Οι τόμοι με συναγωγές κειμένων για έναν συγγραφέα θέτουν το ερώτημα των παραμέτρων με τις οποίες αρμόζει να αξιολογούνται παρόμοιες εκδόσεις. Το καθοριστικό, προφανώς, στοιχείο είναι το ίδιο το αντικείμενό τους, δηλαδή η θέση που καταλαμβάνει ο εν λόγω συγγραφέας στη νεοελληνική λογοτεχνία. Όταν, μάλιστα, πρόκειται για αποθανόντα, θα πρέπει να γίνεται διάκριση ανάμεσα στη θέση που κατείχε όσο ζούσε και στη σημερινή, που αντικαθρεφτίζει το πώς έχει, στο ενδιάμεσο, καταγραφεί στην ιστορία των νεοελληνικών γραμμάτων. Ένα δεύτερο, αλλά καθόλου δευτερεύον στοιχείο στην βαρύτητα, που έχει μια παρόμοια συναγωγή, είναι οι συνεργάτες και η ποιότητα των κειμένων τους. Εδώ, οι σημαντικές παράμετροι είναι οι σχέσεις του γράφοντος με τον τιμώμενο συγγραφέα και ο χρόνος, καθώς και οι περιστάσεις συγγραφής του κειμένου του. Δηλαδή, αν ανήκει στα κείμενα της κριτικής υποδοχής ενός βιβλίου ή μιας άλλης έκδοσης του συγκεκριμένου συγγραφέα ή αν ανθολογήθηκε από αφιέρωμα, που έγινε ζώντος του συγγραφέα, σε μια φάση ακμής του. Διαφορετική περίπτωση συνιστούν τα μεταθανάτια κείμενα. Πρώτον, οι νεκρολογίες, και μετά τα κείμενα, που γράφτηκαν με αφορμή μια επανέκδοση και τα πάσης φύσεως επετειακά, όπου ο καθοριστικός πλέον παράγων είναι η χρονική απόσταση από το θάνατό του και η τύχη που του επιφυλάχτηκε κατά την επανεκτίμηση του έργου του. Την συμβολή όλων αυτών των επιμέρους συντελεστών μπορούμε να την εκτιμήσουμε καλύτερα με παράδειγμα τις συναγωγές κειμένων για ζώντες συγγραφείς και πώς αυτές σταθμίζονται από το κύρος των προσώπων.
Μια συστηματική σειρά με συναγωγές κειμένων για κορυφαίους αποθανόντες συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας είναι αυτή των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης. Με τον ομοιόμορφο γενικό τίτλο, “εισαγωγή στην ποίηση” ή, αντιστοίχως, “στην πεζογραφία” του άλφα ποιητή ή του βήτα πεζογράφου, έχουν μέχρι στιγμής κυκλοφορήσει οκτώ τόμοι για ποιητές (Σολωμός, Κάλβος, Καβάφης, οι δυο νομπελίστες, Σεφέρης και Ελύτης, Εγγονόπουλος, και πρόσφατα, Ρίτσος) και δυο για “κλασικούς” της πεζογραφίας μας (Παπαδιαμάντης, Καζαντζάκης). Ένας παρόμοιος τόμος για έναν τρίτο “κλασικό” πεζογράφο, τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, κυκλοφόρησε, το 2007, από τις εκδόσεις του Ιδρύματος Ουράνη, σε μια σειρά συνοδευτική των δυο βασικών σειρών του Ιδρύματος, της «Νεοελληνικής Βιβλιοθήκης», που έστησε ο Απόστολος Σαχίνης και μετά το θάνατό του, συνεχίζει ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος, και της «Θεατρικής Βιβλιοθήκης», που καταρτίζει ο Βάλτερ Πούχνερ, επωμιζόμενος ο ίδιος τη φιλολογική επιμέλεια και των οκτώ τόμων, που έχουν μέχρι σήμερα εκδοθεί.
Δυο χρόνια μετά τον τόμο για τον Ξενόπουλο, εκδόθηκαν πέρυσι δυο τόμοι για τον Άλκη Θρύλο ή, κατά κόσμο, Ελένη Νεγρεπόντη-Ουράνη, και τον Πέτρο Χάρη («Η κριτική για τον Άλκη Θρύλο» και «Η κριτική για τον Πέτρο Χάρη», σε επιμέλεια Θανάση Θ. Νιάρχου). Δίδυμοι τόμοι για ένα λογοτεχνικό δίδυμο, που κυριάρχησε στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι τη δεκαετία του ’30 και συνέχισε να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο την επόμενη ταραγμένη δεκαετία, ενώ ισχυρή παρουσία διατηρεί και μεταπολεμικά, χάρις στη «Νέα Εστία» και τα βραβεία της «Ομάδας των Δώδεκα». Με βάση τη σημερινή προοπτική, το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η μεγάλη απόσταση ανάμεσα στην εξέχουσα θέση που κατείχαν πάνω από μια τεσσαρακονταετία και την κατοπινή τους αφάνεια. Σχεδόν ολοσχερής για τον Άλκη Θρύλο, μερική για τον Πέτρο Χάρη, που διατηρεί μια σκιώδη θέση στην πεζογραφία του Μεσοπολέμου. Το γεγονός ότι αποτέλεσαν ένα δίδυμο κριτικών με καθοριστικό λόγο στην ανάδειξη ενός βιβλίου και την καθιέρωση ενός συγγραφέα, σε συνδυασμό με την αποκαθήλωσή τους, καθιστά ενδιαφέρουσα μια δεύτερη ματιά στο έργο τους. Αυτό θα σήμαινε επανέκδοση ορισμένων βιβλίων τους. Στην περίπτωση, μάλιστα, του Άλκη Θρύλου, το “νοικοκύρεμα” του έργου του συνιστά υποχρέωση του Ιδρύματος Ουράνη, που δημιουργήθηκε το 1972 από το κληροδότημα της μεγάλης περιουσίας Νεγρεπόντη στην Ακαδημία Αθηνών. Προσφορά, που έκανε ο ίδιος ο Άλκης Θρύλος, το 1969. Στη συνέχεια, λοιπόν, μιας γενικότερης φροντίδας, θα έρχονταν οι συναγωγές κειμένων για το συγκεκριμένο δίδυμο συγγραφέων.
Οι δυο τόμοι διαφέρουν ουσιαστικά και αντίστοιχα, διίστανται οι εικόνες που δίνουν για τους δυο συγγραφείς. Ωστόσο, για τη διαφορά δεν ευθύνεται μόνο ο επιμελητής αλλά και ο Άλκης Θρύλος, που παραμέλησε την έκδοση βιβλίων του. Με εξαίρεση τα ταξιδιωτικά του και κάποιες νεανικές εκδόσεις, ποιήματα και θεατρικά μονόπρακτα, ο Άλκης Θρύλος στάθηκε αμιγής κριτικός και δη, δισυπόστατος. Όντας θεατρικός κριτικός της «Νέας Εστίας», από την ίδρυση του περιοδικού μέχρι το θάνατό του, στις 8 Δεκεμβρίου 1971, και συστηματικός κριτικός λογοτεχνίας σε πλείστα όσα περιοδικά και εφημερίδες, φαίνεται πως δεν είχε χρόνο για αυτοτελείς μελέτες. Από την άλλη, αρνείτο να συγκεντρώσει τις κριτικές του σε βιβλία. Ένα από τα επιχειρήματά του ήταν πως είχε ανασκευάσει πολλές απόψεις του για βιβλία και πρόσωπα. Τελικά, άλλαξε γνώμη και το 1961 άρχισε να δημοσιεύει συναγωγές δημοσιευμάτων του. Το αποτέλεσμα είναι, από τα συνολικά 34 κείμενα του πρόσφατου τόμου, τα 31 να είναι δημοσιευμένα από το 1961 και ύστερα. Από αυτά, τα 20 συνιστούν κριτικές για επτά από τα βιβλία του, που εκδόθηκαν μέσα σε εκείνη την τελευταία δεκαετία, ενώ τα 11 είναι τρεις νεκρολογίες και 8 από τα 11 συνολικά κείμενα του μοναδικού αφιερώματος περιοδικού στον Άλκη Θρύλο, αυτό της «Νέας Εστίας», κατά τη συμπλήρωση ενός έτους από το θάνατό του.
Με εξαίρεση τα μεταθανάτια κείμενα, στις κριτικές των βιβλίων του, τουλάχιστον σε όσες δεν προέρχονται από τους φίλους του, διατυπώνονται και επικρίσεις. Γενικά, όμως, οι 19 γράφοντες τα 34 κείμενα σκιαγραφούν μια φωτεινή εικόνα, την οποία εξωραίζει περαιτέρω η εισαγωγή του επιμελητή, με τίτλο, «Μετέωρο ανεπανάληπτο». Κείμενο του Κ.Θ. Δημαρά δεν ανθολογείται, στην Ιστορία του, όμως, σημειώνει: «Συντηρητική τελικά η διάθεσή του, τείνει να εκφράσει την αντίληψη του μέσου αναγνώστη, εκείνου που έχει μέτρια ευαισθησία και σχετική καλλιέργεια.» Αν υιοθετήσουμε την κρίση του, τότε οι κριτικές του Άλκη Θρύλου έχασαν την αξία τους μαζί με το θάνατο αυτού του “μέσου αναγνώστη” της εποχής του. Ο ίδιος, άνθρωπος, όπως φαίνεται, εγκεφαλικός, με ανεπτυγμένο το αίσθημα της αυτοκριτικής, διεκδικούσε, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, για το έργο του την αξία χρονικού. Και πράγματι, πρόκειται για ένα χρονικό, με πακτωλό πραγματολογικών στοιχείων για βιβλία και θεατρικές παραστάσεις, που παρουσιάστηκαν στη διάρκεια μιας τεσσαρακονταετίας.
Διαφορετική η περίπτωση του Πέτρου Χάρη, που, τουλάχιστον ως πεζογράφος, κατά κανόνα, διασώζεται στις ιστορίες νεοελληνικής λογοτεχνίας. Στον πρόσφατο τόμο, με ακριβώς τον διπλάσιο αριθμό σελίδων από εκείνον για τον Άλκη Θρύλο, ανθολογούνται 80 κείμενα, 37 συγγραφέων (λ.χ., ο Γιάννης Χατζίνης συμμετέχει με 17 κείμενα, ο Βάσος Βαρίκας με 7 και ο Άλκης Θρύλος με 5). Τα κείμενα ανθολογούνται από την κριτική υποδοχή των βιβλίων του Χάρη, που εκδόθηκαν μέχρι το 1982. Δηλαδή, δεν υπάρχου κείμενα για τα επτά τελευταία του βιβλία, τα δυο πεζογραφικά, το ταξιδιωτικό και τα τέσσερα με μελετήματα και δοκίμια. Επίσης, δεν ανθολογούνται κείμενα από τα τέσσερα, συνολικά, αφιερώματα στον Χάρη, που έγιναν την περίοδο 1976-1988. Κυρίως, όμως, δεν ανθολογούνται νεκρολογίες, ούτε μεταθανάτιες αποτιμήσεις. Πιθανώς, γιατί δεν βρέθηκαν ούτε καν στο περιοδικό του, τη «Νέα Εστία». Υπάρχει, βεβαίως, μια μοναδική στο «Ex Libris». Υπερβάλλουμε. Το δίχως άλλο μια συστηματικότερη αναζήτηση, όλο και κάποια θα εντόπιζε.
Ο Χάρης πέθανε το βράδυ της 12ης Δεκεμβρίου 1998. Ημέρα Δευτέρα. Την προηγούμενη Παρασκευή, 9 Δεκεμβρίου, είχε πεθάνει η Λιλή Ζωγράφου. Θαμπωμένο το δημοσιογραφικό ένστικτο από το σίριαλ, «Η αγάπη άργησε μια μέρα», και από τον ελευθεριάζοντα χαρακτήρα της, πρόβαλαν ως μεγάλη τη Ζωγράφου και πυγμαίο τον Χάρη. Σημειωτέον ότι ο Χάρης κατείχε έδρα Ακαδημαϊκού από το 1969 και ότι διετέλεσε και Πρόεδρος της Ακαδημίας. Παρόλα αυτά, η είδηση του θανάτου του εξαφανίστηκε σε ειδησάρια πλήρη λαθών. Μεταξύ πλείστων άλλων, αναφερόταν ως εκδότης των «Νέων Γραμμάτων», χωρίς καμιά αναφορά στη «Νέα Εστία». Από μια άποψη, ο Χάρης, γεννηθείς στις 26 Αυγούστου 1902, πέθανε πολύ αργά, σε μια αμνήμονα χώρα. Άργησε να πεθάνει ακόμη και για το περιοδικό του. Τρεις μήνες νωρίτερα, η «Νέα Εστία» είχε αποκτήσει τον τέταρτο, στη σειρά, διευθυντή της. Ο Χάρης ξεκίνησε ως συνεργάτης του περιοδικού, έγινε συνδιευθυντής το 1933, τον Ιανουάριο του 1934 παντρεύτηκε την πρωτότοκη κόρη του διευθυντή και εκδότη, την Κάκια Ξενόπουλου, τον ίδιο Σεπτέμβριο χώρισε και από εκείνο τον Δεκέμβριο ανέλαβε διευθυντής, μέχρι τα τέλη του 1987. Στα εξηντάχρονα του περιοδικού παρέδωσε την σκυτάλη στον Ε. Ν. Μόσχο.
Κατά τα άλλα, ενώ ο Άλκης Θρύλος, με ολόκληρο Ίδρυμα Ουράνη, δεν ευτύχησε να αποκτήσει βιβλιογραφία, ο Χάρης βιβλιογραφήθηκε, έστω και ημιτελώς. Δεκέμβριο 1981, ο Μάνος Χαριτάτος εξέδωσε μια πλήρη, έως εκείνο το έτος, εργογραφία, όπου η κάθε έκδοση ενός εκάστου βιβλίου συνοδεύεται από εξαντλητική κριτικογραφία. Μάλιστα, σε ένα δεύτερο μέρος, παρατίθεται ανθολογία από τα κριτικά κείμενα, ακέραια ή αποσπάσματα. Με αυτήν την βιβλιογραφική υποδομή, η πρόσφατη ανθολόγηση κριτικών κειμένων αποκτά μεγαλύτερη αξία, καθώς προσφέρεται και για μια συγκριτική ανάγνωση. Πρώτον, έχουμε καλύτερη εικόνα της ανθολόγησης για κάθε βιβλίο μέσω του συνόλου των κριτικών κειμένων. Δεύτερον, ορισμένα σημαντικά κριτικά κείμενα αναδημοσιεύονται, εδώ, ακέραια. Ένα καλό παράδειγμα των δυσκολιών, που θα πρέπει να αντιμετώπισε ο επιμελητής, δίνει το μυθιστόρημα του Χάρη, «Ημέρες οργής (Δεκέμβριος 1944)», που εκδόθηκε το 1979 και θεωρήθηκε το σημαντικότερο βιβλίο του. Τα καταγεγραμμένα κριτικά κείμενα φτάνουν τα 60, από τα οποία ανθολογήθηκαν μόνο τέσσερα. Την φροντίδα του έργου του Χάρη, ο Χαριτάτος τη συμπλήρωσε με τη δίτομη έκδοση, «Σαράντα χρόνια κριτικής ελληνικού πεζού λόγου» (1981, 1985), στην οποία συγκεντρώθηκαν τα κριτικά του Χάρη της «Νέας Εστίας», κατά την μακριά περίοδο, 1928-1956. Τα εκτενέστερα μελετήματά του σε αφιερώματα του περιοδικού, τα είχε συγκεντρώσει ο ίδιος σε επτά τόμους, με τον τίτλο, «Έλληνες πεζογράφοι».
Η εισαγωγή του επιμελητή, με τίτλο, «Ακένωτη παρουσία», ξεκινά με την απορία, ποιο μπορεί να είναι το πρώτο δημοσίευμα του Χάρη και αν υπάρχει δημοσίευμα με το πραγματικό του όνομα, Γιάννης Μαρμαριάδης. Μια απάντηση προσφέρει ο ίδιος ο Χάρης, στο σύντομο βιογραφικό, που έδωσε στον Αδαμάντιο Παπαδήμα για την ανθολογία τού 1923, «Οι νέοι διηγηματογράφοι», στην οποία συμμετέχει και ο Άλκης Θρύλος. Καταθέτει ότι “πρωτοφάνηκε” στον «Νουμά», το 1919. Στην Ιστορία Αργυρίου, το πρώτο δημοσίευμα του Χάρη στον Νουμά εντοπίζεται στις 26.9.1920. Κατά τα άλλα, ο επιμελητής υπερασπίζεται, με τη γνωστή του πειστική ρητορική, τον πεζογράφο Πέτρο Χάρη και τον κριτικό Άλκη Θρύλο, δηλώνοντας τον θαυμασμό του για τις δυο αυτές προσωπικότητες των ελληνικών γραμμάτων, που ανήκουν σε ένα παλαιό και σχεδόν εξαφανισμένο είδος. Για να συμμεριστεί ο αναγνώστης τις απόψεις του, θα πρέπει, όχι μόνο να εμπιστεύεται την αντικειμενικότητα των συνολικά 48 (αθροίζοντας τους συνεργάτες των δύο τόμων) συγγραφέων των κειμένων, όλοι τους, σήμερα, πλην δύο, αν δεν σφάλλουμε, αποθανόντες, αλλά και να λογαριάζει, έστω και στο ελάχιστο, το γούστο τους. Με εξαίρεση πέντε-έξι ονόματα, πολύ φοβόμαστε ότι οι υπόλοιποι έχουν πέσει στην αφάνεια μαζί με τους τιμώμενους. Ύστερα, οι νεότεροι μελετητές σπανίως διαβάζουν κριτικές και ουδέποτε γηγενών και παλαιότερων. Προτιμούν τις θεωρίες και τους αλλοδαπούς.
Μια συστηματική σειρά με συναγωγές κειμένων για κορυφαίους αποθανόντες συγγραφείς της νεοελληνικής λογοτεχνίας είναι αυτή των Πανεπιστημιακών Εκδόσεων Κρήτης. Με τον ομοιόμορφο γενικό τίτλο, “εισαγωγή στην ποίηση” ή, αντιστοίχως, “στην πεζογραφία” του άλφα ποιητή ή του βήτα πεζογράφου, έχουν μέχρι στιγμής κυκλοφορήσει οκτώ τόμοι για ποιητές (Σολωμός, Κάλβος, Καβάφης, οι δυο νομπελίστες, Σεφέρης και Ελύτης, Εγγονόπουλος, και πρόσφατα, Ρίτσος) και δυο για “κλασικούς” της πεζογραφίας μας (Παπαδιαμάντης, Καζαντζάκης). Ένας παρόμοιος τόμος για έναν τρίτο “κλασικό” πεζογράφο, τον Γρηγόριο Ξενόπουλο, κυκλοφόρησε, το 2007, από τις εκδόσεις του Ιδρύματος Ουράνη, σε μια σειρά συνοδευτική των δυο βασικών σειρών του Ιδρύματος, της «Νεοελληνικής Βιβλιοθήκης», που έστησε ο Απόστολος Σαχίνης και μετά το θάνατό του, συνεχίζει ο Βαγγέλης Αθανασόπουλος, και της «Θεατρικής Βιβλιοθήκης», που καταρτίζει ο Βάλτερ Πούχνερ, επωμιζόμενος ο ίδιος τη φιλολογική επιμέλεια και των οκτώ τόμων, που έχουν μέχρι σήμερα εκδοθεί.
Δυο χρόνια μετά τον τόμο για τον Ξενόπουλο, εκδόθηκαν πέρυσι δυο τόμοι για τον Άλκη Θρύλο ή, κατά κόσμο, Ελένη Νεγρεπόντη-Ουράνη, και τον Πέτρο Χάρη («Η κριτική για τον Άλκη Θρύλο» και «Η κριτική για τον Πέτρο Χάρη», σε επιμέλεια Θανάση Θ. Νιάρχου). Δίδυμοι τόμοι για ένα λογοτεχνικό δίδυμο, που κυριάρχησε στο λογοτεχνικό γίγνεσθαι τη δεκαετία του ’30 και συνέχισε να παίζει πρωταγωνιστικό ρόλο την επόμενη ταραγμένη δεκαετία, ενώ ισχυρή παρουσία διατηρεί και μεταπολεμικά, χάρις στη «Νέα Εστία» και τα βραβεία της «Ομάδας των Δώδεκα». Με βάση τη σημερινή προοπτική, το κοινό χαρακτηριστικό τους είναι η μεγάλη απόσταση ανάμεσα στην εξέχουσα θέση που κατείχαν πάνω από μια τεσσαρακονταετία και την κατοπινή τους αφάνεια. Σχεδόν ολοσχερής για τον Άλκη Θρύλο, μερική για τον Πέτρο Χάρη, που διατηρεί μια σκιώδη θέση στην πεζογραφία του Μεσοπολέμου. Το γεγονός ότι αποτέλεσαν ένα δίδυμο κριτικών με καθοριστικό λόγο στην ανάδειξη ενός βιβλίου και την καθιέρωση ενός συγγραφέα, σε συνδυασμό με την αποκαθήλωσή τους, καθιστά ενδιαφέρουσα μια δεύτερη ματιά στο έργο τους. Αυτό θα σήμαινε επανέκδοση ορισμένων βιβλίων τους. Στην περίπτωση, μάλιστα, του Άλκη Θρύλου, το “νοικοκύρεμα” του έργου του συνιστά υποχρέωση του Ιδρύματος Ουράνη, που δημιουργήθηκε το 1972 από το κληροδότημα της μεγάλης περιουσίας Νεγρεπόντη στην Ακαδημία Αθηνών. Προσφορά, που έκανε ο ίδιος ο Άλκης Θρύλος, το 1969. Στη συνέχεια, λοιπόν, μιας γενικότερης φροντίδας, θα έρχονταν οι συναγωγές κειμένων για το συγκεκριμένο δίδυμο συγγραφέων.
Οι δυο τόμοι διαφέρουν ουσιαστικά και αντίστοιχα, διίστανται οι εικόνες που δίνουν για τους δυο συγγραφείς. Ωστόσο, για τη διαφορά δεν ευθύνεται μόνο ο επιμελητής αλλά και ο Άλκης Θρύλος, που παραμέλησε την έκδοση βιβλίων του. Με εξαίρεση τα ταξιδιωτικά του και κάποιες νεανικές εκδόσεις, ποιήματα και θεατρικά μονόπρακτα, ο Άλκης Θρύλος στάθηκε αμιγής κριτικός και δη, δισυπόστατος. Όντας θεατρικός κριτικός της «Νέας Εστίας», από την ίδρυση του περιοδικού μέχρι το θάνατό του, στις 8 Δεκεμβρίου 1971, και συστηματικός κριτικός λογοτεχνίας σε πλείστα όσα περιοδικά και εφημερίδες, φαίνεται πως δεν είχε χρόνο για αυτοτελείς μελέτες. Από την άλλη, αρνείτο να συγκεντρώσει τις κριτικές του σε βιβλία. Ένα από τα επιχειρήματά του ήταν πως είχε ανασκευάσει πολλές απόψεις του για βιβλία και πρόσωπα. Τελικά, άλλαξε γνώμη και το 1961 άρχισε να δημοσιεύει συναγωγές δημοσιευμάτων του. Το αποτέλεσμα είναι, από τα συνολικά 34 κείμενα του πρόσφατου τόμου, τα 31 να είναι δημοσιευμένα από το 1961 και ύστερα. Από αυτά, τα 20 συνιστούν κριτικές για επτά από τα βιβλία του, που εκδόθηκαν μέσα σε εκείνη την τελευταία δεκαετία, ενώ τα 11 είναι τρεις νεκρολογίες και 8 από τα 11 συνολικά κείμενα του μοναδικού αφιερώματος περιοδικού στον Άλκη Θρύλο, αυτό της «Νέας Εστίας», κατά τη συμπλήρωση ενός έτους από το θάνατό του.
Με εξαίρεση τα μεταθανάτια κείμενα, στις κριτικές των βιβλίων του, τουλάχιστον σε όσες δεν προέρχονται από τους φίλους του, διατυπώνονται και επικρίσεις. Γενικά, όμως, οι 19 γράφοντες τα 34 κείμενα σκιαγραφούν μια φωτεινή εικόνα, την οποία εξωραίζει περαιτέρω η εισαγωγή του επιμελητή, με τίτλο, «Μετέωρο ανεπανάληπτο». Κείμενο του Κ.Θ. Δημαρά δεν ανθολογείται, στην Ιστορία του, όμως, σημειώνει: «Συντηρητική τελικά η διάθεσή του, τείνει να εκφράσει την αντίληψη του μέσου αναγνώστη, εκείνου που έχει μέτρια ευαισθησία και σχετική καλλιέργεια.» Αν υιοθετήσουμε την κρίση του, τότε οι κριτικές του Άλκη Θρύλου έχασαν την αξία τους μαζί με το θάνατο αυτού του “μέσου αναγνώστη” της εποχής του. Ο ίδιος, άνθρωπος, όπως φαίνεται, εγκεφαλικός, με ανεπτυγμένο το αίσθημα της αυτοκριτικής, διεκδικούσε, τα τελευταία χρόνια της ζωής του, για το έργο του την αξία χρονικού. Και πράγματι, πρόκειται για ένα χρονικό, με πακτωλό πραγματολογικών στοιχείων για βιβλία και θεατρικές παραστάσεις, που παρουσιάστηκαν στη διάρκεια μιας τεσσαρακονταετίας.
Διαφορετική η περίπτωση του Πέτρου Χάρη, που, τουλάχιστον ως πεζογράφος, κατά κανόνα, διασώζεται στις ιστορίες νεοελληνικής λογοτεχνίας. Στον πρόσφατο τόμο, με ακριβώς τον διπλάσιο αριθμό σελίδων από εκείνον για τον Άλκη Θρύλο, ανθολογούνται 80 κείμενα, 37 συγγραφέων (λ.χ., ο Γιάννης Χατζίνης συμμετέχει με 17 κείμενα, ο Βάσος Βαρίκας με 7 και ο Άλκης Θρύλος με 5). Τα κείμενα ανθολογούνται από την κριτική υποδοχή των βιβλίων του Χάρη, που εκδόθηκαν μέχρι το 1982. Δηλαδή, δεν υπάρχου κείμενα για τα επτά τελευταία του βιβλία, τα δυο πεζογραφικά, το ταξιδιωτικό και τα τέσσερα με μελετήματα και δοκίμια. Επίσης, δεν ανθολογούνται κείμενα από τα τέσσερα, συνολικά, αφιερώματα στον Χάρη, που έγιναν την περίοδο 1976-1988. Κυρίως, όμως, δεν ανθολογούνται νεκρολογίες, ούτε μεταθανάτιες αποτιμήσεις. Πιθανώς, γιατί δεν βρέθηκαν ούτε καν στο περιοδικό του, τη «Νέα Εστία». Υπάρχει, βεβαίως, μια μοναδική στο «Ex Libris». Υπερβάλλουμε. Το δίχως άλλο μια συστηματικότερη αναζήτηση, όλο και κάποια θα εντόπιζε.
Ο Χάρης πέθανε το βράδυ της 12ης Δεκεμβρίου 1998. Ημέρα Δευτέρα. Την προηγούμενη Παρασκευή, 9 Δεκεμβρίου, είχε πεθάνει η Λιλή Ζωγράφου. Θαμπωμένο το δημοσιογραφικό ένστικτο από το σίριαλ, «Η αγάπη άργησε μια μέρα», και από τον ελευθεριάζοντα χαρακτήρα της, πρόβαλαν ως μεγάλη τη Ζωγράφου και πυγμαίο τον Χάρη. Σημειωτέον ότι ο Χάρης κατείχε έδρα Ακαδημαϊκού από το 1969 και ότι διετέλεσε και Πρόεδρος της Ακαδημίας. Παρόλα αυτά, η είδηση του θανάτου του εξαφανίστηκε σε ειδησάρια πλήρη λαθών. Μεταξύ πλείστων άλλων, αναφερόταν ως εκδότης των «Νέων Γραμμάτων», χωρίς καμιά αναφορά στη «Νέα Εστία». Από μια άποψη, ο Χάρης, γεννηθείς στις 26 Αυγούστου 1902, πέθανε πολύ αργά, σε μια αμνήμονα χώρα. Άργησε να πεθάνει ακόμη και για το περιοδικό του. Τρεις μήνες νωρίτερα, η «Νέα Εστία» είχε αποκτήσει τον τέταρτο, στη σειρά, διευθυντή της. Ο Χάρης ξεκίνησε ως συνεργάτης του περιοδικού, έγινε συνδιευθυντής το 1933, τον Ιανουάριο του 1934 παντρεύτηκε την πρωτότοκη κόρη του διευθυντή και εκδότη, την Κάκια Ξενόπουλου, τον ίδιο Σεπτέμβριο χώρισε και από εκείνο τον Δεκέμβριο ανέλαβε διευθυντής, μέχρι τα τέλη του 1987. Στα εξηντάχρονα του περιοδικού παρέδωσε την σκυτάλη στον Ε. Ν. Μόσχο.
Κατά τα άλλα, ενώ ο Άλκης Θρύλος, με ολόκληρο Ίδρυμα Ουράνη, δεν ευτύχησε να αποκτήσει βιβλιογραφία, ο Χάρης βιβλιογραφήθηκε, έστω και ημιτελώς. Δεκέμβριο 1981, ο Μάνος Χαριτάτος εξέδωσε μια πλήρη, έως εκείνο το έτος, εργογραφία, όπου η κάθε έκδοση ενός εκάστου βιβλίου συνοδεύεται από εξαντλητική κριτικογραφία. Μάλιστα, σε ένα δεύτερο μέρος, παρατίθεται ανθολογία από τα κριτικά κείμενα, ακέραια ή αποσπάσματα. Με αυτήν την βιβλιογραφική υποδομή, η πρόσφατη ανθολόγηση κριτικών κειμένων αποκτά μεγαλύτερη αξία, καθώς προσφέρεται και για μια συγκριτική ανάγνωση. Πρώτον, έχουμε καλύτερη εικόνα της ανθολόγησης για κάθε βιβλίο μέσω του συνόλου των κριτικών κειμένων. Δεύτερον, ορισμένα σημαντικά κριτικά κείμενα αναδημοσιεύονται, εδώ, ακέραια. Ένα καλό παράδειγμα των δυσκολιών, που θα πρέπει να αντιμετώπισε ο επιμελητής, δίνει το μυθιστόρημα του Χάρη, «Ημέρες οργής (Δεκέμβριος 1944)», που εκδόθηκε το 1979 και θεωρήθηκε το σημαντικότερο βιβλίο του. Τα καταγεγραμμένα κριτικά κείμενα φτάνουν τα 60, από τα οποία ανθολογήθηκαν μόνο τέσσερα. Την φροντίδα του έργου του Χάρη, ο Χαριτάτος τη συμπλήρωσε με τη δίτομη έκδοση, «Σαράντα χρόνια κριτικής ελληνικού πεζού λόγου» (1981, 1985), στην οποία συγκεντρώθηκαν τα κριτικά του Χάρη της «Νέας Εστίας», κατά την μακριά περίοδο, 1928-1956. Τα εκτενέστερα μελετήματά του σε αφιερώματα του περιοδικού, τα είχε συγκεντρώσει ο ίδιος σε επτά τόμους, με τον τίτλο, «Έλληνες πεζογράφοι».
Η εισαγωγή του επιμελητή, με τίτλο, «Ακένωτη παρουσία», ξεκινά με την απορία, ποιο μπορεί να είναι το πρώτο δημοσίευμα του Χάρη και αν υπάρχει δημοσίευμα με το πραγματικό του όνομα, Γιάννης Μαρμαριάδης. Μια απάντηση προσφέρει ο ίδιος ο Χάρης, στο σύντομο βιογραφικό, που έδωσε στον Αδαμάντιο Παπαδήμα για την ανθολογία τού 1923, «Οι νέοι διηγηματογράφοι», στην οποία συμμετέχει και ο Άλκης Θρύλος. Καταθέτει ότι “πρωτοφάνηκε” στον «Νουμά», το 1919. Στην Ιστορία Αργυρίου, το πρώτο δημοσίευμα του Χάρη στον Νουμά εντοπίζεται στις 26.9.1920. Κατά τα άλλα, ο επιμελητής υπερασπίζεται, με τη γνωστή του πειστική ρητορική, τον πεζογράφο Πέτρο Χάρη και τον κριτικό Άλκη Θρύλο, δηλώνοντας τον θαυμασμό του για τις δυο αυτές προσωπικότητες των ελληνικών γραμμάτων, που ανήκουν σε ένα παλαιό και σχεδόν εξαφανισμένο είδος. Για να συμμεριστεί ο αναγνώστης τις απόψεις του, θα πρέπει, όχι μόνο να εμπιστεύεται την αντικειμενικότητα των συνολικά 48 (αθροίζοντας τους συνεργάτες των δύο τόμων) συγγραφέων των κειμένων, όλοι τους, σήμερα, πλην δύο, αν δεν σφάλλουμε, αποθανόντες, αλλά και να λογαριάζει, έστω και στο ελάχιστο, το γούστο τους. Με εξαίρεση πέντε-έξι ονόματα, πολύ φοβόμαστε ότι οι υπόλοιποι έχουν πέσει στην αφάνεια μαζί με τους τιμώμενους. Ύστερα, οι νεότεροι μελετητές σπανίως διαβάζουν κριτικές και ουδέποτε γηγενών και παλαιότερων. Προτιμούν τις θεωρίες και τους αλλοδαπούς.
Μ. Θεοδοσοπούλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου