«Παραμύθι χωρίς όνομα»
Επίμετρο: Μαρίζα Ντεκάστρο
Χρονολόγιο: Αλ. Π. Ζάννας
Εκδόσεις: Βιβλιοπωλείον
της Εστίας Ιούλιος 2010
Σε αντίθεση με τους σημερινούς συγγραφείς παιδικών βιβλίων, η Πηνελόπη Δέλτα, παρόλο που έγραψε για χρόνια “παιδικές σελίδες”, όπως η ίδια αποκαλούσε κάποια από τα βιβλία της, δεν θα χαρακτηριζόταν πολυγράφος. Δώδεκα βιβλία όλα κι όλα, εξέδωσε· μυθιστορήματα, διηγήματα και τρεις μελέτες. Όταν πέθανε, στις 2 Μαΐου 1941, σε ηλικία 67 ετών, άφησε στο αρχείο της, εκτός από ημερολόγια και επιστολές, και τρία έτοιμα βιβλία. Συστηματικά θα πρέπει να άρχισε να γράφει κάπου στα μέσα του 1908, όταν επέστρεψε οριστικά στο σύζυγο και τις τρεις κόρες της, που εκείνη την εποχή κατοικούσαν στην Φρανκφούρτη. Ο Στέφανος Δέλτα είχε επεκτείνει στην Κεντρική Ευρώπη τις εμπορικές δραστηριότητες του οίκου εμπορίας βάμβακος Χωρέμη-Μπενάκη, του οποίου είχε γίνει με το γάμο του βασικό στέλεχος. Θυμίζουμε ότι η Πηνελόπη, κόρη του Εμμανουήλ Μπενάκη και της Βιργινίας Χωρέμη, είχε παντρευτεί τον Δέλτα από συνοικέσιο στα 21 της και μέχρι τα 26 της είχε αποκτήσει τις τρεις κόρες της, προδιαγράφοντας ουσιαστικά τα του βίου της. Η οικογένεια έμεινε στην Φρανκφούρτη μέχρι τους Βαλκανικούς Πολέμους. Τότε έκλεισε το γραφείο της Κεντρικής Ευρώπης και ο Δέλτα επέστρεψε στα Κεντρικά στην Αλεξάνδρεια. Στην Φρανκφούρτη, η Δέλτα έγραψε τα τρία πρώτα της βιβλία: «Για την πατρίδα», «Παραμύθι χωρίς όνομα», «Τον καιρό του Βουλγαροκτόνου». Τα τύπωσε στο τυπογραφείο του Γ. Σ. Βελώνη στο Λονδίνο. Αντιστοιχούν ένα ανά έτος, 1909-1910-1911, όπως έκανε και τις κόρες της.
Το δεύτερο βιβλίο της Δέλτα, το «Παραμύθι χωρίς όνομα», επανεκδόθηκε εφέτος, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από την πρώτη του έκδοση. Πρόκειται για την 25η μονοτονική έκδοση, μετρώντας από την πρώτη μονοτονική του 1992. Μέχρι τότε είχαν κυκλοφορήσει 27 εκδόσεις σε πολυτονικό. Από την πέμπτη έκδοση και μετά, από τον εκδοτικό οίκο της Εστίας, με εικονογράφηση της Μαρίας Παπαρηγοπούλου. Στην ενδιάμεση σχεδόν εικοσαετία, κυκλοφόρησαν μόλις δυο πρόσθετες εκδόσεις σε πολυτονικό. Θυμίζουμε ότι το 1991, με τη συμπλήρωση πεντηκονταετίας από το θάνατό της και την αποδέσμευση των δικαιωμάτων, είχε γεμίσει η αγορά με βιβλία της, που εξέδιδαν εκ του προχείρου και βεβαίως, σε μονοτονικό, πλείστοι όσοι εκδοτικοί οίκοι. Η πλημμυρίδα, ευτυχώς, ανακόπηκε με την αλλαγή του νόμου και τη μετάθεση του ορίου των δικαιωμάτων στην εβδομηκονταετία. Ωστόσο, ο εκδοτικός οίκος της Εστίας εγκαινίασε κι αυτός το μονοτονικό και εφέτος, εν όψει της προσεχούς αποδέσμευσης, το 2011, και της επερχόμενης πλημμυρίδας, αν υποθέσουμε ότι θα εκδηλωθεί και πάλι το ίδιο εκδοτικό ενδιαφέρον, προτείνει συμπληρωμένες μονοτονικές εκδόσεις, με επίμετρο και χρονολόγιο. Εντός του 2010 κυκλοφόρησαν: «Η ζωή του Χριστού», που είχε πρωτοεκδοθεί το 1925, με επίμετρο Τερέζας Πεσμαζόγλου, ο «Μάγκας» του 1935, με επίμετρο Βασίλη Πεσμαζόγλου και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», το οποίο κρίθηκε, όπως φαίνεται, ως αμιγώς παιδικό και το επίμετρο ανατέθηκε στην Μαρίζα Ντεκάστρο, ειδικευμένη στο παιδικό βιβλίο.
Κατ’ εξαίρεση, η εκατονταετηρίδα αυτού του βιβλίου εορτάστηκε. Πρώτον, με την επανέκδοση, ενώ η περσινή εκατονταετηρίδα του πρώτου βιβλίου της Δέλτα δεν έτυχε αντίστοιχης επανέκδοσης. Και δεύτερον, με το ανέβασμά του στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Ένα μεγάλο μέρος από αυτές τις τιμές τις οφείλει στον τίτλο του. Πώς να προκόψει, την σήμερον, το πρώτο της βιβλίο, τιτλοφορούμενο «Για την πατρίδα», όταν οι σημερινοί συγγραφείς και λοιποί στο χώρο του βιβλίου φοβούνται ακόμη και να αναφέρουν τη λέξη πατρίδα, όχι να την βάλουν σε τίτλο βιβλίου. Κι αυτό, παρότι, εσχάτως, οι πολιτικοί άνδρες την πιπιλίζουν σαν καραμέλα. Πάντως, την μακράν επιβίωση του συγκεκριμένου βιβλίου την είχε προφητέψει ο Αλέξανδρος Δελμούζος, τότε που αγωνιζόταν να στήσει στο Βόλο το «Ανώτερον Δημοτικόν Παρθεναγωγείον». “Σεβαστή μου Κυρία Δέλτα”, της έγραφε στις 14 Δεκεμβρίου 1910, ο τίτλος είναι πολύ επιτυχημένος. “Γιατί, αν και το θέμα του είναι παρμένο από τη ζωή μας και για τη ζωή μας, μόλα ταύτα έχει τόση γενικότητα, ώστε κάθε πεσμένος λαός θα το πάρει για δικό του”. Ως “πεσμένος λαός” φαίνεται ότι νιώθουν οι σημερινοί Έλληνες με τις τρέχουσες συνθήκες και το θυμήθηκαν. Όπως κάθε έργο, έτσι και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», απαιτούσε, για τις ανάγκες μιας σύγχρονης παράστασης, διασκευή, όχι, όμως, και να του αλλάξουνε τα φώτα.
Το αλληγορικό παραμύθι της Δέλτα τοποθετείται στο Βασίλειο των Μοιρολατρών. Μετά το θάνατο του Βασιλιά Συνετού Α΄ ανέλαβε ο γιος του, ο Βασιλιάς Αστόχαστος, με σύζυγο την Βασίλισσα Παλάβω και κόρες, την Πικρόχολη, την Ζηλιώ και την μικρή Ειρήνη. Ο γιος του δεν ονοματίζεται, είναι το Βασιλόπουλο, που στο τέλος, θα γίνει ο Βασιλιάς Συνετός Β΄. Παρεμπιπτόντως, η Δέλτα έχει επινοήσει ονόματα δηλωτικά του χαρακτήρα των ηρώων. Για τις δυο κακές αδελφές, αρχικά, είχε διαλέξει το Οκνήρω και Πονήρω, που, όμως, δεν άρεσαν στον Μανόλη Τριανταφυλλίδη, σύμβουλό της, μαζί με τον Αργύρη Εφταλιώτη, στα πρώτα συγγραφικά της εγχειρήματα. Επί της βασιλείας του Αστόχαστου διαδραματίζεται η ιστορία, όταν η πόλη είναι ερειπωμένη και η γύρω πεδιάδα ακαλλιέργητη. Όμως, “τα πυκνά δάση έμεναν στη θέση τους, ξεχασμένα και αδούλευτα, κρύβοντας κάτω από το φουντωμένο τους φύλλωμα ολόκληρον κόσμο πεταλούδες, μαμούνια και μέλισσες, που χαίρονταν ανενόχλητα τα μυρωδάτα αγριολούλουδα”. Εκεί έστειλε το Βασιλόπουλο η Γνώση, που παρουσιάστηκε στο δρόμο του με τη μορφή κοπέλας. Του είπε: “Άκουσε τι θα σου πουν τα πουλιά και τα δέντρα και τα λουλούδια και τα έντομα. Να ήξερες εκεί πόσες αλήθειες μαθαίνει κανείς, πόσα παραδείγματα βρίσκει…” Και πράγματι, από το δάσος πήρε το Βασιλόπουλο τα πρώτα μαθήματα για την αναγέννηση της χώρας του. Παρεμπιπτόντως, να θυμίσουμε ότι και στο αναγνωστικό, «Τα Ψηλά βουνά», που εξέδωσε, το 1918, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ο δάσκαλος, στο ύπαιθρο, πηγαίνει τα παιδιά για μάθημα.
Κατά τη διασκευή, το Βασίλειο της Μοιρολατρίας παρουσιάζεται ως απομεινάρι μιας μελλοντολογικής καταστροφής, με τα δέντρα καμένα και τσεκουρεμένα. Αυτό γίνεται, λέει, για να προσαρμοστεί το έργο στις προσλαμβάνουσες των σημερινών παιδιών, που προέκυψαν από τον κινηματογράφο ή και τα καμένα της Αττικής και της λοιπής χώρας. Τα δέντρα, πάντως, τα υποδύονται ηθοποιοί, οι οποίοι και αφηγούνται τα περασμένα τους μεγαλεία, όταν φούντωναν και λουλούδιαζαν. Αυτό το θεατρικό εύρημα στοχεύει, λέει, να δώσει το απαραίτητο οικολογικό μήνυμα. Παραπλησίως, αντικατέστησαν τη σκηνή που η Γνώση συμβουλεύει το Βασιλόπουλο με μια παράσταση κουκλοθέατρου, καθόσον το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα δεν ανέχεται ούτε υποψία διδακτισμού. Και βεβαίως, ούτε την παραμικρή χροιά πατριωτικών αισθημάτων. Γι’ αυτό και το Βασιλόπουλο πρέπει να δίνει την εντύπωση ενός νέου που αγωνίζεται, κάτι σαν Δον Κιχώτης. Επ’ ουδενί λόγω, “μια δυνατή ψυχή που μπορεί να τραβήξει πίσω της το πιο αποχαυνωμένο κοπάδι, φθάνει να πιστεύει και να το θέλει η ψυχή αυτή”.
Απορούμε, όταν απορρίπτονται οι απόψεις, στις οποίες στηρίχτηκε ο συγγραφέας γράφοντας το έργο του, όταν απαλείφεται ολοσχερώς το ιστορικό και μαζί, το ιδεολογικό στίγμα του έργου, ως προς τι το ανέβασμά του; Μόνο και μόνο για να λειτουργήσει ως κράχτης σε γονείς, κηδεμόνες και διδακτικό προσωπικό το όνομα μιας Πηνελόπης Δέλτα; Αντί να βασανίζονται αποδεδειγμένα ταλαντούχοι συγγραφείς με διασκευές, γιατί δεν γράφουν καινούρια αλληγορικά παραμύθια, σύμφωνα με τις δικές τους παιδαγωγικές απόψεις. Η Δέλτα, τους “στοχασμούς περί της ανατροφής των παιδιών” τους δημοσίευσε νωρίς. Ήδη, από το 1911, στο «Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου». Όμως, η παιδαγωγική, όπως άλλωστε, όλες οι επιστήμες, πορεύεται με μοντέλα, και το μοντέλο της γενιάς της Δέλτα έχει προ πολλού απορριφθεί ως αναχρονιστικό.
Όπως και να έχει, το ιστορικό στίγμα του «Παραμυθιού χωρίς όνομα» έχει το ενδιαφέρον του. Στις αναμνήσεις της, η Δέλτα εξομολογείται ότι “ζωγραφίζει στο πρόσωπο του αγοριού αρχηγού τον Νεοέλληνα που θα έσωζε τον τόπο”. Στο επίμετρο η Ντεκάστρο υποπτεύεται ότι η Δέλτα αναφέρεται στον Ελευθέριο Βενιζέλο, αποφθέγγεται, όμως, ότι κρυμμένος στο Βασιλόπουλο είναι ο αγαπημένος της Ίων Δραγούμης. Κατ’ ουσίαν, όλη αυτή η μεσσιανική πνοή πηγάζει από τον ατυχή πόλεμο του ’97. Ωστόσο, μένει ανοιχτό τι μπορεί να σημαίνει για την Δέλτα “η σωτηρία του τόπου” στα τέλη του 1909 και τους πρώτους μήνες του 1910, εποχή που το γράφει. Θυμίζουμε ότι τη νύχτα της 14ης προς την 15η Αυγούστου 1909 εκδηλώθηκε το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί. Ενώ, στις 28 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, κατόπιν προσκλήσεως του Στρατιωτικού Συνδέσμου, ήρθε ο Βενιζέλος στην Αθήνα. Στις 8 Αυγούστου 1910 έγιναν εκλογές για Αναθεωρητική Βουλή. Το βιβλίο θα πρέπει να τυπώθηκε εκείνο τον Σεπτέμβριο, γιατί, στις 9 Οκτωβρίου, γράφει στον Δελμούζο: “…Σας στέλνω σήμερα ένα τόμο του καινούριου βιβλίου που τυπώθηκε τελευταίως, «Παραμύθι χωρίς Όνομα». Δεν σας στέλνω περισσότερα, γιατί δεν τα εκδίδω· σαν το διαβάσετε θα καταλάβετε, ίσως, γιατί κάθονται στην αποθήκη χίλιοι τόμοι αντί να πουληθούν: μου λένε πολλοί πως θα παρεξηγηθώ, πως θα το πάρει ο κόσμος για αντιβασιλικό, πράμα που δε σκέφθηκα σαν το έγραψα. Και τώρα δεν είναι οι περιστάσεις για αντιβασιλικά βιβλία, δεν μπορούν παρά κακό να κάμουν…” Ο Δελμούζος της απαντά με καθυστέρηση, στις 14 Δεκεμβρίου, ενθουσιασμένος με το βιβλίο, αλλά και παρατηρώντας επιγραμματικά: “…το βιβλίο Σας είναι αντιΓεωργικώτατο και μαζί φιλοβασιλικώτατο… Υποθέτω… πως αν βγει έξω, θα κατασχεθεί…” Ενδιαμέσως, στις 28 Νοεμβρίου, έγιναν εκλογές, δίνοντας απόλυτη πλειοψηφία στο Κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου. Το βιβλίο, πάντως, θα πρέπει να κυκλοφόρησε αρχές Δεκεμβρίου γιατί, στις 16 Δεκεμβρίου, ο Βλάσης Γαβριηλίδης παρατηρεί στην εφημερίδα «Ακρόπολις» σκωπτικά ότι δεν πιστεύει πως ο Βασιλεύς Αστόχαστος συμβολίζει τον Βασιλέα Γεώργιο, ο οποίος, δόξα σοι ο Θεός, δεν πεινάει. Και προσθέτει: “Οπωσδήποτε το Βασίλειον του Παραμυθιού συμβολίζει την Ελλάδα. Και το Βασιλόπουλο είναι η Επανάστασις…”
Τελειώνοντας, ας σημειώσουμε ότι ο Παλαμάς, Ιούλιο του 1910, που διαβάζει το χειρόγραφο, αισιοδοξεί: “Το «Παραμύθι χωρίς όνομα», καθώς το διάβασα τις μέρες τούτες των εθνικών κατακεφαλιών που τρώμε, από δω κι από κει, από φίλους και οχτρούς, και διώχτες και προστάτες, έχει κάτι τι το προφητικό”. Είθε να εμφυσήσει και στους νέους αναγνώστες την ίδια αισιόδοξη διάθεση. Θυμίζουμε ότι η αρχική εικονογράφηση και το αρχικό εξώφυλλο, ρομαντικής πνοής, ήταν του συριανού ζωγράφου Δημήτρη Κωνσταντινίδη.
Φωτο: Άγγελος Αντωνόπουλος, «Προθήκη . Από την ομαδική έκθεση ζωγραφικής με θέμα «Ήταν κάποτε η Πηνελόπη Δέλτα...», που οργάνωσε το Κολλέγιο Αθηνών το 2006.
Το δεύτερο βιβλίο της Δέλτα, το «Παραμύθι χωρίς όνομα», επανεκδόθηκε εφέτος, με τη συμπλήρωση εκατό χρόνων από την πρώτη του έκδοση. Πρόκειται για την 25η μονοτονική έκδοση, μετρώντας από την πρώτη μονοτονική του 1992. Μέχρι τότε είχαν κυκλοφορήσει 27 εκδόσεις σε πολυτονικό. Από την πέμπτη έκδοση και μετά, από τον εκδοτικό οίκο της Εστίας, με εικονογράφηση της Μαρίας Παπαρηγοπούλου. Στην ενδιάμεση σχεδόν εικοσαετία, κυκλοφόρησαν μόλις δυο πρόσθετες εκδόσεις σε πολυτονικό. Θυμίζουμε ότι το 1991, με τη συμπλήρωση πεντηκονταετίας από το θάνατό της και την αποδέσμευση των δικαιωμάτων, είχε γεμίσει η αγορά με βιβλία της, που εξέδιδαν εκ του προχείρου και βεβαίως, σε μονοτονικό, πλείστοι όσοι εκδοτικοί οίκοι. Η πλημμυρίδα, ευτυχώς, ανακόπηκε με την αλλαγή του νόμου και τη μετάθεση του ορίου των δικαιωμάτων στην εβδομηκονταετία. Ωστόσο, ο εκδοτικός οίκος της Εστίας εγκαινίασε κι αυτός το μονοτονικό και εφέτος, εν όψει της προσεχούς αποδέσμευσης, το 2011, και της επερχόμενης πλημμυρίδας, αν υποθέσουμε ότι θα εκδηλωθεί και πάλι το ίδιο εκδοτικό ενδιαφέρον, προτείνει συμπληρωμένες μονοτονικές εκδόσεις, με επίμετρο και χρονολόγιο. Εντός του 2010 κυκλοφόρησαν: «Η ζωή του Χριστού», που είχε πρωτοεκδοθεί το 1925, με επίμετρο Τερέζας Πεσμαζόγλου, ο «Μάγκας» του 1935, με επίμετρο Βασίλη Πεσμαζόγλου και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», το οποίο κρίθηκε, όπως φαίνεται, ως αμιγώς παιδικό και το επίμετρο ανατέθηκε στην Μαρίζα Ντεκάστρο, ειδικευμένη στο παιδικό βιβλίο.
Κατ’ εξαίρεση, η εκατονταετηρίδα αυτού του βιβλίου εορτάστηκε. Πρώτον, με την επανέκδοση, ενώ η περσινή εκατονταετηρίδα του πρώτου βιβλίου της Δέλτα δεν έτυχε αντίστοιχης επανέκδοσης. Και δεύτερον, με το ανέβασμά του στην Παιδική Σκηνή του Εθνικού Θεάτρου. Ένα μεγάλο μέρος από αυτές τις τιμές τις οφείλει στον τίτλο του. Πώς να προκόψει, την σήμερον, το πρώτο της βιβλίο, τιτλοφορούμενο «Για την πατρίδα», όταν οι σημερινοί συγγραφείς και λοιποί στο χώρο του βιβλίου φοβούνται ακόμη και να αναφέρουν τη λέξη πατρίδα, όχι να την βάλουν σε τίτλο βιβλίου. Κι αυτό, παρότι, εσχάτως, οι πολιτικοί άνδρες την πιπιλίζουν σαν καραμέλα. Πάντως, την μακράν επιβίωση του συγκεκριμένου βιβλίου την είχε προφητέψει ο Αλέξανδρος Δελμούζος, τότε που αγωνιζόταν να στήσει στο Βόλο το «Ανώτερον Δημοτικόν Παρθεναγωγείον». “Σεβαστή μου Κυρία Δέλτα”, της έγραφε στις 14 Δεκεμβρίου 1910, ο τίτλος είναι πολύ επιτυχημένος. “Γιατί, αν και το θέμα του είναι παρμένο από τη ζωή μας και για τη ζωή μας, μόλα ταύτα έχει τόση γενικότητα, ώστε κάθε πεσμένος λαός θα το πάρει για δικό του”. Ως “πεσμένος λαός” φαίνεται ότι νιώθουν οι σημερινοί Έλληνες με τις τρέχουσες συνθήκες και το θυμήθηκαν. Όπως κάθε έργο, έτσι και το «Παραμύθι χωρίς όνομα», απαιτούσε, για τις ανάγκες μιας σύγχρονης παράστασης, διασκευή, όχι, όμως, και να του αλλάξουνε τα φώτα.
Το αλληγορικό παραμύθι της Δέλτα τοποθετείται στο Βασίλειο των Μοιρολατρών. Μετά το θάνατο του Βασιλιά Συνετού Α΄ ανέλαβε ο γιος του, ο Βασιλιάς Αστόχαστος, με σύζυγο την Βασίλισσα Παλάβω και κόρες, την Πικρόχολη, την Ζηλιώ και την μικρή Ειρήνη. Ο γιος του δεν ονοματίζεται, είναι το Βασιλόπουλο, που στο τέλος, θα γίνει ο Βασιλιάς Συνετός Β΄. Παρεμπιπτόντως, η Δέλτα έχει επινοήσει ονόματα δηλωτικά του χαρακτήρα των ηρώων. Για τις δυο κακές αδελφές, αρχικά, είχε διαλέξει το Οκνήρω και Πονήρω, που, όμως, δεν άρεσαν στον Μανόλη Τριανταφυλλίδη, σύμβουλό της, μαζί με τον Αργύρη Εφταλιώτη, στα πρώτα συγγραφικά της εγχειρήματα. Επί της βασιλείας του Αστόχαστου διαδραματίζεται η ιστορία, όταν η πόλη είναι ερειπωμένη και η γύρω πεδιάδα ακαλλιέργητη. Όμως, “τα πυκνά δάση έμεναν στη θέση τους, ξεχασμένα και αδούλευτα, κρύβοντας κάτω από το φουντωμένο τους φύλλωμα ολόκληρον κόσμο πεταλούδες, μαμούνια και μέλισσες, που χαίρονταν ανενόχλητα τα μυρωδάτα αγριολούλουδα”. Εκεί έστειλε το Βασιλόπουλο η Γνώση, που παρουσιάστηκε στο δρόμο του με τη μορφή κοπέλας. Του είπε: “Άκουσε τι θα σου πουν τα πουλιά και τα δέντρα και τα λουλούδια και τα έντομα. Να ήξερες εκεί πόσες αλήθειες μαθαίνει κανείς, πόσα παραδείγματα βρίσκει…” Και πράγματι, από το δάσος πήρε το Βασιλόπουλο τα πρώτα μαθήματα για την αναγέννηση της χώρας του. Παρεμπιπτόντως, να θυμίσουμε ότι και στο αναγνωστικό, «Τα Ψηλά βουνά», που εξέδωσε, το 1918, ο Ζαχαρίας Παπαντωνίου, ο δάσκαλος, στο ύπαιθρο, πηγαίνει τα παιδιά για μάθημα.
Κατά τη διασκευή, το Βασίλειο της Μοιρολατρίας παρουσιάζεται ως απομεινάρι μιας μελλοντολογικής καταστροφής, με τα δέντρα καμένα και τσεκουρεμένα. Αυτό γίνεται, λέει, για να προσαρμοστεί το έργο στις προσλαμβάνουσες των σημερινών παιδιών, που προέκυψαν από τον κινηματογράφο ή και τα καμένα της Αττικής και της λοιπής χώρας. Τα δέντρα, πάντως, τα υποδύονται ηθοποιοί, οι οποίοι και αφηγούνται τα περασμένα τους μεγαλεία, όταν φούντωναν και λουλούδιαζαν. Αυτό το θεατρικό εύρημα στοχεύει, λέει, να δώσει το απαραίτητο οικολογικό μήνυμα. Παραπλησίως, αντικατέστησαν τη σκηνή που η Γνώση συμβουλεύει το Βασιλόπουλο με μια παράσταση κουκλοθέατρου, καθόσον το σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα δεν ανέχεται ούτε υποψία διδακτισμού. Και βεβαίως, ούτε την παραμικρή χροιά πατριωτικών αισθημάτων. Γι’ αυτό και το Βασιλόπουλο πρέπει να δίνει την εντύπωση ενός νέου που αγωνίζεται, κάτι σαν Δον Κιχώτης. Επ’ ουδενί λόγω, “μια δυνατή ψυχή που μπορεί να τραβήξει πίσω της το πιο αποχαυνωμένο κοπάδι, φθάνει να πιστεύει και να το θέλει η ψυχή αυτή”.
Απορούμε, όταν απορρίπτονται οι απόψεις, στις οποίες στηρίχτηκε ο συγγραφέας γράφοντας το έργο του, όταν απαλείφεται ολοσχερώς το ιστορικό και μαζί, το ιδεολογικό στίγμα του έργου, ως προς τι το ανέβασμά του; Μόνο και μόνο για να λειτουργήσει ως κράχτης σε γονείς, κηδεμόνες και διδακτικό προσωπικό το όνομα μιας Πηνελόπης Δέλτα; Αντί να βασανίζονται αποδεδειγμένα ταλαντούχοι συγγραφείς με διασκευές, γιατί δεν γράφουν καινούρια αλληγορικά παραμύθια, σύμφωνα με τις δικές τους παιδαγωγικές απόψεις. Η Δέλτα, τους “στοχασμούς περί της ανατροφής των παιδιών” τους δημοσίευσε νωρίς. Ήδη, από το 1911, στο «Δελτίο του Εκπαιδευτικού Ομίλου». Όμως, η παιδαγωγική, όπως άλλωστε, όλες οι επιστήμες, πορεύεται με μοντέλα, και το μοντέλο της γενιάς της Δέλτα έχει προ πολλού απορριφθεί ως αναχρονιστικό.
Όπως και να έχει, το ιστορικό στίγμα του «Παραμυθιού χωρίς όνομα» έχει το ενδιαφέρον του. Στις αναμνήσεις της, η Δέλτα εξομολογείται ότι “ζωγραφίζει στο πρόσωπο του αγοριού αρχηγού τον Νεοέλληνα που θα έσωζε τον τόπο”. Στο επίμετρο η Ντεκάστρο υποπτεύεται ότι η Δέλτα αναφέρεται στον Ελευθέριο Βενιζέλο, αποφθέγγεται, όμως, ότι κρυμμένος στο Βασιλόπουλο είναι ο αγαπημένος της Ίων Δραγούμης. Κατ’ ουσίαν, όλη αυτή η μεσσιανική πνοή πηγάζει από τον ατυχή πόλεμο του ’97. Ωστόσο, μένει ανοιχτό τι μπορεί να σημαίνει για την Δέλτα “η σωτηρία του τόπου” στα τέλη του 1909 και τους πρώτους μήνες του 1910, εποχή που το γράφει. Θυμίζουμε ότι τη νύχτα της 14ης προς την 15η Αυγούστου 1909 εκδηλώθηκε το στρατιωτικό κίνημα στο Γουδί. Ενώ, στις 28 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, κατόπιν προσκλήσεως του Στρατιωτικού Συνδέσμου, ήρθε ο Βενιζέλος στην Αθήνα. Στις 8 Αυγούστου 1910 έγιναν εκλογές για Αναθεωρητική Βουλή. Το βιβλίο θα πρέπει να τυπώθηκε εκείνο τον Σεπτέμβριο, γιατί, στις 9 Οκτωβρίου, γράφει στον Δελμούζο: “…Σας στέλνω σήμερα ένα τόμο του καινούριου βιβλίου που τυπώθηκε τελευταίως, «Παραμύθι χωρίς Όνομα». Δεν σας στέλνω περισσότερα, γιατί δεν τα εκδίδω· σαν το διαβάσετε θα καταλάβετε, ίσως, γιατί κάθονται στην αποθήκη χίλιοι τόμοι αντί να πουληθούν: μου λένε πολλοί πως θα παρεξηγηθώ, πως θα το πάρει ο κόσμος για αντιβασιλικό, πράμα που δε σκέφθηκα σαν το έγραψα. Και τώρα δεν είναι οι περιστάσεις για αντιβασιλικά βιβλία, δεν μπορούν παρά κακό να κάμουν…” Ο Δελμούζος της απαντά με καθυστέρηση, στις 14 Δεκεμβρίου, ενθουσιασμένος με το βιβλίο, αλλά και παρατηρώντας επιγραμματικά: “…το βιβλίο Σας είναι αντιΓεωργικώτατο και μαζί φιλοβασιλικώτατο… Υποθέτω… πως αν βγει έξω, θα κατασχεθεί…” Ενδιαμέσως, στις 28 Νοεμβρίου, έγιναν εκλογές, δίνοντας απόλυτη πλειοψηφία στο Κόμμα των Φιλελευθέρων του Βενιζέλου. Το βιβλίο, πάντως, θα πρέπει να κυκλοφόρησε αρχές Δεκεμβρίου γιατί, στις 16 Δεκεμβρίου, ο Βλάσης Γαβριηλίδης παρατηρεί στην εφημερίδα «Ακρόπολις» σκωπτικά ότι δεν πιστεύει πως ο Βασιλεύς Αστόχαστος συμβολίζει τον Βασιλέα Γεώργιο, ο οποίος, δόξα σοι ο Θεός, δεν πεινάει. Και προσθέτει: “Οπωσδήποτε το Βασίλειον του Παραμυθιού συμβολίζει την Ελλάδα. Και το Βασιλόπουλο είναι η Επανάστασις…”
Τελειώνοντας, ας σημειώσουμε ότι ο Παλαμάς, Ιούλιο του 1910, που διαβάζει το χειρόγραφο, αισιοδοξεί: “Το «Παραμύθι χωρίς όνομα», καθώς το διάβασα τις μέρες τούτες των εθνικών κατακεφαλιών που τρώμε, από δω κι από κει, από φίλους και οχτρούς, και διώχτες και προστάτες, έχει κάτι τι το προφητικό”. Είθε να εμφυσήσει και στους νέους αναγνώστες την ίδια αισιόδοξη διάθεση. Θυμίζουμε ότι η αρχική εικονογράφηση και το αρχικό εξώφυλλο, ρομαντικής πνοής, ήταν του συριανού ζωγράφου Δημήτρη Κωνσταντινίδη.
Μ. Θεοδοσοπούλου
Φωτο: Άγγελος Αντωνόπουλος, «Προθήκη . Από την ομαδική έκθεση ζωγραφικής με θέμα «Ήταν κάποτε η Πηνελόπη Δέλτα...», που οργάνωσε το Κολλέγιο Αθηνών το 2006.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου