόμενη στο προ τριετίας άρθρο του βολιώτη ποιητή και βιβλιογράφου Γιώργου Α. Παναγιώτου, που είχε την θαυμάσια, αν και εκ των υστέρων προφανή, ιδέα να διακρίνει πίσω από το ποίημα τον Τζιόρτζιο ντε Κίρικο και τον ομότιτλο πίνακά του. Τέλος, μια παρατήρηση, μπορεί δευτερεύουσας σημασίας, όμως, αφορά γενικότερα τις μελέτες νεότερων γύρω από τον Σεφέρη. Στις παραπομπές τους ανακηρύσσουν σε ευαγγέλιο την βιογραφία Σεφέρη από τον Ρόντρικ Μπήτον, υποκαθιστώντας τις πρωτογενείς πηγές. Στην προκειμένη περίπτωση, η αλληλογραφία Σεφέρη-Γιώργου Αποστολίδη έχει εκδοθεί, οπότε περιττεύει η δια της παρακαμπτηρίου παραπομπή στη βιογραφία.
Συμπερασματικά, είναι δυσάρεστο αξιόλογες τοπικές εκδόσεις μόνο παρ' ελπίδα να φθάνουν στο αθηναϊκό άστυ.
Μάρη Θεοδοσοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου