Παραδόσεις στο Κολέγιο
της Γαλλίας, 1974-1975»
Μετάφραση:
Σωτήρης Σιαμανδούρας
Εκδόσεις Εστίας Ιούλιος 2010
Μεγάλη, απροσδιόριστη και συγκεχυμένη χαρακτηρίζει ο Μισέλ Φουκώ την οικογένεια των “anormaux” - στα ελληνικά ανώμαλων - στο βιβλίο του, που πρόσφατα μεταφράστηκε και το οποίο προέκυψε από την μεταγραφή των σχετικών παραδόσεών του στο Κολλέγιο της Γαλλίας. Ο Φουκώ εξελέγη καθηγητής στο Κολλέγιο στις 12 Απριλίου 1970, καταλαμβάνοντας την έδρα του Ζαν Υππολίτ, που είχε πεθάνει το προηγούμενο έτος, σε ηλικία 59 ετών. Το 1970, ο Φουκώ ήταν 44 ετών και κράτησε την έδρα μέχρι το θάνατό του, στις 25 Ιουνίου 1984, όταν συμπλήρωνε τα 58. Πρόκειται για την έδρα της Ιστορίας της φιλοσοφικής σκέψης, που, τότε, μετονομάστηκε σε Ιστορία των συστημάτων σκέψης. Ο Φουκώ άρχισε να διδάσκει στην μετονομασθείσα έδρα από τον Ιανουάριο του 1971. Οι παραδόσεις είχαν τη μορφή δημόσιων διαλέξεων. Γίνονταν κάθε Τετάρτη και διαρκούσαν τρεις μήνες, δηλαδή έως τα τέλη Μαρτίου. Μέχρι το θάνατό του, ο Φουκώ συμπλήρωσε δεκατρία χρόνια παραδόσεων, καθώς υπήρξε ένα ενδιάμεσο κενό, το 1977, που απουσίασε με εκπαιδευτική άδεια. Τα κείμενα των παραδόσεων απομαγνητοφωνήθηκαν και το 1997 άρχισε η ανά ακαδημαϊκό έτος αυτοτελής έκδοσή τους.
Κάθε Ιούνιο ο Φουκώ δημοσίευε μια σύνοψη των παραδόσεων της χρονιάς στην επετηρίδα του Κολλεγίου της Γαλλίας. Αυτή η αναδρομική, κατά κάποιο τρόπο, παρουσίαση του θέματος, που τον είχε απασχολήσει στη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους, δημοσιεύεται, σε κάθε τόμο, μετά τα κείμενα των παραδόσεων, τα οποία συνοδεύονται από σημειώσεις, βασισμένες στις σωζόμενες σημειώσεις του ίδιου. Επίσης, στο τέλος κάθε τόμου, οι γάλλοι επιμελητές παραθέτουν ένα κείμενο, το οποίο τοποθετεί τις παραδόσεις στο πλαίσιο του συνολικού έργου του Φουκώ, δίνοντας, ταυτόχρονα, τα κριτήρια και τις λύσεις, που εκείνοι υιοθέτησαν κατά τη μεταγραφή τους.
Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί, πριν από χρόνια το εναρκτήριο μάθημα του 1970 «Η τάξη του λόγου» και το 2002 οι παραδόσεις του ακαδημαϊκού έτους 1975-76, με τίτλο, «Για την υπεράσπιση της κοινωνίας». Εφέτος, ο πρόσφατος τόμος αφορά το προηγούμενο ακαδημαϊκό έτος, 1974-75. Να σημειώσουμε ότι ο τόμος των παραδόσεων του 1973-74, τιτλοφορείται «Ψυχιατρική δύναμη». Είναι προφανές ότι τουλάχιστον οι συγκεκριμένοι τρεις τόμοι αποτελούν θεματικά μια ενότητα και θα έπρεπε, προς διευκόλυνση του Έλληνα αναγνώστη, να είχαν εκδοθεί σύμφωνα με τη χρονολογική διάταξη των παραδόσεων. Στον πρόσφατο τόμο δεν προβλέπεται κάποια εισαγωγή ή επιλογικό σημείωμα ειδικά για την ελληνική έκδοση. Ανάμεσα στο κυρίως έργο του Φουκώ και τις παραδόσεις υπάρχει άμεση σχέση. Ειδικά ο πρόσφατος τόμος συγγενεύει με την «Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή». Ο γαλλικός τίτλος του αποδόθηκε ως «Οι μη κανονικοί», όσοι δηλαδή παραβαίνουν τον κανόνα, που δεν είναι ακριβές συνώνυμο εκείνων που παρεκκλίνουν από ό,τι θεωρείται ομαλό, φυσιολογικό. Ωστόσο, οι απαξιωτικές συνδηλώσεις της λέξης ανώμαλος, την καθιστά, προφανώς, ακατάλληλη για τίτλο βιβλίου.
Για να στηρίξει ο Φουκώ τις στοχαστικές του διερευνήσεις πάνω σε ένα θέμα, χρησιμοποιεί την μεθοδολογία της αρχαιολογίας, δηλαδή προχωρά συγκρίνοντας τους τρόπους σκέψης διαφορετικών περιόδων. Γι' αυτό και το κομβικό σύγγραμμά του, που εκδίδει το 1969, το τιτλοφορεί, «Η αρχαιολογία της γνώσης». Στο πρόσφατο βιβλίο, δημοσιεύονται έντεκα παραδόσεις. Στο τέλος της πρώτης, προσδιορίζει ως αντικείμενό τους την αρχαιολογία των τρόπων και τεχνικών κανονικοποίησης, καθώς και των εξουσιών, που απορρέουν από αυτήν. Ωστόσο, η πρώτη παράδοση δεν αφορά τους “μη κανονικούς” αλλά τις ιατροδικαστικές πραγματογνωμοσύνες. Όπως παρατηρούν οι γάλλοι επιμελητές, το μεγάλο ταλέντο του Φουκώ ήταν να συνδέει διαγωνίως, δηλαδή πλαγίως, την ιστορία με την επικαιρότητα. Και πράγματι, ξεκινά τις παραδόσεις διαβάζοντας δυο ψυχιατρικές γνωματεύσεις: Η πρώτη του 1955, αφορά μια γυναίκα, που σκότωσε την κόρη της, και διερευνάται η ηθική συνενοχή του εραστή της. Η δεύτερη του 1973 αφορά τρεις ομοφυλόφιλους, που κατηγορούνται για κλοπή και εκβιασμό. Ο Φουκώ επιδιώκει να δείξει ότι αυτές οι γνωματεύσεις, που συνιστούν εξουσιαστικό λόγο, αφού επηρεάζουν τις δικαστικές αποφάσεις, είναι κατά κανόνα, αστείες στις αποφάνσεις τους, όπως αποδεικνύουν και τα γέλια του ακροατηρίου του. Μετά θυμίζει τον ναπολεόντειο νόμο του 1810, που εισάγει τον ψυχίατρο για να διευκρινισθεί κατά πόσο ένα άτομο που τελεί εγκληματική ενέργεια είναι ή όχι σε κατάσταση παραφροσύνης. Μια θετική γνωμάτευση σήμαινε ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως υπεύθυνο της πράξης. Συν τω χρόνω, όμως, η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη πέρασε από την πράξη στη συμπεριφορά του ατόμου και από το ίδιο το αδίκημα στον τρόπο ύπαρξης, φτάνοντας να παρουσιάζει αυτόν τον τρόπο ύπαρξης ως ταυτόσημο με το αδίκημα σε μια γενικευμένη μορφή, που αντανακλάται στη συμπεριφορά του ατόμου. Έτσι δημιουργήθηκε ένα ψυχολογικοηθικό ανάλογο του αδικήματος και η παράβαση σχηματοποιήθηκε στο αντικανονικό στοιχείο σε σχέση με μια σειρά κανόνων, που αφορούν τη σωματική διάπλαση, την ψυχολογία, την ηθική κ.ά. Κατά μια εύστοχη διατύπωση, ο ψυχίατρος αποφαίνεται στο κατά πόσο ένα άτομο “έμοιαζε με το έγκλημά του πριν ακόμη το διαπράξει”. Το αρχικό ερώτημα που απηύθυναν οι δικαστικές αρχές στον ψυχίατρο, κατά πόσο το άτομο βρισκόταν σε κατάσταση παραφροσύνης, μετατοπίστηκε στο ερώτημα κατά πόσο πρόκειται για ένα επικίνδυνο άτομο.
Η δεύτερη παράδοση ξεκινά με τη διαπίστωση ότι η σύγχρονη πραγματογνωμοσύνη αντικατέστησε τον αμοιβαίο αποκλεισμό ιατρικού και δικαστικού λόγου με ένα “παιχνίδι” διπλού ιατρικοδικαστικού καθορισμού. Ένας ψυχίατρος, στο πλαίσιο της κλινικής πρακτικής, δηλαδή στο πλαίσιο μιας διάγνωσης αμιγώς επιστημονικής, δεν θα υπέγραφε ποτέ ένα κείμενο με την φρασεολογία της γνωμάτευσης στο δικαστήριο. Μέσα, όμως, σε αυτό το “παιχνίδι”, το υπογράφει, εισάγοντας την περίφημη έννοια της διαστροφής, που εμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και κατακυρίευσε το λεξιλόγιό μας. Κατά τον Φουκώ, ο θεωρητικός πυρήνας της ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης είναι το δίπολο, διαστροφή - επικίνδυνο άτομο, που επέτρεψε την ανάπτυξη μιας ολόκληρης αλυσίδας ιατροδικαστικών πρακτικών. Τελικά, η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη επί ποινικών ζητημάτων και τον νόμο παραβιάζει και την ψυχιατρική γνώση γελοιοποιεί. Ουσιαστικά, δεν ασχολείται με κατηγορούμενους και ασθενείς, αλλά με τους “μη κανονικούς” και τη διαβάθμισή τους από τους νορμάλ στους ανώμαλους. Όσο για την εξουσία της, δεν είναι ούτε δικαστική ούτε ιατρική. Είναι αυτή ακριβώς, που ο Φουκώ αποκαλεί εξουσία κανονικοποίησης. Όπως εξ αρχής δηλώνει, το θέμα του είναι να δείξει την αρχαιολογία αυτής της κανονικοποίησης. Γι’ αυτό και ξεκινάει, όπως εκκινεί και την «Ιστορία της τρέλας», από το αγαπημένο του παράδειγμα, τον αποκλεισμό των λεπρών. Συγκρίνει το μοντέλο της αποβολής από την πόλη των λεπρών με εκείνο του εγκλεισμού των προσβληθέντων από πανώλη σε περιχαρακωμένες περιοχές, για να δείξει ότι το πρώτο συνιστά μια πράξη απόρριψης, ενώ το δεύτερο μια πράξη ενσωμάτωσης μέσω της επινόησης τεχνολογιών εγκλεισμού. Αυτές, όμως, για να στηριχτούν έχουν ανάγκη αυτό που αποκαλεί κανονικοποίηση.
Στην τέταρτη παράδοση φτάνει, επιτέλους, στο ψαχνό του θέματος. Ορίζει τις τρεις μορφές, που συγκροτούν το πεδίο της ανωμαλίας. Η πρώτη είναι ό,τι αποκαλεί “ανθρώπινο τέρας” και έχει ως πλαίσιο αναφοράς την παραβίαση του νόμου. Τη δεύτερη μορφή την ονομάζει “άτομο προς συμμόρφωση” και θεωρεί ότι εμφανίζεται ήδη από τον 17ο και 18ο αιώνα, τους οποίους συνηθίζει να αποκαλεί “κλασική εποχή”. Εδώ, το πλαίσιο αναφοράς στενεύει, τουλάχιστον κατά την θεώρηση του Φουκώ, που δεν δίνει στο “άτομο προς συμμόρφωση” πολιτικό περιεχόμενο. Ενώ, το τέρας ορίζεται ως προς τη φύση και την κοινωνία, το προς συμμόρφωση άτομο γίνεται αντιληπτό στο πλαίσιο της οικογένειας και στη συνέχεια, ενός λίγο ευρύτερου κοινωνικού περίγυρου, δηλαδή του σχολείου, της γειτονιάς κ.λπ. Η δεύτερη μορφή είναι συνηθέστερη και ταυτόχρονα, δεν είναι οριστική αλλά επιδέχεται διόρθωση. Γι' αυτό και αποτελεί το κυρίως αντικείμενο των σωφρονιστικών μηχανισμών. Η τρίτη μορφή και από μια άποψη η πλέον ενδιαφέρουσα, είναι αυτή του “αυνανιζόμενου”. Νεόκοπη μορφή για τον 19ο αιώνα το αυνανιζόμενο παιδί, με πλαίσιο αναφοράς ακόμη στενότερο, την πυρηνική οικογένεια, άντε και τον γιατρό, ως τοποτηρητές του ιδιωτικού χώρου. Ο Φουκώ καταλήγει το πρώτο στάδιο της αρχαιολογίας της ανωμαλίας, που επιχειρεί, συνοψίζοντας ότι ο ανώμαλος του 19ου αιώνα είναι ο απόγονος αυτών των τριών μορφών: του τέρατος, του ασυμμόρφωτου και του αυνανιζόμενου. Παρατηρεί, επιπροσθέτως, ότι τα ιδρύματα σωφρονισμού, περί τα τέλη του 18ου αιώνα, επικεντρώνουν τη διαπαιδαγώγηση στα θέματα της σεξουαλικότητας και του αυνανισμού.
Ένα μεγάλο μέρος των παραδόσεων αφιερώνεται στο “ανθρώπινο τέρας”, το φυσικό και το ηθικό, καταλήγοντας στο λαϊκό τέρας, που είναι ανθρωποφάγο, και το βασιλικό, που είναι αιμομικτικό. Μετά αποπειράται το πέρασμα από το τέρας στις δύο άλλες παρεκκλίνουσες μορφές. Κι αυτό το πέρασμα γίνεται μέσω της ψυχιατρικής, η οποία αποκτά την παρεμβατική κοινωνική της εξουσία και έρχεται ως πανάκεια σε κάθε έγκλημα, που εμφανίζεται ως αναίτιο. Ο Φουκώ θυμίζει τον νόμο του 1874, που θεσπίζει τον αυτεπάγγελτο, δηλαδή κατόπιν αστυνομικής διαταγής, εγκλεισμό. Αυτός συνίσταται για άτομα ικανά να διασαλεύσουν την τάξη ή και να απειλήσουν τη δημόσια ασφάλεια.
Τις επόμενες παραδόσεις, ο Φουκώ τις αφιερώνει στον “αυνανιζόμενο”. Το αυνανιζόμενο παιδί αντιμετωπίστηκε, αρχικά, με τις αντιαυνανιστικές εκστρατείες μετά, με το μυστήριο της εξομολόγησης και τις μεθόδους του, το οποίο διαδέχτηκε ο έλεγχος της σεξουαλικότητας από την οικογένεια. Ο αυνανισμός θεωρήθηκε ασθένεια, η οποία, μάλιστα, συγκέντρωνε τα συμπτώματα πλείστων όσων ασθενειών. Χαρακτηρίστηκε ως μια, τρόπον τινά, ολοκληρωτική ασθένεια. Μέχρι που εμφανίστηκαν οι ορδές των ψυχαναλυτών, ψυχολόγων, ψυχοπαθολόγων και λοιπών σχετικών ειδημόνων, ανακράζοντας: «Σε μας! Σε μας το σώμα ηδονής των παιδιών.» Όσο για την ψυχιατρική, βρήκε στις αποκλίσεις του σεξουαλικού ενστίκτου το κατ' εξοχήν αντικείμενό της. Πέραν της αναπαραγωγής προς εξασφάλιση της διαιώνισης του είδους, το πλήθος των άλλων πράξεων, που προσφέρουν ηδονή, τις αποκάλεσαν ανωμαλίες, που οδηγούν στον εκφυλισμό.
Στην τελευταία του παράδοση, ο Φουκώ φέρνει ως παράδειγμα μια υπόθεση του 1867, που συνέβη σε χωριό της Γαλλίας, κατά την οποία ο “τρελός” του χωριού κατηγορήθηκε για βιασμό ενός κοριτσιού. Με αυτήν την αναφορά θέλει να υπογραμμίσει τις συνέπειες που έχει η ποινικοποίηση της σεξουαλικότητας των παιδιών. Περιστατικά που παλαιότερα αποτελούσαν μέρος της καθημερινότητας και τα οποία αποσιωπούσαν, με την κανονικοποίηση του σεξουαλικού ενστίκτου οδηγούσαν στον εγκλεισμό του παιδιού στο σωφρονιστικό ίδρυμα και του ενήλικα στο ψυχιατρικό άσυλο.
Η νέα λειτουργία της ψυχιατρικής φαίνεται να ξεκινάει από την ανακάλυψη της παιδικής ηλικίας. Σε αυτήν βρίσκει το γόνιμο υπέδαφος, από το οποίο αντλεί την κατοπινή καθολική της ισχύ. Παραμερίζεται η φρενοβλάβεια και μαζί η αναφορά σε ασθένειες. Οι παράδοξες και αποκλίνουσες συμπεριφορές οργανώνονται και περιγράφονται ως σύνδρομα ανωμαλιών. Δηλαδή, σαν κάτι ελαφρώς μυστηριώδες ή τουλάχιστον, δυσκόλως οριζόμενο, το οποίο υποκαθιστά τα συμπτώματα μιας ασθένειας. Τώρα πλέον, το πεδίο της ψυχιατρικής διευρύνεται σε όλους όσους δεν παρουσιάζουν συμπτώματα νόσου αλλά “εκκεντρικές” συμπεριφορές. Ο Φουκώ διατείνεται ότι το πρώτο σύνδρομο που ανακαλύφθηκε ήταν αυτό της αγοραφοβίας και ακολούθησε το σύνδρομο της κλειστοφοβίας. Στη συνέχεια, προέκυψαν οι πυρομανείς, οι κλεπτομανείς, οι επιδειξίες. Το 1870 κάνει την πρώτη της εμφάνιση ως σύνδρομο στο ψυχιατρικό πεδίο η ομοφυλοφιλία. Μετά ήρθαν οι μαζοχιστές και όλος αυτός ο μικρός πληθυσμός των ανώμαλων με τη μακριά ιστορία των συνδρόμων τους.
Τελικά, όπως ο ίδιος ο Φουκώ ομολογεί, για τον απείθαρχο ή και ασυμμόρφωτο δεν μπόρεσε να μιλήσει. Εδώ, θα αναμενόταν μια υποσημείωση που να πληροφορεί, αν μίλησε γι’ αυτόν σε μια από τις παραδόσεις των κατοπινών χρόνων. Άλλωστε, ένα αναγκαίο συμπλήρωμα θα ήταν ο κατάλογος με τους τίτλους από αυτούς τους διαδοχικούς κύκλους πανεπιστημιακών διαλέξεων.
Λεζάντα: Γκόγια, «Ο Κρόνος καταβροχθίζει ένα από τα παιδιά του», 1821-23 (ελαιογραφία, 146Χ83εκ।, Μαδρίτη, Μουσείο Πράδο).
Μετάφραση:
Σωτήρης Σιαμανδούρας
Εκδόσεις Εστίας Ιούλιος 2010
Μεγάλη, απροσδιόριστη και συγκεχυμένη χαρακτηρίζει ο Μισέλ Φουκώ την οικογένεια των “anormaux” - στα ελληνικά ανώμαλων - στο βιβλίο του, που πρόσφατα μεταφράστηκε και το οποίο προέκυψε από την μεταγραφή των σχετικών παραδόσεών του στο Κολλέγιο της Γαλλίας. Ο Φουκώ εξελέγη καθηγητής στο Κολλέγιο στις 12 Απριλίου 1970, καταλαμβάνοντας την έδρα του Ζαν Υππολίτ, που είχε πεθάνει το προηγούμενο έτος, σε ηλικία 59 ετών. Το 1970, ο Φουκώ ήταν 44 ετών και κράτησε την έδρα μέχρι το θάνατό του, στις 25 Ιουνίου 1984, όταν συμπλήρωνε τα 58. Πρόκειται για την έδρα της Ιστορίας της φιλοσοφικής σκέψης, που, τότε, μετονομάστηκε σε Ιστορία των συστημάτων σκέψης. Ο Φουκώ άρχισε να διδάσκει στην μετονομασθείσα έδρα από τον Ιανουάριο του 1971. Οι παραδόσεις είχαν τη μορφή δημόσιων διαλέξεων. Γίνονταν κάθε Τετάρτη και διαρκούσαν τρεις μήνες, δηλαδή έως τα τέλη Μαρτίου. Μέχρι το θάνατό του, ο Φουκώ συμπλήρωσε δεκατρία χρόνια παραδόσεων, καθώς υπήρξε ένα ενδιάμεσο κενό, το 1977, που απουσίασε με εκπαιδευτική άδεια. Τα κείμενα των παραδόσεων απομαγνητοφωνήθηκαν και το 1997 άρχισε η ανά ακαδημαϊκό έτος αυτοτελής έκδοσή τους.
Κάθε Ιούνιο ο Φουκώ δημοσίευε μια σύνοψη των παραδόσεων της χρονιάς στην επετηρίδα του Κολλεγίου της Γαλλίας. Αυτή η αναδρομική, κατά κάποιο τρόπο, παρουσίαση του θέματος, που τον είχε απασχολήσει στη διάρκεια του ακαδημαϊκού έτους, δημοσιεύεται, σε κάθε τόμο, μετά τα κείμενα των παραδόσεων, τα οποία συνοδεύονται από σημειώσεις, βασισμένες στις σωζόμενες σημειώσεις του ίδιου. Επίσης, στο τέλος κάθε τόμου, οι γάλλοι επιμελητές παραθέτουν ένα κείμενο, το οποίο τοποθετεί τις παραδόσεις στο πλαίσιο του συνολικού έργου του Φουκώ, δίνοντας, ταυτόχρονα, τα κριτήρια και τις λύσεις, που εκείνοι υιοθέτησαν κατά τη μεταγραφή τους.
Στα ελληνικά έχουν μεταφραστεί, πριν από χρόνια το εναρκτήριο μάθημα του 1970 «Η τάξη του λόγου» και το 2002 οι παραδόσεις του ακαδημαϊκού έτους 1975-76, με τίτλο, «Για την υπεράσπιση της κοινωνίας». Εφέτος, ο πρόσφατος τόμος αφορά το προηγούμενο ακαδημαϊκό έτος, 1974-75. Να σημειώσουμε ότι ο τόμος των παραδόσεων του 1973-74, τιτλοφορείται «Ψυχιατρική δύναμη». Είναι προφανές ότι τουλάχιστον οι συγκεκριμένοι τρεις τόμοι αποτελούν θεματικά μια ενότητα και θα έπρεπε, προς διευκόλυνση του Έλληνα αναγνώστη, να είχαν εκδοθεί σύμφωνα με τη χρονολογική διάταξη των παραδόσεων. Στον πρόσφατο τόμο δεν προβλέπεται κάποια εισαγωγή ή επιλογικό σημείωμα ειδικά για την ελληνική έκδοση. Ανάμεσα στο κυρίως έργο του Φουκώ και τις παραδόσεις υπάρχει άμεση σχέση. Ειδικά ο πρόσφατος τόμος συγγενεύει με την «Ιστορία της τρέλας στην κλασική εποχή». Ο γαλλικός τίτλος του αποδόθηκε ως «Οι μη κανονικοί», όσοι δηλαδή παραβαίνουν τον κανόνα, που δεν είναι ακριβές συνώνυμο εκείνων που παρεκκλίνουν από ό,τι θεωρείται ομαλό, φυσιολογικό. Ωστόσο, οι απαξιωτικές συνδηλώσεις της λέξης ανώμαλος, την καθιστά, προφανώς, ακατάλληλη για τίτλο βιβλίου.
Για να στηρίξει ο Φουκώ τις στοχαστικές του διερευνήσεις πάνω σε ένα θέμα, χρησιμοποιεί την μεθοδολογία της αρχαιολογίας, δηλαδή προχωρά συγκρίνοντας τους τρόπους σκέψης διαφορετικών περιόδων. Γι' αυτό και το κομβικό σύγγραμμά του, που εκδίδει το 1969, το τιτλοφορεί, «Η αρχαιολογία της γνώσης». Στο πρόσφατο βιβλίο, δημοσιεύονται έντεκα παραδόσεις. Στο τέλος της πρώτης, προσδιορίζει ως αντικείμενό τους την αρχαιολογία των τρόπων και τεχνικών κανονικοποίησης, καθώς και των εξουσιών, που απορρέουν από αυτήν. Ωστόσο, η πρώτη παράδοση δεν αφορά τους “μη κανονικούς” αλλά τις ιατροδικαστικές πραγματογνωμοσύνες. Όπως παρατηρούν οι γάλλοι επιμελητές, το μεγάλο ταλέντο του Φουκώ ήταν να συνδέει διαγωνίως, δηλαδή πλαγίως, την ιστορία με την επικαιρότητα. Και πράγματι, ξεκινά τις παραδόσεις διαβάζοντας δυο ψυχιατρικές γνωματεύσεις: Η πρώτη του 1955, αφορά μια γυναίκα, που σκότωσε την κόρη της, και διερευνάται η ηθική συνενοχή του εραστή της. Η δεύτερη του 1973 αφορά τρεις ομοφυλόφιλους, που κατηγορούνται για κλοπή και εκβιασμό. Ο Φουκώ επιδιώκει να δείξει ότι αυτές οι γνωματεύσεις, που συνιστούν εξουσιαστικό λόγο, αφού επηρεάζουν τις δικαστικές αποφάσεις, είναι κατά κανόνα, αστείες στις αποφάνσεις τους, όπως αποδεικνύουν και τα γέλια του ακροατηρίου του. Μετά θυμίζει τον ναπολεόντειο νόμο του 1810, που εισάγει τον ψυχίατρο για να διευκρινισθεί κατά πόσο ένα άτομο που τελεί εγκληματική ενέργεια είναι ή όχι σε κατάσταση παραφροσύνης. Μια θετική γνωμάτευση σήμαινε ότι δεν μπορούσε να θεωρηθεί ως υπεύθυνο της πράξης. Συν τω χρόνω, όμως, η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη πέρασε από την πράξη στη συμπεριφορά του ατόμου και από το ίδιο το αδίκημα στον τρόπο ύπαρξης, φτάνοντας να παρουσιάζει αυτόν τον τρόπο ύπαρξης ως ταυτόσημο με το αδίκημα σε μια γενικευμένη μορφή, που αντανακλάται στη συμπεριφορά του ατόμου. Έτσι δημιουργήθηκε ένα ψυχολογικοηθικό ανάλογο του αδικήματος και η παράβαση σχηματοποιήθηκε στο αντικανονικό στοιχείο σε σχέση με μια σειρά κανόνων, που αφορούν τη σωματική διάπλαση, την ψυχολογία, την ηθική κ.ά. Κατά μια εύστοχη διατύπωση, ο ψυχίατρος αποφαίνεται στο κατά πόσο ένα άτομο “έμοιαζε με το έγκλημά του πριν ακόμη το διαπράξει”. Το αρχικό ερώτημα που απηύθυναν οι δικαστικές αρχές στον ψυχίατρο, κατά πόσο το άτομο βρισκόταν σε κατάσταση παραφροσύνης, μετατοπίστηκε στο ερώτημα κατά πόσο πρόκειται για ένα επικίνδυνο άτομο.
Η δεύτερη παράδοση ξεκινά με τη διαπίστωση ότι η σύγχρονη πραγματογνωμοσύνη αντικατέστησε τον αμοιβαίο αποκλεισμό ιατρικού και δικαστικού λόγου με ένα “παιχνίδι” διπλού ιατρικοδικαστικού καθορισμού. Ένας ψυχίατρος, στο πλαίσιο της κλινικής πρακτικής, δηλαδή στο πλαίσιο μιας διάγνωσης αμιγώς επιστημονικής, δεν θα υπέγραφε ποτέ ένα κείμενο με την φρασεολογία της γνωμάτευσης στο δικαστήριο. Μέσα, όμως, σε αυτό το “παιχνίδι”, το υπογράφει, εισάγοντας την περίφημη έννοια της διαστροφής, που εμφανίστηκε στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα και κατακυρίευσε το λεξιλόγιό μας. Κατά τον Φουκώ, ο θεωρητικός πυρήνας της ιατροδικαστικής πραγματογνωμοσύνης είναι το δίπολο, διαστροφή - επικίνδυνο άτομο, που επέτρεψε την ανάπτυξη μιας ολόκληρης αλυσίδας ιατροδικαστικών πρακτικών. Τελικά, η ψυχιατρική πραγματογνωμοσύνη επί ποινικών ζητημάτων και τον νόμο παραβιάζει και την ψυχιατρική γνώση γελοιοποιεί. Ουσιαστικά, δεν ασχολείται με κατηγορούμενους και ασθενείς, αλλά με τους “μη κανονικούς” και τη διαβάθμισή τους από τους νορμάλ στους ανώμαλους. Όσο για την εξουσία της, δεν είναι ούτε δικαστική ούτε ιατρική. Είναι αυτή ακριβώς, που ο Φουκώ αποκαλεί εξουσία κανονικοποίησης. Όπως εξ αρχής δηλώνει, το θέμα του είναι να δείξει την αρχαιολογία αυτής της κανονικοποίησης. Γι’ αυτό και ξεκινάει, όπως εκκινεί και την «Ιστορία της τρέλας», από το αγαπημένο του παράδειγμα, τον αποκλεισμό των λεπρών. Συγκρίνει το μοντέλο της αποβολής από την πόλη των λεπρών με εκείνο του εγκλεισμού των προσβληθέντων από πανώλη σε περιχαρακωμένες περιοχές, για να δείξει ότι το πρώτο συνιστά μια πράξη απόρριψης, ενώ το δεύτερο μια πράξη ενσωμάτωσης μέσω της επινόησης τεχνολογιών εγκλεισμού. Αυτές, όμως, για να στηριχτούν έχουν ανάγκη αυτό που αποκαλεί κανονικοποίηση.
Στην τέταρτη παράδοση φτάνει, επιτέλους, στο ψαχνό του θέματος. Ορίζει τις τρεις μορφές, που συγκροτούν το πεδίο της ανωμαλίας. Η πρώτη είναι ό,τι αποκαλεί “ανθρώπινο τέρας” και έχει ως πλαίσιο αναφοράς την παραβίαση του νόμου. Τη δεύτερη μορφή την ονομάζει “άτομο προς συμμόρφωση” και θεωρεί ότι εμφανίζεται ήδη από τον 17ο και 18ο αιώνα, τους οποίους συνηθίζει να αποκαλεί “κλασική εποχή”. Εδώ, το πλαίσιο αναφοράς στενεύει, τουλάχιστον κατά την θεώρηση του Φουκώ, που δεν δίνει στο “άτομο προς συμμόρφωση” πολιτικό περιεχόμενο. Ενώ, το τέρας ορίζεται ως προς τη φύση και την κοινωνία, το προς συμμόρφωση άτομο γίνεται αντιληπτό στο πλαίσιο της οικογένειας και στη συνέχεια, ενός λίγο ευρύτερου κοινωνικού περίγυρου, δηλαδή του σχολείου, της γειτονιάς κ.λπ. Η δεύτερη μορφή είναι συνηθέστερη και ταυτόχρονα, δεν είναι οριστική αλλά επιδέχεται διόρθωση. Γι' αυτό και αποτελεί το κυρίως αντικείμενο των σωφρονιστικών μηχανισμών. Η τρίτη μορφή και από μια άποψη η πλέον ενδιαφέρουσα, είναι αυτή του “αυνανιζόμενου”. Νεόκοπη μορφή για τον 19ο αιώνα το αυνανιζόμενο παιδί, με πλαίσιο αναφοράς ακόμη στενότερο, την πυρηνική οικογένεια, άντε και τον γιατρό, ως τοποτηρητές του ιδιωτικού χώρου. Ο Φουκώ καταλήγει το πρώτο στάδιο της αρχαιολογίας της ανωμαλίας, που επιχειρεί, συνοψίζοντας ότι ο ανώμαλος του 19ου αιώνα είναι ο απόγονος αυτών των τριών μορφών: του τέρατος, του ασυμμόρφωτου και του αυνανιζόμενου. Παρατηρεί, επιπροσθέτως, ότι τα ιδρύματα σωφρονισμού, περί τα τέλη του 18ου αιώνα, επικεντρώνουν τη διαπαιδαγώγηση στα θέματα της σεξουαλικότητας και του αυνανισμού.
Ένα μεγάλο μέρος των παραδόσεων αφιερώνεται στο “ανθρώπινο τέρας”, το φυσικό και το ηθικό, καταλήγοντας στο λαϊκό τέρας, που είναι ανθρωποφάγο, και το βασιλικό, που είναι αιμομικτικό. Μετά αποπειράται το πέρασμα από το τέρας στις δύο άλλες παρεκκλίνουσες μορφές. Κι αυτό το πέρασμα γίνεται μέσω της ψυχιατρικής, η οποία αποκτά την παρεμβατική κοινωνική της εξουσία και έρχεται ως πανάκεια σε κάθε έγκλημα, που εμφανίζεται ως αναίτιο. Ο Φουκώ θυμίζει τον νόμο του 1874, που θεσπίζει τον αυτεπάγγελτο, δηλαδή κατόπιν αστυνομικής διαταγής, εγκλεισμό. Αυτός συνίσταται για άτομα ικανά να διασαλεύσουν την τάξη ή και να απειλήσουν τη δημόσια ασφάλεια.
Τις επόμενες παραδόσεις, ο Φουκώ τις αφιερώνει στον “αυνανιζόμενο”. Το αυνανιζόμενο παιδί αντιμετωπίστηκε, αρχικά, με τις αντιαυνανιστικές εκστρατείες μετά, με το μυστήριο της εξομολόγησης και τις μεθόδους του, το οποίο διαδέχτηκε ο έλεγχος της σεξουαλικότητας από την οικογένεια. Ο αυνανισμός θεωρήθηκε ασθένεια, η οποία, μάλιστα, συγκέντρωνε τα συμπτώματα πλείστων όσων ασθενειών. Χαρακτηρίστηκε ως μια, τρόπον τινά, ολοκληρωτική ασθένεια. Μέχρι που εμφανίστηκαν οι ορδές των ψυχαναλυτών, ψυχολόγων, ψυχοπαθολόγων και λοιπών σχετικών ειδημόνων, ανακράζοντας: «Σε μας! Σε μας το σώμα ηδονής των παιδιών.» Όσο για την ψυχιατρική, βρήκε στις αποκλίσεις του σεξουαλικού ενστίκτου το κατ' εξοχήν αντικείμενό της. Πέραν της αναπαραγωγής προς εξασφάλιση της διαιώνισης του είδους, το πλήθος των άλλων πράξεων, που προσφέρουν ηδονή, τις αποκάλεσαν ανωμαλίες, που οδηγούν στον εκφυλισμό.
Στην τελευταία του παράδοση, ο Φουκώ φέρνει ως παράδειγμα μια υπόθεση του 1867, που συνέβη σε χωριό της Γαλλίας, κατά την οποία ο “τρελός” του χωριού κατηγορήθηκε για βιασμό ενός κοριτσιού. Με αυτήν την αναφορά θέλει να υπογραμμίσει τις συνέπειες που έχει η ποινικοποίηση της σεξουαλικότητας των παιδιών. Περιστατικά που παλαιότερα αποτελούσαν μέρος της καθημερινότητας και τα οποία αποσιωπούσαν, με την κανονικοποίηση του σεξουαλικού ενστίκτου οδηγούσαν στον εγκλεισμό του παιδιού στο σωφρονιστικό ίδρυμα και του ενήλικα στο ψυχιατρικό άσυλο.
Η νέα λειτουργία της ψυχιατρικής φαίνεται να ξεκινάει από την ανακάλυψη της παιδικής ηλικίας. Σε αυτήν βρίσκει το γόνιμο υπέδαφος, από το οποίο αντλεί την κατοπινή καθολική της ισχύ. Παραμερίζεται η φρενοβλάβεια και μαζί η αναφορά σε ασθένειες. Οι παράδοξες και αποκλίνουσες συμπεριφορές οργανώνονται και περιγράφονται ως σύνδρομα ανωμαλιών. Δηλαδή, σαν κάτι ελαφρώς μυστηριώδες ή τουλάχιστον, δυσκόλως οριζόμενο, το οποίο υποκαθιστά τα συμπτώματα μιας ασθένειας. Τώρα πλέον, το πεδίο της ψυχιατρικής διευρύνεται σε όλους όσους δεν παρουσιάζουν συμπτώματα νόσου αλλά “εκκεντρικές” συμπεριφορές. Ο Φουκώ διατείνεται ότι το πρώτο σύνδρομο που ανακαλύφθηκε ήταν αυτό της αγοραφοβίας και ακολούθησε το σύνδρομο της κλειστοφοβίας. Στη συνέχεια, προέκυψαν οι πυρομανείς, οι κλεπτομανείς, οι επιδειξίες. Το 1870 κάνει την πρώτη της εμφάνιση ως σύνδρομο στο ψυχιατρικό πεδίο η ομοφυλοφιλία. Μετά ήρθαν οι μαζοχιστές και όλος αυτός ο μικρός πληθυσμός των ανώμαλων με τη μακριά ιστορία των συνδρόμων τους.
Τελικά, όπως ο ίδιος ο Φουκώ ομολογεί, για τον απείθαρχο ή και ασυμμόρφωτο δεν μπόρεσε να μιλήσει. Εδώ, θα αναμενόταν μια υποσημείωση που να πληροφορεί, αν μίλησε γι’ αυτόν σε μια από τις παραδόσεις των κατοπινών χρόνων. Άλλωστε, ένα αναγκαίο συμπλήρωμα θα ήταν ο κατάλογος με τους τίτλους από αυτούς τους διαδοχικούς κύκλους πανεπιστημιακών διαλέξεων.
Μ. Θεοδοσοπούλου
Λεζάντα: Γκόγια, «Ο Κρόνος καταβροχθίζει ένα από τα παιδιά του», 1821-23 (ελαιογραφία, 146Χ83εκ।, Μαδρίτη, Μουσείο Πράδο).
1 σχόλιο:
Μήπως θα έπρεπε αντί "Ψυχιατρική δύναμη" να μεταφραστεί ως "Ψυχιατρική εξουσία";
Δημοσίευση σχολίου