«Η πνευματική ζωή υπό επιτήρηση:
Το παράδειγμα του περιοδικού
Το Νέον Κράτος»
Έκδοση του Ιδρύματος
Ουράνη Δεκέμβριος 2010
Με το καινούριό του βιβλίο, ο Γιώργος Ανδρειωμένος άφησε μεν τον Κάλβο “για μια άλλη φορά”, αλλά δεν εγκατέλειψε τους Επτανήσιους, αφού, εμμέσως, ασχολείται με τον Κεφαλλονίτη Ιωάννη Μεταξά. Τον κεφαλλονίτη πολιτικό, συνήθως, τον μνημονεύουν εμπαθώς για την επάρατο δικτατορία, που εγκαθίδρυσε. Μπορεί κανείς να παραμένει αδιάλλακτα αντίθετος απέναντι στο καθεστώς της 4ης Αυγούστου, αλλά δεν μπορεί να διαγράφει ό,τι συντελέστηκε εκείνη την περίοδο. Συνιστά μεν πρόκληση, αλλά, είτε θέλουμε είτε όχι, είναι αναπόσπαστο μέρος της νεοελληνικής ιστορίας. Προσπερνώντας βιαστικά ή αποσιωπώντας αυτήν την περίοδο, μπορεί, φαινομενικά τουλάχιστον, να μοιάζει λυτρωτικό, αλλά αφήνουμε πίσω έναν θολό καθρέφτη με σκοτεινά είδωλα. Η βιβλιογραφική μελέτη του Ανδρειωμένου δίνει την ευκαιρία να δούμε τους τότε πολιτισμικούς θεσμούς της χώρας, τις ιδεολογικές κατευθύνσεις του καθεστώτος και τα πρόσωπα, κάποια μάλιστα παρεξηγημένα, που εμπλέκονται. Δεν πρόκειται, δηλαδή, για τον ίδιο τον Μεταξά, ούτε για τις γνωστές φανφάρες φασιστικού τύπου. Ωστόσο, οι αποφάσεις του διαμόρφωσαν την τότε πολιτισμική πραγματικότητα σε όλες τις εκφάνσεις της. Ανιχνεύεται, δηλαδή, η από μέρους του επιλογή των κατάλληλων ανθρώπων για τις αντίστοιχες θέσεις, καθώς και στην εμπιστοσύνη που, στη συνέχεια, τους δείχνει, υιοθετώντας τις προτάσεις τους. Άλλωστε, σαν χθες συμπληρώθηκαν 70 χρόνια από το θάνατό του. Καιρός είναι να αρχίσει να βλέπει κανείς, με ψυχραιμία και χωρίς προκατάληψη, τα συμφραζόμενα εκείνης της εποχής. Στα εβδομήντα του πέθανε ο Μεταξάς, προλαβαίνοντας θριάμβους και νίκες του Αλβανικού Μετώπου, αλλά αποφεύγοντας την υποδοχή των Γερμανών στην Αθήνα. Δύο περίπου χρόνια νωρίτερα, Απρίλιο 1939, είχε απονείμει τα πρώτα Κρατικά Βραβεία Λογοτεχνίας. Μπορεί σήμερα να ξενίζει, αλλά ως θεσμός τότε καθιερώθηκε και η πατρότητα ανήκει στον στενό συνεργάτη του, τον Κωστή Μπαστιά. Αυτά, επετειακά, αφού αύριο αναμένεται να ανακοινωθούν οι βραβευμένοι για τα βιβλία του 2009. Μακάρι να βρίσκονταν στο ύψος των πρώτων βραβευμένων, του Άγγελου Σικελιανού και του Κοσμά Πολίτη.
Πολλά είναι τα περιοδικά, που περιμένουν τη σειρά τους για βιβλιογραφική φροντίδα. Περιοδικά όλων των ειδών, διαφορετικών χρονικών περιόδων και ιδεολογικών κατευθύνσεων. Και η ουρά, όσο περνούν τα χρόνια, μεγαλώνει, καθώς οι φιλόλογοι, που καταπιάνονται με το επίπονο και το ελάχιστα αποδοτικό σε επίπεδο βραβείων και επαίνων έργο της αποδελτίωσης, ολοένα και λιγοστεύουν. Ο Ανδρειωμένος επιλέγει την περίοδο του Μεσοπολέμου και συγκεκριμένα, τα τεσσερεσήμησι χρόνια της Μεταξικής δικτατορίας. Παρότι πρόκειται για ένα αυταρχικό καθεστώς και χάρις στο νεοϊδρυθέν τότε Υφυπουργείο Τύπου και Τουρισμού, για περίοδο στενής παρακολούθησης και λογοκρισίας, δεν έλειψαν τα έντυπα. Αντιθέτως, αυξήθηκαν, όπως αυξήθηκαν και οι πωλήσεις εφημερίδων και περιοδικών. Από όλα αυτά, ο μελετητής επιλέγει ένα θεωρητικό περιοδικό, το οποίο παρουσιάζει και λογοτεχνικό ενδιαφέρον. «Το Νέον Κράτος», το οποίο εκτιμά ως το σημαντικότερο και “επισημότερο”.
Το περιοδικό αναφέρεται γενικότερα ως “ιδεολογικό όργανο του καθεστώτος της 4ης Αυγούστου”, παρόλο που τίποτα σχετικό δεν αναγράφεται στην προμετωπίδα του. “Όργανο της δικτατορίας Μεταξά” γράφει ο Αλέξανδρος Αργυρίου στην ταυτότητα του περιοδικού, το οποίο συμπεριλαμβάνει στο “ερευνητικό πεδίο”, που δίνει για το δεύτερο μισό της δεκαετίας του '40, επί συνόλου δεκατεσσάρων περιοδικών. Θυμίζουμε ότι ο Αργυρίου, για να γράψει την «Ιστορία της ελληνικής λογοτεχνίας» ορίζει εισαγωγικά το “ερευνητικό πεδίο” κάθε περιόδου, δηλαδή τα περιοδικά και τα βιβλία, που αποτελούν την ύλη, στην οποία στηρίζεται. Όπως επισημαίνει, ήδη, με τον τίτλο του, το περιοδικό δηλώνει “την πίστη του στο νέο δικτατορικό καθεστώς που επέβαλε ο Ιωάννης Μεταξάς”. Ακριβέστερα, με τον τίτλο του, εκφράζει την επαγγελία της συγκρότησης ενός “νέου κράτους”. Ο τίτλος υποστηρίζεται περαιτέρω με την εικονογράφηση του εξωφύλλου, την οποία είχε φιλοτεχνήσει ο Νίκος Χατζηκυριάκος-Γκίκας. Από το 24ο τεύχος (Αύγουστος 1939) και ύστερα η εικονογράφηση καταργείται. Στα προηγούμενα τεύχη εικονίζεται ένας μισοχτισμένος τοίχος και μια σκαλωσιά, ενώ, στο βάθος, είναι ζωγραφισμένος ο χάρτης της Ελλάδας. Προφανώς, συμβολίζει το νέο κράτος, που οικοδομείται. Να σημειώσουμε ότι «Το Νέον Κράτος» δεν συμπεριλαμβάνεται στα αθηναϊκά «Περιοδικά Λόγου και Τέχνης» της τεσσαρακονταετίας, 1901-1940, τα οποία παρουσιάζει η αναλυτική βιβλιογραφία της ερευνητικής ομάδας του Χ. Λ. Καράογλου. Ωστόσο, η εκτεταμένη και πολύπλευρη αποδελτίωσή του, την οποία παρουσιάζει ο Ανδρειωμένος, δείχνει, μεταξύ άλλων, τη σημασία του για τη λογοτεχνία και γενικότερα για τον πολιτισμό.
Πρόκειται για μια “μηνιαία επιθεώρηση”, που αυτοπροσδιορίζεται ότι καλύπτει, αρχικά, “πολιτική-κοινωνική φιλοσοφία-ιστορία-τέχνη”, ενώ, μετά το έκτο τεύχος, αποκαλείται “πολιτική-κοινωνική-οικονομική-λογοτεχνική” επιθεώρηση. Το πρώτο τεύχος εκδίδεται Σεπτέμβριο 1937 και το τελευταίο Μάρτιο 1941, συμπληρώνοντας συνολικά 43 τεύχη, από τα οποία δυο είναι διπλά. Σε κάθε περιοδικό, σε όποια εποχή κι αν αυτό κυκλοφορεί, καθοριστικό ρόλο παίζει ο διευθυντής του και η συντακτική ομάδα, όταν υπάρχει. «Το Νέον Κράτος» είχε διευθυντή, σε όλη τη διάρκειά του, τον λόγιο και δημοσιογράφο Άριστο Καμπάνη. Πριν αναλάβει τη διεύθυνση του περιοδικού είχε εκδώσει ένα δικό του περιοδικό, το βραχύβιο «Τα ελληνικά χρονικά». Ο Αργυρίου θυμίζει ότι είχε εκδώσει και μια μοναδική ποιητική συλλογή, το 1915. Ωστόσο, ως σημαντικότερο έργο του, θεωρείται η «Ιστορία της Νέας Ελληνικής Λογοτεχνίας», που εξέδωσε σε βιβλίο το 1935.
Στα πρώτα 16 τεύχη δεν υπάρχει συντακτική ομάδα. Ωστόσο, από τον Ιανουάριο του 1939, ως “επιτροπή συντάξεως” προστίθεται η δυάδα, Γεώργιος Μαντζούφας και Νικόλαος Κούμαρος. Για τον πρώτο, ο Ανδρειωμένος, αντί βιογραφικού, δίνει μόνο την πληροφορία ότι ήταν γαμπρός του Μεταξά. Γενικολογώντας, αν, σήμερα, συστήναμε έναν συντάκτη, αναφέροντας μόνο τη συγγένειά του με τα διευθυντικά στελέχη ενός εντύπου -και στις ημέρες μας δεν είναι και λίγοι, οι εντασσόμενοι σε αυτήν την κατηγορία- μάλλον θα τον αδικούσαμε. Όπως και να έχει, ο Μαντζούφας γράφει, από τα πρώτα τεύχη, κείμενα νομικού ενδιαφέροντος, με έντονο ιδεολογικό στίγμα, που θα χαρακτηρίζονταν προπαγανδιστικά. Πάντως, τον Μάρτιο του 1940, χαιρετίζει με ενθουσιασμό την κατάρτιση του πρώτου “πανελλήνιου” Αστικού Κώδικα.
Ο δεύτερος της συντακτικής επιτροπής, ο Κούμαρος, ήταν το 1939 καθηγητής της γενικής θεωρίας του κράτους στο Πανεπιστήμιο των Αθηνών. Κατά τον Ανδρειωμένο, η δυάδα προστέθηκε για να εξασφαλιστεί η μεγαλύτερη ιδεολογική καθαρότητα του περιοδικού. Επίσης, δίνει την πληροφορία ότι τόσο ο διευθυντής όσο και οι δυο, τρόπον τινά, “τοποτηρητές” ήταν “δυναμικές σιλουέτες των παρασκηνίων με πρόσβαση λόγω κύρους σε ομάδες αδέσμευτων διανοουμένων και πανεπιστημιακών καθηγητών”. Πόλο έλξης, ήθελε, λοιπόν, ο Μεταξάς να καταστήσει το περιοδικό του και τελικά, φαίνεται ότι το κατόρθωσε. Γενικότερα, αλλά και ειδικότερα στο λογοτεχνικό χώρο, σύμφωνα και με τη συγκεντρωτική αναφορά στην εισαγωγή, υπήρξε διείσδυση στο χώρο των γραμμάτων και των τεχνών, όπως δείχνει η συνεργασία, σε μικρότερη ή μεγαλύτερη έκταση, αρκετών γνωστών ονομάτων. Τον ίδιο περίπου κατάλογο ονομάτων παραθέτει και ο Αργυρίου στην ταυτότητα του περιοδικού. Ωστόσο, από παρόμοιους καταλόγους ή ακόμη, και από το ευρετήριο της βιβλιογραφίας, δεν πρέπει να βγάζουμε βιαστικά συμπεράσματα. Για παράδειγμα, ο Μπαστιάς, γενικός διευθυντής από τον Αύγουστο του 1937 στη νεοϊδρυθείσα τότε Διεύθυνση Γραμμάτων και Καλών Τεχνών του Υπουργείου Παιδείας, δίνει μόνο μια συνεργασία, αναπτύσσοντας την πολιτική, που είχε ακολουθηθεί στο χώρο του θεάτρου. Κι ας αναφέρεται εννέα φορές, σύμφωνα με το ευρετήριο. Παρόμοια ευρετήρια θα τα καθιστούσε χρηστικότερα η χρησιμοποίηση πλάγιων ψηφίων για τις κυρίως συνεργασίες προς αντιδιαστολή τους από τις απλές αναφορές. Ένα άλλο παράδειγμα δίνει η περίπτωση του Κ. Θ. Δημαρά, που αναφέρεται στους συνεργάτες, ενώ δημοσιεύει μόνο μια σύντομη βιβλιοκριτική για τον Φάνη Μιχαλόπουλο.
Ο Ανδρειωμένος δεν αποδελτιώνει με βάση τους πίνακες περιεχομένων του κάθε τεύχους, αλλά διαβάζει σελίδα προς σελίδα, ένα-ένα τα τεύχη, παραθέτοντας πληροφορίες για κάθε δημοσίευμα, ενώ, συχνά, αναδημοσιεύει αποσπάσματα. Στα δημοσιεύματα, που κρίνει ότι έχουν ιδιαίτερο βάρος, δίνει περίληψή τους. Μετά την εκτενή εισαγωγή, όπου δίνεται μια γενική εικόνα της εποχής και του περιοδικού, παραθέτει, σε ένα πρώτο μέρος, την ανά τεύχος αποδελτίωση. Στη συνέχεια, παρουσιάζει το θεματικό άνοιγμα του περιοδικού, σχηματίζοντας έντεκα θεματικές ενότητες και καταγράφοντας εκ νέου, αναδιατεταγμένα, τα κείμενα των 43 τευχών. Τέλος, σε ένα τρίτο μέρος αναδιατάσσει, για δεύτερη φορά, την ύλη του περιοδικού κατά συγγραφέα.
Από τις δώδεκα θεματικές ενότητες η εκτενέστερη είναι αυτή του “πολιτισμού”, η οποία χωρίζεται σε επτά μέρη. Σε ένα πρώτο, συγκεντρώνονται ορισμένα κείμενα που αποπειρώνται γενικότερη επισκόπηση του αντικειμένου τους. Συγκρατούμε το «Περί ελληνικής τέχνης» του Χατζηκυριάκου-Γκίκα, «Τα γράμματα και οι τέχνες» του Μπαστιά και κείμενο για τη σημασία της λαογραφίας του καθηγητή Στίλπωνα Κυριακίδη. Ακολουθεί η ενότητα των εικαστικών, όπου υπάρχουν κείμενα του ζωγράφου Περικλή Βυζάντιου, του τεχνοκριτικού Δημήτρη Ευαγγελίδη, αλλά και του Ευάγγελου Παπανούτσου, βασικού συντελεστή στην πρώτη μεταπολεμικά εκπαιδευτική μεταρρύθμιση. Έπονται οι ενότητες της μουσικής και του θεάτρου, με μόνιμους συνεργάτες, αντιστοίχως, τον μουσικολόγο Γιώργο Λαμπελέτ και τον Πέτρο Χάρη. Μετά έρχεται η μεγαλύτερη ενότητα του “πολιτισμού”, αυτή της φιλολογίας, που υποδιαιρείται στην αρχαία, τη βυζαντινή και τη νέα ελληνική γραμματεία. Από τις δύο πρώτες συγκρατούμε τη μετάφραση της «Μήδειας» του Ευριπίδη από τον εθνολόγο Παναγή Λεκατσά και την εκτενή μελέτη «Βυζάντιον και Ελληνισμός» του καθηγητή Διονυσίου Ζακυθηνού. Βεβαίως, εκτενέστερη είναι η ενότητα της σύγχρονης λογοτεχνίας. Σε αυτήν, δεν συναντούμε μόνο γνωστούς συγγραφείς, αλλά και ενδιαφέροντα κείμενα, γραμμένα στη δημοτική, όπως και ολόκληρο το περιοδικό. Δημοσιεύονται αρκετά ποιήματα: Μαλακάσης, Πετιμεζάς-Λαύρας, Τέλλος Άγρας, Ρίτα Μπούμη Παππά και ένα μοναδικό του Σικελιανού, το «Γιατί βαθειά μου εδόξασα»: “Γιατί βαθειά μου εδόξασα και πίστεψα τη γη, / και στη φυγή δεν άπλωσα τα μυστικά φτερά μου…” Λιγότερα είναι τα πεζά. Ένα διήγημα του Στέφανου Δάφνη, το «Ποικιλόχεντρα», που δείχνει, πως δεν είχε μόνο το ένστικτο να διακρίνει το χιούμορ στα δημοσιεύματα των άλλων, αλλά διέθετε και ο ίδιος. Επίσης, μια νουβέλα, σε δυο συνέχειες, του Διονυσίου Κόκκινου, το «Σφυρίγματα τραίνων». Θέμα του είναι το ερωτικό δράμα ενός επίδοξου ζωγράφου. Εκτυλίσσεται στο αγαπημένο τοπίο του συγγραφέα, κοντά στον σιδηροδρομικό σταθμό “της μικρής επαρχιακής πόλης”, στην οποία είχε γεννηθεί, τον Πύργο Ηλείας.
Ωστόσο, το κυρίως βάρος δίνεται στο δοκίμιο. Ορισμένες ενδιαφέρουσες μελέτες δημοσιεύονται σε συνέχειες, όπως του Μιχαλόπουλου για τον Κοσμά τον Αιτωλό, του Γιώργου Βαλέτα για τον Δημήτρη Βερναρδάκη, του Νίκου Δ. Παππά για τις νέες τάσεις στην ποίηση και του Στίλπωνα Κυριακίδη για τη δημώδη ποίηση. Τακτικοί συνεργάτες του περιοδικού εμφανίζονται οι Κλέων Παράσχος, Ι. Μ. Παναγιωτόπουλος, Πέτρος Ωρολογάς και Νικόλαος Τωμαδάκης. Πρόσωπο που απασχολεί τακτικά τους συνεργάτες του περιοδικού είναι ο Ανδρέας Κάλβος. Όπως παρατηρεί και ο Ανδρειωμένος, που είναι βιβλιογράφος του, οι μελέτες των Γεωργίου Ζώρα, Τωμαδάκη, Κωνσταντίνου Σολδάτου και Φίλιππο Ποντάνι διατηρούν έως και σήμερα το ενδιαφέρον τους.
Παρατηρούμε ότι τα αξιολογότερα κείμενα συγκεντρώνονται στα πρώτα τεύχη, ενώ, από τον τρίτο χρόνο και ύστερα, ισχυροποιείται η ιδεολογική κατεύθυνση του περιοδικού. Πάντως, η ύλη του περιοδικού βοηθά στο να προσδιορίσει κανείς, με σαφήνεια και εκ των έσω, το ιδεολογικό φάσμα του μεταξικού καθεστώτος σε θέματα πολιτισμού. Επίσης, εντοπίζονται και επανεκτιμώνται πρόσωπα, βυθισμένα σήμερα στην αφάνεια. Όπως και να έχει, «Το Νέον Κράτος» ευτύχησε να έχει ορισμένους εκλεκτούς συνεργάτες, μη αναμενόμενους με τα σημερινά κριτήρια και τις ιδεολογικές κατηγοριοποιήσεις. Επίσης, ευτύχησε, εβδομήντα χρόνια μετά το πέρας της έκδοσής του, να βιβλιογραφηθεί με προσοχή, διακριτικότητα και επιμονή.
Μ. Θεοδοσοπούλου
Φωτο: Το σχέδιο του Νίκου Χατζηκυριάκου - Γκίκα, που κοσμούσε το εξώφυλλο
στα 16 πρώτα τεύχη του περιοδικού
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 30/1/2011
Φωτο: Το σχέδιο του Νίκου Χατζηκυριάκου - Γκίκα, που κοσμούσε το εξώφυλλο
στα 16 πρώτα τεύχη του περιοδικού
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 30/1/2011
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου