«Το 1821 στην ελληνική ποίηση»
Ανθολόγηση-Επίμετρο:
Ηλίας Γκρης
Εκδόσεις Κέδρος
Φεβρουάριος 2011
Hδη, στο γύρισμα του 21ου αιώνα, στα άγρια χαράματα της τρίτης χιλιετίας που αναγγέλλεται ένας οικουμενικός παράδεισος ιδεών και οικονομίας, οι ιστορικοί μας γρηγορούν. Άρχισαν, συστηματικά πλέον, να κάνουν λόγο για τους μύθους που αμαυρώνουν το ηρωικό 1821. Προφανώς, καταχρηστικά χρησιμοποιούμε εδώ το επίθετο ηρωικός. Δυστυχώς, όμως, δεν έχουν ακόμη αναθεωρηθεί αυτοί οι πεπαλαιωμένοι επιθετικοί προσδιορισμοί. Οι ιστορικοί μας, λοιπόν, είχαν, προ πολλού, καταλήξει στα πορίσματά τους περί των ιδεολογικών στρεβλώσεων. Το πρόβλημα ήταν και παραμένει η ελληνική κοινωνία, που έχει μουλαρώσει. Εξ απαλών ονύχων πήρε στραβές βάσεις, και όχι μόνο μένει προσκολλημένη στους μύθους της, αλλά τους περνάει και στα νεαρά βλαστάρια της, εκμεταλλευόμενη το εισέτι ανάπηρο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Γι' αυτό και οι μεριμνώντες θέτουν τη διαφώτιση της κοινής γνώμης ως απόλυτη προτεραιότητα, προτάσσοντάς την ακόμη και της συγγραφής της νέας Ιστορίας του 1821, που θα αναμενόταν, από μια στενά επιστημονική σκοπιά, να συνιστά το πρώτο τους μέλημα.
Όπως και να έχει, σε κάθε πρόσφορη περίσταση, όπως, λ.χ., η έκδοση ενός βιβλίου, το ανέβασμα μιας παράστασης ή η προβολή μιας δραματοποιημένης τηλεοπτικής σειράς, κυρίως, όμως, κάθε 25η Μαρτίου, ανελλιπώς και όλο με μεγαλύτερη ένταση, με την ευκαιρία του εορτασμού της εθνικής επετείου, εξέχοντα μέλη της κοινότητας των ιστορικών επιδράμουν στα ΜΜΕ. Το καλύτερο έργο επιτελείται στις εφημερίδες, που, ευτυχώς, ανήκουν, στο μεγαλύτερο τμήμα τους, στον προοδευτικό Τύπο. Από τις σελίδες τους αναπτύσσουν την επιχειρηματολογία τους για τα ασύστολα ψεύδη και τις σκόπιμες παραποιήσεις γύρω από το 1821, που φυλάκισαν και εξακολουθούν να φυλακίζουν το πνεύμα, όχι μόνο του λαού, αλλά και ορισμένων πολιτικών αρχηγών. Ευτυχώς, στην προσπάθειά τους, βρίσκουν σθεναρή αρωγή από τους δημοσιογράφους. Εξ επαγγέλματος διαλαλητές αυτοί οι δεύτεροι, ακόμη και ανιστόρητος ο λόγος τους, αποβαίνει άκρως πειστικός.
Εφέτος, πρώτο έτος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, του αιώνα της παγκοσμιοποίησης όπως όλοι ευελπιστούμε, έγινε ακόμη περισσότερος λόγος για τους μύθους του 1821. Και αυτή τη φορά, υπήρξαν επιτέλους κάποια πρώτα σημάδια ότι αυτός ο λόγος βρήκε απήχηση. Να 'ναι καλά και η τηλεόραση, που, για πρώτη χρονιά, δεν περιορίστηκε σε εκπομπές κονσέρβες. Το κοινό κυριολεκτικά το συνεπήρε εκείνη η ειδικά αφιερωμένη στο 1821 τηλεοπτική σειρά κι ας αντέδρασαν κάποιοι αρτηριοσκληρωτικοί. Ακόμη και οι τρυφερές γυναικείες ψυχές αποδέχτηκαν τις σφαγές που έκαναν οι Έλληνες μέσα στη βιασύνη τους για ελευθερία, έτσι όπως τις παρουσιάζει εκείνος ο ωραίος και διάσημος μυθιστοριογράφος με την πειθώ του διανοούμενου. Είναι, πάντως, ακόμη πολύ νωρίς, για να υπολογισθούν τα οφέλη. Δεν πρέπει, ωστόσο, να απελπιζόμαστε. Χρόνος μπαίνει, χρόνος βγαίνει, αφαιρούμε και από ένα λιθαράκι. Λιθαράκι λιθαράκι, πού θα πάει, θα τους γκρεμίσουμε τους μύθους, που τόσο βλάπτουν την υγεία των πολιτών. Τους μόνους, που ωφελούν οι μύθοι, είναι οι λαοί. Οι λαοί και τα κράτη τους. Μέσα από τους κάθε λογής κατάπτυστους μύθους, εθνικιστικούς, θρησκευτικούς και λοιπούς, βγήκαν ανέκαθεν οι τρελοί, που έπεσαν υπέρ βωμών και εστιών, όπως έλεγαν, μια φορά και έναν καιρό, όσοι έδιναν βάση στους μύθους και τα παραμύθια.
Συγγενείς των τρελών, τουλάχιστον εξ αγχιστείας, στάθηκαν πάντοτε οι ποιητές. Ένας ποιητής, λοιπόν, είχε την ιδέα να καταρτίσει μια ανθολογία νεοελληνικής ποίησης για το 1821. Φρόντισε, μάλιστα, να την ετοιμάσει εγκαίρως για την εθνική επέτειο και μήνα Φεβρουάριο βγήκε από το Τυπογραφείο. Δεν έτυχε, ωστόσο, ιδιαίτερης υποδοχής στον Τύπο και κατά τη γνώμη μας, δικαίως. Όπως και να το κάνουμε, πρόκειται για ένα άκαιρο εγχείρημα. Αν ήταν να γίνει, ας γινόταν τον καιρό των μύθων. Τώρα είναι πια πολύ αργά. Οσονούπω, μόλις επιτευχθεί η αποκάθαρση από τους μύθους της Ιστορίας, θα ξεκινήσει και η αποκάθαρση της νεοελληνικής ποίησης. Γιατί, ας μην το λησμονούμε, η ποίηση στάθηκε ένας από τους πρωταίτιους για τη διαιώνισή τους. Πώς να το κάνουμε, σήμερα, μια ανθολογία του 1821 είναι πρωθύστερο εγχείρημα. Πρώτα καταλήγουμε, τι κρατάμε και τι πετάμε από το ποιητικό σώμα, και μετά, εν ευθέτω χρόνω, καταρτίζουμε και ανθολογίες.
Ο εν λόγω παράκαιρος τολμητίας είναι ο Ηλίας Γκρης, ποιητής της γενιάς του '70 αλλά και δημοσιογράφος, που σημαίνει ότι γνωρίζει να ισορροπεί σε δυο βάρκες. Στο Επίμετρο της Ανθολογίας δηλώνει ότι αφορμή για την κατάρτισή της στάθηκε η συντονισμένη απόπειρα αποκάθαρσης του '21 από τα δήθεν στερεότυπα πατριωτισμού. Διαβλέπει, μάλιστα, πίσω από αυτήν, πρόθεση για ενιαία καθοδηγούμενη ιστορική αναθεώρηση σε ολόκληρα τα Βαλκάνια. Από την άλλη, καταδικάζει τους θρύλους του '21, τους συνυφασμένους με το ρόλο της Εκκλησίας στον Αγώνα, την οποία ρίχνει στον καιάδα. Ωστόσο, όχι σύσσωμη. Ξεδιαλέγει και συγκρατεί 16 επισκόπους, 4 αρχιμανδρίτες και 17 ιερομονάχους. Καίτοι, πάντως, ποιητής δεν θέλγεται από τα σύμβολα και τους συμβολισμούς τους, οργιζόμενος κι αυτός, με τη σειρά του, με το λάβαρο της Αγίας Λαύρας, την 25η Μαρτίου ως αυθαιρέτως ορισθείσα μέρα ξεσηκωμού και το Κρυφό Σχολειό.
Κατά τα άλλα, όντας μεγαλόφρων, απονέμει μόνος του τα εύσημα εις εαυτόν: “Τούτη η ανθολογία ταιριάζει να λογαριαστεί σαν το πιο ευγενές κορφολόγημα απ' όλη την ποιητική αναπαράσταση που ενέπνευσε στους ποιητές η Επανάσταση”. Πολλοί πατριώτες θα συμφωνήσουν. Όσοι, μάλιστα, κρατάει η σκούφια τους από την Πελοπόννησο θα συγκινηθούν με τους τόσους ποιητές κάτω απ' τ' αυλάκι που ξέθαψε. Μέχρι στίχους του Τσομπανάκου, του επονομαζόμενου και Τυρταίου της Ελληνικής Επανάστασης, παραθέτει. Παρεμπιπτόντως, πολλά χωριά ερίζουν για την καταγωγή του Τσομπανάκου, αλλά νεότερα δεδομένα προκρίνουν τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας αντί της Δημητσάνας. Αρκάς, πάντως. Όπως και να έχει, ο τρόπος, που ο Γκρης επέλεξε να παρουσιάσει το κορφολόγημά του, πολύ φοβόμαστε ότι προκαλεί σύγχυση, ανακόπτοντας τα κύματα θαυμασμού, που αβίαστα θα ξεσηκώνονταν, αν ο αναγνώστης αποκτούσε σαφέστερη εικόνα του πονήματός του. Προφανώς, η παράταξη των ποιητών κατά αλφαβητική σειρά είναι πάντοτε η βολικότερη, αδικεί, όμως, κατάφωρα ένα παρόμοιο κορφολόγημα. Άντε και βρέθηκε μια λύση για τους τρεις ποιητές, τους άμεσα εμπλεκόμενους στην Επανάσταση. Ως μότο μπαίνει ο «Θούριος» του Ρήγα Φεραίου και οι δυο μεγάλοι Επτανήσιοι προτάσσονται. Αυτοί όχι κατά αλφαβητική σειρά: πρώτος ο Σολωμός, δεύτερος ο Κάλβος. Ξεκινάει, όμως, ποτέ, ένας ανθολόγος το ποιητικό του θησαύρισμα με δυο ποιητές από τα μέρη του, όταν, μάλιστα, δεν πρόκειται για ποιητικά αναστήματα τέτοια που να παραμερίζουν τις όποιες ηθικές αναστολές; Βεβαίως, ο Γκρης, τοποθετώντας μετά τον Σολωμό και τον Κάλβο, τον τριπολιτσιώτη Κρίτωνα Αθανασούλη και την Έφη Αιλιανού από την Ανδρίτσαινα, δεν παραβιάζει την αλφαβητική σειρά στο σύνολο των ανθολογούμενων ποιητών. Πρόκειται περί συμπτώσεως. Όπως, χάριν συμπτώσεως, η ανθολογία κλείνει με το άκρως επίκαιρο, καίτοι γραμμένο προ πεντηκονταετίας, δίστιχο του Χριστιανόπουλου, «…καημένε Μακρυγιάννη να 'ξερες / γιατί το τζάκισες το χέρι σου…»
Από την πλευρά μας, είμαστε πεπεισμένοι ότι, παραμονές αποκάθαρσης, αν υπήρχε ανάγκη για μια ανθολογία του '21, αυτή θα ήταν μια αναμνηστική, που θα παρέκαμπτε ελάσσονες και νεότερους και θα έδινε το κύριο βάρος στους επιφανέστερους και παλαιότερους. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, στα δικά τους πατριωτικά, θα γίνει το βασικό ξεσκαρτάρισμα. Μια παρόμοια ανθολογία θα είχε, πρώτον, το ανάλογο ιστορικό ενδιαφέρον, και δεύτερον, θα εύρισκε μεγάλη εμπορική ανταπόκριση, αφού θα έσπευδαν να την αγοράσουν οι απανταχού ρομαντικοί, που παραμένουν αγκιστρωμένοι στους μύθους. Τουτέστιν, ο εσμός των εθνικιστών. Προφανώς, για μια τέτοια ανθολογία, η μόνη ενδεδειγμένη διευθέτηση θα ήταν η κατά χρονική διαδοχή παράταξη των ποιητικών γενεών. Εκτός πια κι αν ο ανθολόγος παρασυρόταν από το παράδειγμα των ιστορικών μας, που έχουν επιστρέψει στον παρωχημένο βιογραφισμό, και συγκέντρωνε ποιήματα διαφορετικών εποχών αναφερόμενα στο ίδιο πρόσωπο και έτσι έφτιαχνε μια ποιητική πινακοθήκη αγωνιστών και πολιτικών ανδρών του 1821.
Αναδιατάσσοντας, χάριν παιδιάς, το κορφολόγημα του Γκρης, θα προέκυπταν εξίμισι ποιήματα για Μακρυγιάννη, συνυπολογίζοντας τον διαλογικό «Καποδίστρια» του Καζαντζάκη, έξι για Καραϊσκάκη, από τέσσερα για Αθανάσιο Διάκο και Κανάρη, από τρία για Παπαφλέσσα και τους Μποτσαραίους και μόλις από ένα για Οδυσσέα Ανδρούτσο και Κολοκοτρώνη. Όσο για τους πολιτικούς άνδρες, τέσσερα για Καποδίστρια και ένα για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Αυτά επί τροχάδην, βάσει των τίτλων, ειδάλλως θα πελαγώναμε, καθώς οι ποιητές συνηθίζουν να κάνουν στους στίχους τους προσκλητήριο ονομάτων. Αλλά και αυτή η πρόχειρη καταμέτρηση δείχνει τη μεγάλη ανάγκη για αποκάθαρση της νεοελληνικής ποίησης, ώστε να συνάδει με την μεταμοντέρνα εκδοχή της Ιστορίας. Δεν είναι δυνατόν για έναν έμπορο, τοκογλύφο, στρατιωτικό αστυνομικών καθηκόντων, που όχι μόνο αναρριχήθηκε καιροσκοπικά στην στρατιωτική ιεραρχία αλλά και επωφελήθηκε δεόντως των πολεμικών επιχειρήσεων για να χοντρύνει το κεμέρι του, όπως ο Μακρυγιάννης, να συγκρατούμε εξίμισι ποιήματα επειδή έτυχε να τα γράψουν ένας Σεφέρης, ένας Σικελιανός ή όποιος άλλος επιφανής, και για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, την πιο σημαντική πολιτική προσωπικότητα του Αγώνα, να υπάρχει μόνο ένα κι αυτό χάρις στον ανθολόγο, που, παρακάμπτοντας τυχόν κριτήρια αισθητικής πληρότητας, το συμπεριέλαβε καίτοι έργο ενός, από σπόντα, ποιητή. Ας είναι, πάντως, καλά οι ιστορικοί μας, που μας φώτισαν για το ποιόν αγωνιστών και πολιτικών ανδρών. Νισάφι πια με τους μύθους περί αγνών και δολίων, που εξύψωναν τους μεν και αμαύρωναν τους δε.
Εμείς, πάντως, επιμένουμε ότι το ευγενές κορφολόγημα του Γκρης θα πρόβαλε ακόμη ευγενέστερο, αν ακολουθούσε τη χρονική ροή. Μετά τον Σολωμό και τον Κάλβο, να παρατασσόταν η Επτανησιακή Σχολή: Τυπάλδος, Τερτσέτης, Βαλαωρίτης. Ο τελευταίος με περισσότερα από δυο, κλείνοντας οι Επτανήσιοι με Μαρκορά και Μαβίλη. Να ακολουθούσε η πρώτη μετεπαναστατική γενιά. Μπροστά, οι Φαναριώτες: Αλέξανδρος Σούτσος, Παναγιώτης Σούτσος. Ο τελευταίος με ακέραιο τον «Καραΐσκο» του και, απαραιτήτως, «Ο κλέφτης» του Ραγκαβή, αν μη τι άλλο, εις μνήμην των ελληνοπαίδων που τον απήγγειλαν εκάστη 25η Μαρτίου για έναν και πλέον αιώνα. Από κοντά και οι ντόπιοι. Αχιλλέας Παράσχος, Γεώργιος Ζαλοκώστας. Και αφού θα έκλεινε ένας πρώτος κύκλος, να ερχόταν η γενιά του 1880, με Παλαμά, Κρυστάλλη, Πολέμη, Σουρή, Μαλακάση, Πάλλη, Νιρβάνα, Βλαχογιάννη και μερικούς ακόμη. Σε αυτούς, ο ανθολόγος έπρεπε να σταθεί γενναιόδωρος, όπως στάθηκε για τους ζώντες, που χρεία δεν έχουν. Από όλα αυτά τα ποιήματα των παλαιότερων μόνο το ποίημα του Σουρή θα γλίτωνε το ξεσκαρτάρισμα. «Και αγωνιστού τινός θάνατος ελεεινός» είναι ο τίτλος του και ενέπνευσε ανήμερα την 25η Μαρτίου ωριαία εκπομπή περί της αγνωμονούσης πατρίδος. Ευτυχώς, στη σημερινή συγκυρία, οτιδήποτε στηλιτεύει την πατρίδα, παλαιότερο ή νεότερο, αναδεικνύεται. Και η ανθολογία θα μπορούσε να κλείνει με ένα δεύτερο κύκλο. Βάρναλης, Σικελιανός, Καζαντζάκης, Καρυωτάκης, μεσοπολεμικοί και οι πρώτες γενιές των μεταπολεμικών, με όριο ασφαλείας την Απριλιανή Δικτατορία.
Τελειώνοντας, θα θέλαμε να επανέλθουμε στους μύθους και να τονίσουμε το πόσο ωφελούν τους λαούς. Γεγονός, που μπορεί να δημιουργήσει προσκόμματα στο έργο των ιστορικών μας. Ένα καλό παράδειγμα δίνει το πυρηνικό “ατύχημα” στην Ιαπωνία. Στο εορταστικό τριήμερο της 25ης Μαρτίου, μέσα στην ολομέτωπη επίθεση των ΜΜΕ εναντίον των μύθων του '21, εξαφανίστηκε “η ραδιενέργεια εδώ και τώρα”. Αμέριμνοι οι Αθηναίοι πήγαν βόλτα στις παραλίες για ν' αναπνεύσουν λίγο ιώδιο, ενισχυμένο με το ισότοπό του, ιώδιο-131, καθώς, κατά διαολεμένη σύμπτωση, το ραδιενεργό νέφος έφτασε στον ελληνικό εναέριο χώρο, την ημέρα της εθνικής επετείου, όπου και παρέμεινε, λόγω ήπιων ανέμων, για ολόκληρο το τριήμερο. Τις ίδιες μέρες, κάποιοι Ιάπωνες, που αποκαλούν εαυτούς Σαμουράι, πιστοί στη μακραίωνη παράδοσή τους, είχαν επιληφθεί του θανατηφόρου έργου απενεργοποίησης των πυρηνικών αντιδραστήρων, από το οποίο κρέμεται και η δική μας επιβίωση. Ευτυχώς, από αυτήν την άποψη, που οι Ιάπωνες δεν έκαναν αποκάθαρση της Ιστορίας τους από τους μύθους της, αμαυρώνοντας, μεταξύ πλείστων άλλων, και τους Σαμουράι. Όσο για εμάς, μπορούμε να εφαρμόζουμε το γαία πυρί μειχθήτω. Ανεξάρτητα αν η γη, χωρίς τρελούς, ποιητές και μύθους, μόνο με πολιτικούς άνδρες του ύψους ενός Μαυροκορδάτου, ενός Κωλέττη και των σημερινών διαδόχων τους, μπορεί και να σταματήσει να γυρίζει.
Ανθολόγηση-Επίμετρο:
Ηλίας Γκρης
Εκδόσεις Κέδρος
Φεβρουάριος 2011
Hδη, στο γύρισμα του 21ου αιώνα, στα άγρια χαράματα της τρίτης χιλιετίας που αναγγέλλεται ένας οικουμενικός παράδεισος ιδεών και οικονομίας, οι ιστορικοί μας γρηγορούν. Άρχισαν, συστηματικά πλέον, να κάνουν λόγο για τους μύθους που αμαυρώνουν το ηρωικό 1821. Προφανώς, καταχρηστικά χρησιμοποιούμε εδώ το επίθετο ηρωικός. Δυστυχώς, όμως, δεν έχουν ακόμη αναθεωρηθεί αυτοί οι πεπαλαιωμένοι επιθετικοί προσδιορισμοί. Οι ιστορικοί μας, λοιπόν, είχαν, προ πολλού, καταλήξει στα πορίσματά τους περί των ιδεολογικών στρεβλώσεων. Το πρόβλημα ήταν και παραμένει η ελληνική κοινωνία, που έχει μουλαρώσει. Εξ απαλών ονύχων πήρε στραβές βάσεις, και όχι μόνο μένει προσκολλημένη στους μύθους της, αλλά τους περνάει και στα νεαρά βλαστάρια της, εκμεταλλευόμενη το εισέτι ανάπηρο εκπαιδευτικό μας σύστημα. Γι' αυτό και οι μεριμνώντες θέτουν τη διαφώτιση της κοινής γνώμης ως απόλυτη προτεραιότητα, προτάσσοντάς την ακόμη και της συγγραφής της νέας Ιστορίας του 1821, που θα αναμενόταν, από μια στενά επιστημονική σκοπιά, να συνιστά το πρώτο τους μέλημα.
Όπως και να έχει, σε κάθε πρόσφορη περίσταση, όπως, λ.χ., η έκδοση ενός βιβλίου, το ανέβασμα μιας παράστασης ή η προβολή μιας δραματοποιημένης τηλεοπτικής σειράς, κυρίως, όμως, κάθε 25η Μαρτίου, ανελλιπώς και όλο με μεγαλύτερη ένταση, με την ευκαιρία του εορτασμού της εθνικής επετείου, εξέχοντα μέλη της κοινότητας των ιστορικών επιδράμουν στα ΜΜΕ. Το καλύτερο έργο επιτελείται στις εφημερίδες, που, ευτυχώς, ανήκουν, στο μεγαλύτερο τμήμα τους, στον προοδευτικό Τύπο. Από τις σελίδες τους αναπτύσσουν την επιχειρηματολογία τους για τα ασύστολα ψεύδη και τις σκόπιμες παραποιήσεις γύρω από το 1821, που φυλάκισαν και εξακολουθούν να φυλακίζουν το πνεύμα, όχι μόνο του λαού, αλλά και ορισμένων πολιτικών αρχηγών. Ευτυχώς, στην προσπάθειά τους, βρίσκουν σθεναρή αρωγή από τους δημοσιογράφους. Εξ επαγγέλματος διαλαλητές αυτοί οι δεύτεροι, ακόμη και ανιστόρητος ο λόγος τους, αποβαίνει άκρως πειστικός.
Εφέτος, πρώτο έτος της δεύτερης δεκαετίας του 21ου αιώνα, του αιώνα της παγκοσμιοποίησης όπως όλοι ευελπιστούμε, έγινε ακόμη περισσότερος λόγος για τους μύθους του 1821. Και αυτή τη φορά, υπήρξαν επιτέλους κάποια πρώτα σημάδια ότι αυτός ο λόγος βρήκε απήχηση. Να 'ναι καλά και η τηλεόραση, που, για πρώτη χρονιά, δεν περιορίστηκε σε εκπομπές κονσέρβες. Το κοινό κυριολεκτικά το συνεπήρε εκείνη η ειδικά αφιερωμένη στο 1821 τηλεοπτική σειρά κι ας αντέδρασαν κάποιοι αρτηριοσκληρωτικοί. Ακόμη και οι τρυφερές γυναικείες ψυχές αποδέχτηκαν τις σφαγές που έκαναν οι Έλληνες μέσα στη βιασύνη τους για ελευθερία, έτσι όπως τις παρουσιάζει εκείνος ο ωραίος και διάσημος μυθιστοριογράφος με την πειθώ του διανοούμενου. Είναι, πάντως, ακόμη πολύ νωρίς, για να υπολογισθούν τα οφέλη. Δεν πρέπει, ωστόσο, να απελπιζόμαστε. Χρόνος μπαίνει, χρόνος βγαίνει, αφαιρούμε και από ένα λιθαράκι. Λιθαράκι λιθαράκι, πού θα πάει, θα τους γκρεμίσουμε τους μύθους, που τόσο βλάπτουν την υγεία των πολιτών. Τους μόνους, που ωφελούν οι μύθοι, είναι οι λαοί. Οι λαοί και τα κράτη τους. Μέσα από τους κάθε λογής κατάπτυστους μύθους, εθνικιστικούς, θρησκευτικούς και λοιπούς, βγήκαν ανέκαθεν οι τρελοί, που έπεσαν υπέρ βωμών και εστιών, όπως έλεγαν, μια φορά και έναν καιρό, όσοι έδιναν βάση στους μύθους και τα παραμύθια.
Συγγενείς των τρελών, τουλάχιστον εξ αγχιστείας, στάθηκαν πάντοτε οι ποιητές. Ένας ποιητής, λοιπόν, είχε την ιδέα να καταρτίσει μια ανθολογία νεοελληνικής ποίησης για το 1821. Φρόντισε, μάλιστα, να την ετοιμάσει εγκαίρως για την εθνική επέτειο και μήνα Φεβρουάριο βγήκε από το Τυπογραφείο. Δεν έτυχε, ωστόσο, ιδιαίτερης υποδοχής στον Τύπο και κατά τη γνώμη μας, δικαίως. Όπως και να το κάνουμε, πρόκειται για ένα άκαιρο εγχείρημα. Αν ήταν να γίνει, ας γινόταν τον καιρό των μύθων. Τώρα είναι πια πολύ αργά. Οσονούπω, μόλις επιτευχθεί η αποκάθαρση από τους μύθους της Ιστορίας, θα ξεκινήσει και η αποκάθαρση της νεοελληνικής ποίησης. Γιατί, ας μην το λησμονούμε, η ποίηση στάθηκε ένας από τους πρωταίτιους για τη διαιώνισή τους. Πώς να το κάνουμε, σήμερα, μια ανθολογία του 1821 είναι πρωθύστερο εγχείρημα. Πρώτα καταλήγουμε, τι κρατάμε και τι πετάμε από το ποιητικό σώμα, και μετά, εν ευθέτω χρόνω, καταρτίζουμε και ανθολογίες.
Ο εν λόγω παράκαιρος τολμητίας είναι ο Ηλίας Γκρης, ποιητής της γενιάς του '70 αλλά και δημοσιογράφος, που σημαίνει ότι γνωρίζει να ισορροπεί σε δυο βάρκες. Στο Επίμετρο της Ανθολογίας δηλώνει ότι αφορμή για την κατάρτισή της στάθηκε η συντονισμένη απόπειρα αποκάθαρσης του '21 από τα δήθεν στερεότυπα πατριωτισμού. Διαβλέπει, μάλιστα, πίσω από αυτήν, πρόθεση για ενιαία καθοδηγούμενη ιστορική αναθεώρηση σε ολόκληρα τα Βαλκάνια. Από την άλλη, καταδικάζει τους θρύλους του '21, τους συνυφασμένους με το ρόλο της Εκκλησίας στον Αγώνα, την οποία ρίχνει στον καιάδα. Ωστόσο, όχι σύσσωμη. Ξεδιαλέγει και συγκρατεί 16 επισκόπους, 4 αρχιμανδρίτες και 17 ιερομονάχους. Καίτοι, πάντως, ποιητής δεν θέλγεται από τα σύμβολα και τους συμβολισμούς τους, οργιζόμενος κι αυτός, με τη σειρά του, με το λάβαρο της Αγίας Λαύρας, την 25η Μαρτίου ως αυθαιρέτως ορισθείσα μέρα ξεσηκωμού και το Κρυφό Σχολειό.
Κατά τα άλλα, όντας μεγαλόφρων, απονέμει μόνος του τα εύσημα εις εαυτόν: “Τούτη η ανθολογία ταιριάζει να λογαριαστεί σαν το πιο ευγενές κορφολόγημα απ' όλη την ποιητική αναπαράσταση που ενέπνευσε στους ποιητές η Επανάσταση”. Πολλοί πατριώτες θα συμφωνήσουν. Όσοι, μάλιστα, κρατάει η σκούφια τους από την Πελοπόννησο θα συγκινηθούν με τους τόσους ποιητές κάτω απ' τ' αυλάκι που ξέθαψε. Μέχρι στίχους του Τσομπανάκου, του επονομαζόμενου και Τυρταίου της Ελληνικής Επανάστασης, παραθέτει. Παρεμπιπτόντως, πολλά χωριά ερίζουν για την καταγωγή του Τσομπανάκου, αλλά νεότερα δεδομένα προκρίνουν τον Άγιο Πέτρο Κυνουρίας αντί της Δημητσάνας. Αρκάς, πάντως. Όπως και να έχει, ο τρόπος, που ο Γκρης επέλεξε να παρουσιάσει το κορφολόγημά του, πολύ φοβόμαστε ότι προκαλεί σύγχυση, ανακόπτοντας τα κύματα θαυμασμού, που αβίαστα θα ξεσηκώνονταν, αν ο αναγνώστης αποκτούσε σαφέστερη εικόνα του πονήματός του. Προφανώς, η παράταξη των ποιητών κατά αλφαβητική σειρά είναι πάντοτε η βολικότερη, αδικεί, όμως, κατάφωρα ένα παρόμοιο κορφολόγημα. Άντε και βρέθηκε μια λύση για τους τρεις ποιητές, τους άμεσα εμπλεκόμενους στην Επανάσταση. Ως μότο μπαίνει ο «Θούριος» του Ρήγα Φεραίου και οι δυο μεγάλοι Επτανήσιοι προτάσσονται. Αυτοί όχι κατά αλφαβητική σειρά: πρώτος ο Σολωμός, δεύτερος ο Κάλβος. Ξεκινάει, όμως, ποτέ, ένας ανθολόγος το ποιητικό του θησαύρισμα με δυο ποιητές από τα μέρη του, όταν, μάλιστα, δεν πρόκειται για ποιητικά αναστήματα τέτοια που να παραμερίζουν τις όποιες ηθικές αναστολές; Βεβαίως, ο Γκρης, τοποθετώντας μετά τον Σολωμό και τον Κάλβο, τον τριπολιτσιώτη Κρίτωνα Αθανασούλη και την Έφη Αιλιανού από την Ανδρίτσαινα, δεν παραβιάζει την αλφαβητική σειρά στο σύνολο των ανθολογούμενων ποιητών. Πρόκειται περί συμπτώσεως. Όπως, χάριν συμπτώσεως, η ανθολογία κλείνει με το άκρως επίκαιρο, καίτοι γραμμένο προ πεντηκονταετίας, δίστιχο του Χριστιανόπουλου, «…καημένε Μακρυγιάννη να 'ξερες / γιατί το τζάκισες το χέρι σου…»
Από την πλευρά μας, είμαστε πεπεισμένοι ότι, παραμονές αποκάθαρσης, αν υπήρχε ανάγκη για μια ανθολογία του '21, αυτή θα ήταν μια αναμνηστική, που θα παρέκαμπτε ελάσσονες και νεότερους και θα έδινε το κύριο βάρος στους επιφανέστερους και παλαιότερους. Γιατί, όπως και να το κάνουμε, στα δικά τους πατριωτικά, θα γίνει το βασικό ξεσκαρτάρισμα. Μια παρόμοια ανθολογία θα είχε, πρώτον, το ανάλογο ιστορικό ενδιαφέρον, και δεύτερον, θα εύρισκε μεγάλη εμπορική ανταπόκριση, αφού θα έσπευδαν να την αγοράσουν οι απανταχού ρομαντικοί, που παραμένουν αγκιστρωμένοι στους μύθους. Τουτέστιν, ο εσμός των εθνικιστών. Προφανώς, για μια τέτοια ανθολογία, η μόνη ενδεδειγμένη διευθέτηση θα ήταν η κατά χρονική διαδοχή παράταξη των ποιητικών γενεών. Εκτός πια κι αν ο ανθολόγος παρασυρόταν από το παράδειγμα των ιστορικών μας, που έχουν επιστρέψει στον παρωχημένο βιογραφισμό, και συγκέντρωνε ποιήματα διαφορετικών εποχών αναφερόμενα στο ίδιο πρόσωπο και έτσι έφτιαχνε μια ποιητική πινακοθήκη αγωνιστών και πολιτικών ανδρών του 1821.
Αναδιατάσσοντας, χάριν παιδιάς, το κορφολόγημα του Γκρης, θα προέκυπταν εξίμισι ποιήματα για Μακρυγιάννη, συνυπολογίζοντας τον διαλογικό «Καποδίστρια» του Καζαντζάκη, έξι για Καραϊσκάκη, από τέσσερα για Αθανάσιο Διάκο και Κανάρη, από τρία για Παπαφλέσσα και τους Μποτσαραίους και μόλις από ένα για Οδυσσέα Ανδρούτσο και Κολοκοτρώνη. Όσο για τους πολιτικούς άνδρες, τέσσερα για Καποδίστρια και ένα για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο. Αυτά επί τροχάδην, βάσει των τίτλων, ειδάλλως θα πελαγώναμε, καθώς οι ποιητές συνηθίζουν να κάνουν στους στίχους τους προσκλητήριο ονομάτων. Αλλά και αυτή η πρόχειρη καταμέτρηση δείχνει τη μεγάλη ανάγκη για αποκάθαρση της νεοελληνικής ποίησης, ώστε να συνάδει με την μεταμοντέρνα εκδοχή της Ιστορίας. Δεν είναι δυνατόν για έναν έμπορο, τοκογλύφο, στρατιωτικό αστυνομικών καθηκόντων, που όχι μόνο αναρριχήθηκε καιροσκοπικά στην στρατιωτική ιεραρχία αλλά και επωφελήθηκε δεόντως των πολεμικών επιχειρήσεων για να χοντρύνει το κεμέρι του, όπως ο Μακρυγιάννης, να συγκρατούμε εξίμισι ποιήματα επειδή έτυχε να τα γράψουν ένας Σεφέρης, ένας Σικελιανός ή όποιος άλλος επιφανής, και για τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο, την πιο σημαντική πολιτική προσωπικότητα του Αγώνα, να υπάρχει μόνο ένα κι αυτό χάρις στον ανθολόγο, που, παρακάμπτοντας τυχόν κριτήρια αισθητικής πληρότητας, το συμπεριέλαβε καίτοι έργο ενός, από σπόντα, ποιητή. Ας είναι, πάντως, καλά οι ιστορικοί μας, που μας φώτισαν για το ποιόν αγωνιστών και πολιτικών ανδρών. Νισάφι πια με τους μύθους περί αγνών και δολίων, που εξύψωναν τους μεν και αμαύρωναν τους δε.
Εμείς, πάντως, επιμένουμε ότι το ευγενές κορφολόγημα του Γκρης θα πρόβαλε ακόμη ευγενέστερο, αν ακολουθούσε τη χρονική ροή. Μετά τον Σολωμό και τον Κάλβο, να παρατασσόταν η Επτανησιακή Σχολή: Τυπάλδος, Τερτσέτης, Βαλαωρίτης. Ο τελευταίος με περισσότερα από δυο, κλείνοντας οι Επτανήσιοι με Μαρκορά και Μαβίλη. Να ακολουθούσε η πρώτη μετεπαναστατική γενιά. Μπροστά, οι Φαναριώτες: Αλέξανδρος Σούτσος, Παναγιώτης Σούτσος. Ο τελευταίος με ακέραιο τον «Καραΐσκο» του και, απαραιτήτως, «Ο κλέφτης» του Ραγκαβή, αν μη τι άλλο, εις μνήμην των ελληνοπαίδων που τον απήγγειλαν εκάστη 25η Μαρτίου για έναν και πλέον αιώνα. Από κοντά και οι ντόπιοι. Αχιλλέας Παράσχος, Γεώργιος Ζαλοκώστας. Και αφού θα έκλεινε ένας πρώτος κύκλος, να ερχόταν η γενιά του 1880, με Παλαμά, Κρυστάλλη, Πολέμη, Σουρή, Μαλακάση, Πάλλη, Νιρβάνα, Βλαχογιάννη και μερικούς ακόμη. Σε αυτούς, ο ανθολόγος έπρεπε να σταθεί γενναιόδωρος, όπως στάθηκε για τους ζώντες, που χρεία δεν έχουν. Από όλα αυτά τα ποιήματα των παλαιότερων μόνο το ποίημα του Σουρή θα γλίτωνε το ξεσκαρτάρισμα. «Και αγωνιστού τινός θάνατος ελεεινός» είναι ο τίτλος του και ενέπνευσε ανήμερα την 25η Μαρτίου ωριαία εκπομπή περί της αγνωμονούσης πατρίδος. Ευτυχώς, στη σημερινή συγκυρία, οτιδήποτε στηλιτεύει την πατρίδα, παλαιότερο ή νεότερο, αναδεικνύεται. Και η ανθολογία θα μπορούσε να κλείνει με ένα δεύτερο κύκλο. Βάρναλης, Σικελιανός, Καζαντζάκης, Καρυωτάκης, μεσοπολεμικοί και οι πρώτες γενιές των μεταπολεμικών, με όριο ασφαλείας την Απριλιανή Δικτατορία.
Τελειώνοντας, θα θέλαμε να επανέλθουμε στους μύθους και να τονίσουμε το πόσο ωφελούν τους λαούς. Γεγονός, που μπορεί να δημιουργήσει προσκόμματα στο έργο των ιστορικών μας. Ένα καλό παράδειγμα δίνει το πυρηνικό “ατύχημα” στην Ιαπωνία. Στο εορταστικό τριήμερο της 25ης Μαρτίου, μέσα στην ολομέτωπη επίθεση των ΜΜΕ εναντίον των μύθων του '21, εξαφανίστηκε “η ραδιενέργεια εδώ και τώρα”. Αμέριμνοι οι Αθηναίοι πήγαν βόλτα στις παραλίες για ν' αναπνεύσουν λίγο ιώδιο, ενισχυμένο με το ισότοπό του, ιώδιο-131, καθώς, κατά διαολεμένη σύμπτωση, το ραδιενεργό νέφος έφτασε στον ελληνικό εναέριο χώρο, την ημέρα της εθνικής επετείου, όπου και παρέμεινε, λόγω ήπιων ανέμων, για ολόκληρο το τριήμερο. Τις ίδιες μέρες, κάποιοι Ιάπωνες, που αποκαλούν εαυτούς Σαμουράι, πιστοί στη μακραίωνη παράδοσή τους, είχαν επιληφθεί του θανατηφόρου έργου απενεργοποίησης των πυρηνικών αντιδραστήρων, από το οποίο κρέμεται και η δική μας επιβίωση. Ευτυχώς, από αυτήν την άποψη, που οι Ιάπωνες δεν έκαναν αποκάθαρση της Ιστορίας τους από τους μύθους της, αμαυρώνοντας, μεταξύ πλείστων άλλων, και τους Σαμουράι. Όσο για εμάς, μπορούμε να εφαρμόζουμε το γαία πυρί μειχθήτω. Ανεξάρτητα αν η γη, χωρίς τρελούς, ποιητές και μύθους, μόνο με πολιτικούς άνδρες του ύψους ενός Μαυροκορδάτου, ενός Κωλέττη και των σημερινών διαδόχων τους, μπορεί και να σταματήσει να γυρίζει.
Μ. Θεοδοσοπούλου
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 3/4/2011
1 σχόλιο:
Δημοσίευση σχολίου