Μετά “τον μέγιστο των κωμικών” Βασίλη Λογοθετίδη, ο Μάκης Μωραΐτης φέρνει “από τα βάθη του ουρανού” τον Χρήστο Ευθυμίου. Σκηνοθέτης και θεωρητικός του κινηματογράφου ο Μωραΐτης, σε αυτές τις μονογραφίες λειτουργεί με την ευαισθησία του συγγραφέα. Γιατί μόνο ένας μυθοπλάστης βιογράφος θα ξεκινούσε από ένα όνειρο, από εκείνα που βλέπει κανείς κοντά στα ξημερώματα και μετά, όλη την ημέρα τον κυνηγάνε. Ένας έρημος σιδηροδρομικός σταθμός, ένα τρένο που περνάει και ανάμεσα στους επιβάτες ένας κοντόχοντρος άντρας, ο Χρήστος Ευθυμίου. Ή, μάλλον, το φάντασμά του, παραπονεμένο, αφού κανένας πια δεν τον θυμάται. Κι όμως, ήταν μέσα στην εκλεκτή επτάδα των κωμικών: Βασίλης Λογοθετίδης, Βασίλης Αυλωνίτης, Ευθυμίου, Νίκος Σταυρίδης, Κώστας Χατζηχρήστος, Ντίνος Ηλιόπουλος και Θανάσης Βέγγος. Η ιεράρχηση ανήκει στον συγγραφέα, την αποδίδει, όμως, στο φάσμα του Ευθυμίου, που, σίγουρα, θα την επικροτούσε.
Ο Μωραΐτης δεν παραθέτει χρονολογίες. Δένει αναμεταξύ τους διαφορετικούς ανθρώπους, γιατί έτυχε να γεννηθούν ή να πεθάνουν τον ίδιο χρόνο, κυρίως, όμως, επειδή αυτός τους αγάπησε και τους συνέδεσε στις συνειρμικές αναπολήσεις του. Το 1900 γεννήθηκε ο Σεφέρης αλλά και ο Λογοθετίδης και ο Ευθυμίου. Το 1960 πέθανε ο Λογοθετίδης, στις 20 Φεβρουαρίου, ενώ, στην αρχή της χρονιάς, στις 5 Ιανουαρίου, μας θυμίζει πως είχε πεθάνει ο Αλμπέρ Καμύ. Τέσσερις μέρες αργότερα προβαλλόταν στους αθηναϊκούς κινηματογράφους η μεγάλη επιτυχία του Ευθυμίου, «Ένας βλάκας και μισός». Ο Μωραΐτης επιλέγει να αρχίσει τη βιογραφία από μια φωτογραφία του 1960, τραβηγμένη μήνα Ιούνιο, στα γυρίσματα της ταινίας «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλλήκαρα». Εκείνη τη χρονιά, ο Ευθυμίου είχε γυρίσει δυο επιτυχημένες κωμωδίες και ταυτόχρονα, είχε παίξει σε δυο θεατρικές παραστάσεις.
Μετά από αυτήν την μακριά εισαγωγή, ο συγγραφέας σκιαγραφεί τη ζωή του Ευθυμίου. Αύγουστο του 1900, γεννήθηκε στο Κωσταλέξι Φθιώτιδας. Γιος θεατρίνου, για τον οποίο, από ό,τι φαίνεται, δεν υπάρχουν περισσότερα στοιχεία. Τέλειωσε το γυμνάσιο στη Λαμία και η στρατιωτική του θητεία συνέπεσε με την Μικρασιατική εκστρατεία. Ο Ευθυμίου υπηρετούσε στο εκστρατευτικό σώμα, που αποβιβάστηκε στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πληροφορίες από εκείνη την περίοδο, πάντως, αργότερα, του απονεμήθηκε μετάλλιο ανδρείας. Τελείωσε τη Νομική Σχολή, αλλά, το 1924, θέλησε να γραφτεί στην νεοϊδρυθείσα Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου. Σύμφωνα με τον Θεόδωρο Συναδινό, τον έγραψαν χωρίς εξετάσεις, γιατί τους έπεισε και μόνο με την εμφάνισή του, τις γκριμάτσες και τον τρόπο που τόνιζε τις λέξεις. Αποφοίτησε μετά τρία χρόνια με άριστα. Σε σχετικό λήμμα του Κώστα Γεωργουσόπουλου, φοίτησε στη σχολή από το 1925 μέχρι το 1929, με δάσκαλους τον Φώτο Πολίτη, τον Σπύρο Μελά και τον Αιμίλιο Βεάκη. Στη συνέχεια, από το 1931 μέχρι το 1955, ανήκε στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου.
Ο Μωραΐτης ανακαλεί τις μεγαλύτερες από τις επιτυχίες του τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο. Τη μεγάλη απόφαση να βγει στο ελεύθερο θέατρο, ο Ευθυμίου την πήρε το 1955. Τελικά, γράφτηκε στις δέλτους του θεάματος ως ο πιο αξιαγάπητος αφελής. Πέθανε, όπως και ο Λογοθετίδης, από ανακοπή καρδιάς, στις 3 Μαΐου 1971. Λίγους μήνες αργότερα πέθανε ο Σεφέρης. Το βιβλίο του Μωραΐτη δεν είναι μια στεγνή καταγραφή. Ό,τι μπορεί να χάνει σε τεκμηρίωση και πληροφορίες, το κερδίζει με τους συναισθηματικούς τόνους της αφήγησής του. Στα συν του βιβλίου καταγράφεται και η εικονογράφηση.
Ο Μωραΐτης δεν παραθέτει χρονολογίες. Δένει αναμεταξύ τους διαφορετικούς ανθρώπους, γιατί έτυχε να γεννηθούν ή να πεθάνουν τον ίδιο χρόνο, κυρίως, όμως, επειδή αυτός τους αγάπησε και τους συνέδεσε στις συνειρμικές αναπολήσεις του. Το 1900 γεννήθηκε ο Σεφέρης αλλά και ο Λογοθετίδης και ο Ευθυμίου. Το 1960 πέθανε ο Λογοθετίδης, στις 20 Φεβρουαρίου, ενώ, στην αρχή της χρονιάς, στις 5 Ιανουαρίου, μας θυμίζει πως είχε πεθάνει ο Αλμπέρ Καμύ. Τέσσερις μέρες αργότερα προβαλλόταν στους αθηναϊκούς κινηματογράφους η μεγάλη επιτυχία του Ευθυμίου, «Ένας βλάκας και μισός». Ο Μωραΐτης επιλέγει να αρχίσει τη βιογραφία από μια φωτογραφία του 1960, τραβηγμένη μήνα Ιούνιο, στα γυρίσματα της ταινίας «Η Χιονάτη και τα 7 γεροντοπαλλήκαρα». Εκείνη τη χρονιά, ο Ευθυμίου είχε γυρίσει δυο επιτυχημένες κωμωδίες και ταυτόχρονα, είχε παίξει σε δυο θεατρικές παραστάσεις.
Μετά από αυτήν την μακριά εισαγωγή, ο συγγραφέας σκιαγραφεί τη ζωή του Ευθυμίου. Αύγουστο του 1900, γεννήθηκε στο Κωσταλέξι Φθιώτιδας. Γιος θεατρίνου, για τον οποίο, από ό,τι φαίνεται, δεν υπάρχουν περισσότερα στοιχεία. Τέλειωσε το γυμνάσιο στη Λαμία και η στρατιωτική του θητεία συνέπεσε με την Μικρασιατική εκστρατεία. Ο Ευθυμίου υπηρετούσε στο εκστρατευτικό σώμα, που αποβιβάστηκε στη Σμύρνη τον Μάιο του 1919. Δυστυχώς, δεν υπάρχουν πληροφορίες από εκείνη την περίοδο, πάντως, αργότερα, του απονεμήθηκε μετάλλιο ανδρείας. Τελείωσε τη Νομική Σχολή, αλλά, το 1924, θέλησε να γραφτεί στην νεοϊδρυθείσα Επαγγελματική Σχολή Θεάτρου. Σύμφωνα με τον Θεόδωρο Συναδινό, τον έγραψαν χωρίς εξετάσεις, γιατί τους έπεισε και μόνο με την εμφάνισή του, τις γκριμάτσες και τον τρόπο που τόνιζε τις λέξεις. Αποφοίτησε μετά τρία χρόνια με άριστα. Σε σχετικό λήμμα του Κώστα Γεωργουσόπουλου, φοίτησε στη σχολή από το 1925 μέχρι το 1929, με δάσκαλους τον Φώτο Πολίτη, τον Σπύρο Μελά και τον Αιμίλιο Βεάκη. Στη συνέχεια, από το 1931 μέχρι το 1955, ανήκε στο δυναμικό του Εθνικού Θεάτρου.
Ο Μωραΐτης ανακαλεί τις μεγαλύτερες από τις επιτυχίες του τόσο στο θέατρο όσο και στον κινηματογράφο. Τη μεγάλη απόφαση να βγει στο ελεύθερο θέατρο, ο Ευθυμίου την πήρε το 1955. Τελικά, γράφτηκε στις δέλτους του θεάματος ως ο πιο αξιαγάπητος αφελής. Πέθανε, όπως και ο Λογοθετίδης, από ανακοπή καρδιάς, στις 3 Μαΐου 1971. Λίγους μήνες αργότερα πέθανε ο Σεφέρης. Το βιβλίο του Μωραΐτη δεν είναι μια στεγνή καταγραφή. Ό,τι μπορεί να χάνει σε τεκμηρίωση και πληροφορίες, το κερδίζει με τους συναισθηματικούς τόνους της αφήγησής του. Στα συν του βιβλίου καταγράφεται και η εικονογράφηση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου