Ξεφυλλίζοντας τις εφημερίδες, είτε φρέσκες, δηλαδή της ημέρας, είτε περασμένης ημερομηνίας, από κεκτημένη συνήθεια ρίχνω γρήγορες ματιές στα «Κοινωνικά». Εξάλλου, το λεκτικό τους είναι πληκτικά στερεότυπο, οπότε αρπάζω στα πεταχτά μόνο ονόματα. Σάββατο, 12 Δεκεμβρίου εντοπίζω: «Τον πολυαγαπημένο μας σύζυγο, πατέρα, παππού και αδελφό/ ΙΑΣΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΙΔΗ / κηδεύουμε σήμερα Σαββάτο 12-12-2009/» κ.λπ. Ως επώνυμο δε λέει τίποτα. Συναντιέται εύκολα. Ωστόσο, το σπανίζον βαπτιστικό το απεγκλωβίζει από την δόλια παγίδα της συνωνυμίας. Αποστολίδηδες, ναι, υπάρχουν πολλοί. Ιάσονες, όμως, με το αυτό επώνυμο υπερβαίνει τα όρια του πιθανού. Προσθέτοντας, μάλιστα, και την ηλικία, που κατά προσέγγιση ορίζουν οι πενθούντες συγγενείς, τότε μοιάζει με τερατώδη σύμπτωση.
Ιάσων Αποστολίδης λοιπόν. Σήκωσε πανιά για το μεγάλο ταξίδι, δηλώνοντας την αναχώρηση μόνο με τηλεγραφική μνεία στα «Κοινωνικά». Με άλλα λόγια, την “έκανε” και έμεινε εν στενώ οικογενειακώ κύκλω.Δεν μπορώ να πω, ούτε ξέρω εάν μετοικίζοντας στους κεκοιμημένους άφησε πίσω του αγαθές αναμνήσεις, αφού δεν διασταυρωθήκαμε ποτέ. Μπορώ, ωστόσο, να συμπεράνω ότι ως φωτογράφος κινείτο, μάλλον λόγω διακριτικότητας ή, πιθανόν, και μετριοφροσύνης, πολύ μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας, σχεδόν στο περιθώριο. Δεν ήταν, πάντως, τυχαία περίπτωση. Εδώ, βεβαίως, δεν έχω την πρόθεση να συντάξω επικήδειο με τους αρμόζοντες επαίνους. Είναι, όμως, αποκαρδιωτικό να φεύγουν άνθρωποι της φωτογραφίας χωρίς καμία, όχι λεπτομερή, αλλά ούτε στοιχειώδη μνημόνευση. Ως παράλειψη καθίσταται στις μέρες μας περίεργη και άκρως αντιφατική μέσα στον λαμπερό κόσμο της φωτογραφίας, ο οποίος δείχνει να οδεύει γεμάτος αυτοϊκανοποίηση, συχνά κούφια, προς το μέλλον. Ως φαίνεται, δεν έχουμε αντιληφθεί ότι οι καλλιτεχνικές πρωτοπορίες έχουν προηγηθεί και ότι λίγο πολύ από αυτές βυζαίνουμε ακόμη ως υστερότοκα τέκνα του μοντερνισμού. Δεν έχουμε, επίσης, αντιληφθεί ή το παραβλέπουμε, ότι στην τέχνη, στη λογοτεχνία, όπως και σε κάθε άλλη ανθρώπινη δραστηριότητα, υπάρχει η δεσμευτική έννοια της κοινότητας. Ως έννοια δεν περικλείει μόνο το παρόν και το προγραμματιζόμενο μέλλον, αλλά και το παρελθόν. Έχω την εντύπωση, μην πω τη βεβαιότητα, ότι ως μετανεωτερική συλλογικότητα μένουμε αδικαιολόγητα αδιάφοροι ή, συχνά, καταδικαστικοί σε ό,τι έχει προηγηθεί. Μακάρι όλα κακής εκτίμησης ή, καλύτερα, εκτός τόπου και χρόνου βεβαιότητες.
Πάντως, όπως και να έχει, ο Ιάσονας Αποστολίδης είναι πλέον παρελθόν, παρελθόν της φωτογραφίας και μάλιστα συλλογικό. Πρόκειται για αυτοδίδακτο, ο οποίος συγκαταλέγεται στην πρώτη μεταπολεμική γενιά φωτογράφων, που απέκτησε συλλογικό χαρακτήρα μέσα στους κόλπους της Ελληνικής Φωτογραφικής Εταιρείας. (ΕΦΕ). Η διαφορά της ΕΦΕ προς τους αντίστοιχους μεσοπολεμικούς συλλόγους εντοπίζεται στο ό,τι μαζί με τους επαγγελματίες δέχεται εξαρχής ως μέλη της και ερασιτέχνες φωτογράφους.1 Για τα δεδομένα της εποχής αποτελεί πρωτοφανή καινοτομία, γιατί έτσι μετριάζονται, αν δεν εκμηδενίζονται παντελώς, τα ψυχρά συντεχνιακά γνωρίσματα. Ερευνώντας τον κατάλογο μελών, μένει κανείς έκπληκτος. Αποκαλύπτεται ότι οι περισσότεροι είχαν άλλο κύριο επάγγελμα και ότι οι επαγγελματίες της φωτογραφίας αποτελούσαν μικρή μειοψηφία. Αυτό, όμως, όριζε τη διαφορά μεταξύ τους μόνο ως προς τον βιοπορισμό. Όσον αφορά την κύρια επιδίωξη, δηλαδή την ίδια τη φωτογραφία, δεν υπήρχε ανισομέρεια. Μόνο που λόγω έλλειψης χρόνου, οι ερασιτέχνες εξαντλούσαν το πάθος τους ως “φωτογράφοι της Κυριακής”. Αυτό ήταν το μόνο ευδιάκριτο και αναπόφευκτο χάσμα ανάμεσά τους. Κατά τ’ άλλα, από το εκάστοτε σύνολο μελών σχηματίζονταν επιμέρους παρέες, ατομικά ο ένας μυούσε τον άλλον στα μυστικά της καλλιτεχνικής φωτογραφίας, ενώ προς ενημέρωση μια μειοψηφία γλωσσομαθών παρακολουθούσε συστηματικά ξένα φωτογραφικά περιοδικά. Επίσης, πέραν των τακτικών διαλέξεων περί φωτογραφίας και τα εργαστήρια, οργάνωναν εκθέσεις περιοδικές και μόνιμες, συμμετοχές σε εκθέσεις του εξωτερικού και φωτογραφικές εξορμήσεις στην επαρχία ως εκδρομείς. Εν ολίγοις, ομαδικό πνεύμα σπάνιο και μάλλον μοναδικό στην ελληνική φωτογραφία. Θα ήταν, όμως, παραπλανητική εξιδανίκευση να δεχθούμε αυτό το γενικό πλαίσιο λειτουργίας ως απόλυτο. Πρόκειται για συναναστροφή ανθρώπων. Συνεπώς, δεν χωράει αμφιβολία ότι συχνά πρέπει να προέκυπταν μεταξύ τους γκρίνιες, προστριβές, οξύνσεις, παρεξηγήσεις και ψυχρότητες ή ακόμη και μόνιμες αντιπάθειες. Ούτε, βεβαίως, μπορεί κανείς να αποκλείσει μεμονωμένες διαρροές μελών και αποστασιοποιήσεις. Αυτά συμβαίνουν. Ωστόσο, ουδέποτε μεσολάβησε, ή τουλάχιστον δεν έμεινε γνωστή, κάποια ανοιχτή ρήξη, η οποία να οδήγησε σε ομαδικές αποχωρήσεις και, εν συνεχεία, να πάρει συγκροτημένη μορφή ενεργού υποκατάστατου. Ή, για να το πούμε με πιο οικείο τρόπο, η ομαδική αυτή απομάκρυνση να ξεκοπιάρει ως τακτική αυτό που στην αριστερά κωδικοποιούμε με τον δυσάρεστο όρο “διάσπαση”.
Αυτή, λοιπόν, η “χρυσή” εποχή της ΕΦΕ, αγκαλιάζει, κατά υποκειμενική εκτίμηση, δύο με δυόμισι δεκαετίες. Ως αγαθών προθέσεων συλλογικότητα, αλλά και ως ακτινοβολία, συνέβαλε κατά πολύ στο να αναγνωριστεί η φωτογραφία ως τέχνη από το καλλιτεχνικό στερέωμα και από ένα, έστω περιορισμένο, κοινό. Παρόλα αυτά, από τα τέλη περίπου της δεκαετίας του ’70 άρχισε να χάνει τη λάμψη της. Τι ακριβώς λειτούργησε ανασταλτικά και, αντί να πρωταγωνιστεί, καθηλώθηκε σε δευτερεύοντα ρόλο, είναι μια μεγάλη, ίσως πικρή, ιστορία, που συναρθρώνεται με τη γενικότερη πορεία στα μεταπολιτευτικά πράγματα. Στενόχωρο και ιδιαίτερα περίπλοκο θέμα, ας μείνει προς το παρόν στην άκρη χωρίς άλλο σχολιασμό.
Τώρα ειδικά για τον Ιάσονα Αποστολίδη. Πριν δώσει σταθερό στίγμα παρουσίας στην ΕΦΕ, είχαν προηγηθεί, όπως και σε αρκετούς άλλους φωτογράφους, φωτογραφικές απόπειρες από την παιδική του ηλικία. Αυτάρκης φωτογραφικά ξεκινάει ένα-δύο χρόνια μετά τη λήξη του πολέμου, νομίζω το 1946. Περπατάει τα 24-25 και εισέρχεται ως συστηματικός ερασιτέχνης στο πεδίο της φωτογραφίας ανάμεσα σε δύο πυρακτωμένες για την Ελλάδα περιόδους. Πίσω η ζεστή στάχτη της Κατοχής, εμπρός το φυσερό που κόρωνε τη νέα φωτιά του Εμφυλίου. Ανήκει, δηλαδή, στη άτυχη γενιά, που πέφτει από τον έναν στον άλλον αναβρασμό. Συνυπολογίζοντας μαζί τα προεόρτια και τα μεθεόρτια, ουσιαστικά δεν γνώρισε ποτέ απονήρευτο μειδίαμα.
Παρενθετικά να σημειώσουμε ότι εδώ ακριβώς εντοπίζεται και παρεισφρέει τακτικά μια μεγάλη παρεξήγηση γύρω από την κατοπινή στάση αυτής της γενιάς. Το ό,τι στους φωτογράφους αυτής της γενιάς αντικατοπτρίζεται εμφανώς το στοιχείο του “αφελούς” ή του “ουδέτερου” απέναντι στην κοινωνική πραγματικότητα, και, κυρίως, του “μη πολιτικοποιημένου”, αυτό εκτοξεύεται ως επίκριση, κάποτε με χροιά κοσμοπολίτικης επιτίμησης. Πρόκειται, ωστόσο, για παρανόηση, που φαινομενικά μόνο βρίσκει κάποια ερείσματα. Πράγματι, όσο τουλάχιστον γνωρίζω, μετέπειτα πέφτει πέπλο απόκρυψης. Κανένα φωτογραφικό ίχνος δεν δηλώνει την εμπλοκή τους σε τραχιές εμπειρίες. Οι περισσότεροι αποκρυσταλλώνουν μια λυρική ή, σωστότερα, ρεμβώδη ματιά, κοινωνικά αμέθεκτη. Το ερώτημα, όμως, είναι γιατί; Μήπως πρόκειται για κρυφές ενοχές κολασμένων ψυχών που καταφεύγουν στον εξαγνισμό; Καθόλου. Βγαίνοντας απ’ το πυρωμένο τοπίο, δεν έκαναν άλλο απ’ το να αναζητούν ανάσες κοινωνικής γαλήνης και ηρεμίας. Ως στάση, εκτός από αυθόρμητη απώθηση, ήταν, συγχρόνως, και μια απόσβεση οφειλής στην ταραγμένη τους νεότητα. Κάτι, δηλαδή, σαν ασυναίσθητη φυσική ανάγκη. Τόσο απλά οδηγήθηκαν σε μια ουδέτερη φωτογραφικά κοινωνική στάση. Εξάλλου, και να εκδήλωναν φωτογραφικά κάποια διάθεση μαχητικότητας, αιωρούντο μονίμως ως φόβητρο τα ισχύοντα τότε προληπτικά μέτρα. Ας μην καλλιεργούμε ψευδαισθήσεις και μάλιστα εκ του ασφαλούς. Μεσολαβούν καταλυτικά εκείνες οι ρημάδες οι κοινωνικές συνθήκες, οι οποίες, εάν δεν ληφθούν υπόψη, τότε μια ολόκληρη γενιά φωτογράφων φαντάζει εγωκεντρική και αδιάφορη σε όσα συνέβαιναν γύρω της. Μπορεί, βέβαια, ως ερμηνεία να θεωρηθεί υπεραπλουστευτική ή ότι κάπου μπάζει, οπότε διαγράφεται ως μη αποδεκτή. Εξάλλου, δεν υπάρχει μονοπώλιο ερμηνειών. Και ευτυχώς που δεν υπάρχει, γιατί όλοι θα καταλήγαμε ευλαβείς συλλειτουργοί σε έναν και μόνο θεό. Καλύτερα, όμως, τα κοινωνικο-πολιτικά, με την ευρεία τους έννοια, να τα παρακάμψουμε, γιατί θα παρασυρθούμε σε ανεπίτρεπτο πλατειασμό. Κλείσιμο της παρένθεσης.
Ο Αποστολίδης φέρεται ως εγγεγραμμένο τακτικό μέλος της ΕΦΕ από τον Οκτώβρη του 1954, ουσιαστικά από την αφετηρία της. Στον ίδιο κύκλο τακτικών μελών, 77 τον αριθμό, πέρα από τον διάσημο σήμερα Κώστα Μπαλάφα, συναντάμε δύο ακόμη εραστές της φωτογραφικής εικόνας: τους Ευάγγελο Παντάζογλου και Πέτρο Μπρούσαλη. Ο τελευταίος θα εξελιχθεί σε δραστήριο μέλος της ΕΦΕ, όπως και ο Αποστολίδης, ενώ ο προτελευταίος θα μείνει κάπως ξεκομμένος, τουλάχιστον από τα οργανωτικά σχήματα της Εταιρείας, λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Πρώτος ο Παντάζογλου, δεύτερος ο Μπρούσαλης, την “έκαναν” κι αυτοί πριν από λίγα χρόνια χωρίς καμία δημόσια μνεία. Ποιος ξέρει πότε και ποιοι άλλοι “μετώκησαν” οριστικά. Η συντριπτική πλειοψηφία των μελών εκείνης της πρώτης περιόδου βρίσκεται σε υψηλή ηλικιακή κλίμακα. Ο βιολογικός κύκλος δεν παραβιάζεται. Είναι αμείλικτος. Όσοι εξ αυτών μπορεί ακόμη εν ζωή, μεγάλης πλέον ηλικίας, τα περιθώρια ζορίζουν. Ουδείς, όμως, κρατάει, όχι διεξοδικό, αλλά ούτε καν ένα απλό ονομαστικό απουσιολόγιο. Από το 1993, χρονιά που έκλεισε το περιοδικό της ΕΦΕ (Ελληνική Φωτογραφία) και κάθε σχετική πληροφορία μεταβιβάστηκε στα ΜΜΕ, υψώνεται σιωπή. Φαίνεται ότι υπέκυψε κι αυτό στο γήρας, οπότε η σπουδαιότητα ή η ασημαντότητα κάθε φωτογραφικής είδησης ρυθμίζεται πλέον από εξωφωτογραφικούς παράγοντες. Κλείσιμο και στη λάθρα εδώ δεύτερη παρένθεση, χωρίς άνοιγμα άλλης μέχρι τέλους.
Πρώτη φωτογραφική δημοσίευση του Αποστολίδη συναντάμε στο περιοδικό Ελληνική Φωτογραφία, τον Δεκ. του 1955 (5ο τχ.). Είναι μια ασπρόμαυρη λήψη με Leica, φέρει τίτλο «Πορτρέτο της γάτας» και συμμετέχει στην 1η Πανελλήνια Έκθεση Φωτογραφίας στο Ζάππειο. Έχει, όμως, πριν κατατεθεί ως συμμετοχή στον Α’ Διαγωνισμό ερασιτεχνών με ελεύθερο θέμα, που οργάνωσε εκείνο το έτος η ΕΦΕ. Εκεί, το “έντονο περίεργο εκφραστικό” «Πορτρέτο της γάτας», όπως το χαρακτηρίζει το Πρακτικό της Επιτροπής Κριτών, αποσπά έπαινο. Η Επιτροπή δεν είναι τυχαία, ούτε αποτελούμενη μόνο από ανθρώπους της φωτογραφίας. Προεδρεύει ο τεχνοκριτικός της ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗΣ Άγγελος Προκοπίου, έχοντας ως μέλη τον πρόσφατα θανόντα ζωγράφο και καθηγητής της ΑΣΚΤ Γιάννη Μόραλη, τον χαράκτη Δημ. Γιαννουκάκη, ενώ συμπληρώνεται με τους δόκιμους φωτογράφους, μέλη της ΕΦΕ, Βούλα Παπαϊωάννου, Σπύρο Μελετζή και Δήμο Πατρίδη. Στον Γ΄ Διαγωνισμό του ιδίου έτους, με θέμα «Ελληνικά νησιά και θάλασσες», όπου αθλοθέτης εμφανίζεται η KODAK, ο Αποστολίδης αποσπά το 1ο βραβείο για την έγχρωμη φωτογραφία «Μεθυσμένα καράβια», η οποία δημοσιεύεται ασπρόμαυρη και Α΄ έπαινο για την αδημοσίευτη φωτογραφία με τίτλο «Μύκονος».
Αυτές είναι αναλυτικά οι υπάρχουσες πληροφορίες για τις πρώτες δημοσιευμένες φωτογραφίες του στο περιοδικό της ΕΦΕ. Στη συνέχεια, οι δημοσιεύσεις αποκτούν κάποια τακτικότητα. Μην μπούμε, όμως, σε συστηματική καταγραφή, γιατί θα βυθιστούμε σε πληκτική απεραντολογία. Να σημειώσουμε μόνο ότι αντανακλούν, όχι βέβαια λεπτομερώς, το σταδιακό του ωρίμασμα και τους κατά καιρούς φωτογραφικούς του προσανατολισμούς. Ωστόσο, λίγο αργότερα, Απρ. 1968, δημοσιεύει άρθρο στις σελίδες του περιοδικού με τίτλο «Προσωπική προσέγγιση». Κείμενο ωριμότητας, αποκαλύπτει τις ιδιαίτερες απόψεις του Αποστολίδη. Ό,τι καταθέτει εκεί, αποτελεί ένα είδος προσωπικού μανιφέστου γύρω από την φωτογραφική εικόνα.
Κουβαλώντας ο Αποστολίδης μια ιδιότροπη αντίληψη - μόνο έτσι μπορεί να ερμηνευτεί - εκτός του περιοδικού Ελληνική Φωτογραφία, ουδέποτε δημοσίευσε φωτογραφία σε άλλο έντυπο. Πλήρωσε, βεβαίως, το τίμημα, μένοντας εντελώς άγνωστος στο ευρύ κοινό. Εξαίρεση αποτελεί μια πρώτη, ίσως και μοναδική, συστηματική μελέτη για το φωτογραφικό του έργο στο περιοδικό OPTICON (Τχ. Ιουν. 1997). Την υπογράφει ο καθηγητής φωτογραφίας Γρηγόρης Βλασσάς. Ο ίδιος, με πρόλογο του επίσης καθηγητή φωτογραφίας Αριστείδη Κοντογεώργη, υπογράφει και το διεξοδικό κείμενο παρουσίασης στο λεύκωμα «Ο Φωτογράφος Ιάσων Αποστολίδης», (εκδ. Αίολος, Αθήνα, χ.χ.).2 Πρόκειται για μονογραφία, η οποία, πέρα από ασφαλείς πληροφορίες, δίνει και μια αντιπροσωπευτική εικόνα του φωτογράφου. Διαιρείται σε επτά θεματικές ενότητες (Ύπαιθρος - Νησιά του Αιγαίου - Πρόσωπα - Τοπία - Στιγμές - Εργαλεία - Φωτοτεχνικές) και καθώς ο ίδιος φέρεται ως άτυπος συνεργός της έκδοσης, οι τίτλοι πρέπει να δηλώνουν, έστω σχηματικά, τις φωτογραφικές του εμμονές.
Όσο μπορώ να κρίνω και με βάση την υπάρχουσα μονογραφία, ο Αποστολίδης κινείται σταδιακά προς έναν μοντερνισμό, τον μοντερνισμό της εποχής του, και ανιχνεύεται κάπου ανάμεσα στους Δημ. Χαρισιάδη και Βούλα Παπαϊωάννου. Εντοπίζονται, μάλιστα, φωτογραφίες του, που “συνομιλούν” με αντίστοιχες αυτών των δύο. Καταφεύγω στα δύο πρόσωπα ως κλίμακα σύγκρισης και όχι ταύτισης, επειδή γνωστοί πέρα από το συνάφι της φωτογραφίας. Ξεγλιστράει, όμως, από αυτήν τη συμπληγάδα και αντιδιαστέλλεται, προτάσσοντας, μεταξύ των άλλων, και έναν ιδιότυπο φορμαλισμό. Η δημιουργική του διάθεση, σε συμμετρική σχέση με τους δύο άλλους, δεν περιορίζεται μόνο στη στιγμή της λήψης. Αντιθέτως, επεκτείνεται μέχρι τον σκοτεινό θάλαμο, όπου τύπωνε μόνος τις φωτογραφίες του. Δείχνει ιδιαίτερα εξοικειωμένος με τα μυστικά του σκοτεινού θαλάμου και οι πειραματισμοί του τείνουν προς την υπέρβαση της πραγματικής εικόνας ή προς την αφαίρεση της ως τα όρια της αδρής σχηματοποίησης. Για το τελευταίο, είναι φανερό ότι στην εμφάνιση χρησιμοποιεί τα κατάλληλα υλικά και αφαιρώντας τη στιγμή της εκτύπωση όλους τους ενδιάμεσους τόνους, ορισμένες φωτογραφίες του αποκτούν αμιγή μορφή χαρακτικού. Σ’ αυτό συμβάλλει ή, σωστότερα, τον διευκολύνει η σκληρή διαβάθμιση του χαρτιού, αλλά το φωτογραφικό αποτέλεσμα προϋποθέτει επιδεξιότητα και, βεβαίως, δημιουργική φαντασία. Όσο για το πρώτο, στο οποίο επιδίδεται πάλι στον σκοτεινό θάλαμο αλλά με πιο ισχυρή φαντασία, κάνει φωτογραφικές προσμίξεις. Με διάθεση αλχημιστή απομονώνει, συναρμόζει, αναμιγνύει, αλλοιώνει, υποφωτίζει ή φλουτάρει φωτογραφικά θέματα, συνθέτοντας πρωτότυπες εικόνες, μάλλον ονειρικές, μέσα από δικές του λήψεις.
“Όταν σταμάτησε να λειτουργεί τον σκοτεινό του θάλαμο”, γράφει ο Γρηγ. Βλασσας, “σταμάτησε και την ενασχόλησή του με την μαυρόασπρη φωτογραφία”. Φαίνεται, όμως, ότι κατόρθωσε να υπερβεί τις καθηλώσεις της ηλικίας του, γιατί λίγο πιο κάτω σημειώνει ότι “περνά τον ελεύθερο χρόνο του δημιουργώντας με τις νέες τεχνολογίες, μέσω ηλεκτρονικού υπολογιστή”. Επιπλέον, μας πληροφορεί ότι έλαβε μέρος στον Πανελλήνιο Διαγωνισμό Ψηφιακής Φωτογραφίας που διοργάνωσε η ΕΦΕ το 2002, όπου πήρε χάλκινο μετάλλιο. Με άλλα λόγια, παρεκτράπει στα ογδόντα του και μάλιστα δημόσια, διεκδικώντας πρωτεία σημερινού νεανία. Έχει, λοιπόν, ενδιαφέρον η δημιουργική προέκταση του σκοτεινού θαλάμου στο photoshop του Η/Υ και αν ως καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι εξίσου επιτυχές. Ωστόσο, το τι ακριβώς θα ανασύρουν μέσα από τα άδυτα του σκληρού δίσκου οι οικείοι του, που υπογράφουν την αγγελία θανάτου, αμφιβάλλω εάν θα αποκαλυφθεί ποτέ δημόσια.
Αυτά τα πολλά, τα γεμάτα παρεκβάσεις, ίσως όμως και τα μόνα για τον θανόντα φωτογράφο Ιάσονα Αποστολίδη.
ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 - Ένα αμιγώς ερασιτεχνικό σωματείο, ο «Σύνδεσμος Ελλήνων Ερασιτεχνών Φωτογράφων», ιδρύθηκε στα τέλη του 1932. Το καταστατικό λειτουργίας φανερώνει υψηλές επιδιώξεις, αλλά μάλλον δεν κατόρθωσε να επιπλεύσει για πολύ, αφήνοντας στην εποχή του κάποιο ευδιάκριτο στίγμα.
2 - Από εδώ αντλήθηκαν ορισμένες πληροφορίες, όπως και οι φωτογραφίες που εικονογραφούν το κείμενο
2 - Από εδώ αντλήθηκαν ορισμένες πληροφορίες, όπως και οι φωτογραφίες που εικονογραφούν το κείμενο
Πέτρος Καλαβρός
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εβδομαδιαία εφημερίδα "Η Εποχή"
Το κείμενο δημοσιεύθηκε στην εβδομαδιαία εφημερίδα "Η Εποχή"
3 σχόλια:
εύγε Πέτρε Καλαβρέ για την ευαισθησία και τη διατήρηση της μνήμης των αφανών. Σοβαρή και λογική μου φαίνεται η ερμηνεία του φαινομένου των απολιτίκ φωτογράφων αυτής της γενιάς, ή με άλλα λόγια έξω από το χορό οι επικριτές σήμερα πολλά τραγούδια τραγουδάνε... Να τους έβλεπα τότε τί θα κάνανε. Αν και δεν τους βλέπουμε ούτε και σήμερα να τυρβάζουν περί τα κοινωνικά῾...
αγορασα προσφατα ενα βιβλιο του που επεσε τυχαια στα χερια μου , δεν τον γνωριζα πριν , ειναι οντως πολυ καλος φωτογραφος με δικη του ματια !!!!
Καλή μου Μαρή, θα ήθελα να σε ρωτήσω: πώς βρέθηκε η φωτογραφία της αγαπημένης μου Καρμενούλας την Πρωτομαγιά ανάμεσα στις φωτογραφίες του Ιάσονα Αποστολίδη; Πραγματικά,τα έχω χαμένα... Στείλε μου απάντηση όποτε μπορείς, σε παρακαλώ...
Δημοσίευση σχολίου