«Στο τρένο»
Εκδόσεις Γαβριηλίδης
Αθήνα, 2010
Τα διηγήματα μιας συλλογής μπορεί να είναι σκόρπια παιδιά της έμπνευσης, μπορεί, όμως, και να έχουν κάποιους δεσμούς αναμεταξύ τους. Αυτοί, πάλι, μπορεί να είναι δεσμοί αίματος, όπως θα χαρακτηρίζονταν οι θεματικές συγγένειες. Μπορεί, όμως, να είναι και δεσμοί εξ αγχιστείας, που σημαίνει χαλαρότεροι και πιθανώς, ότι προέκυψαν από την ανάγκη συστέγασης των διηγημάτων σε μια συλλογή. Έτσι θα χαρακτηρίζαμε τους δεσμούς τόπου ή και χρόνου, αφού, σε κάποιες περιπτώσεις, μπορεί ο συγγραφέας να παραλλάξει, εκ των υστέρων, αυτά τα στοιχεία στα διηγήματα, ώστε να τα κάνει ομοειδή. Στο πρώτο της βιβλίο, η Δώρα Κασκάλη συγκεντρώνει οκτώ διηγήματα, με συνδετικό κρίκο τον τόπο, στον οποίο διαδραματίζονται. Μόνο που, στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο τόπος συνιστά μέρος του θέματος και συνεπώς, θα ήταν αδύνατο να διαφοροποιηθεί.
Όπως δηλώνει και ο τίτλος του βιβλίου, στα επτά από τα οκτώ διηγήματα, οι ήρωες ταξιδεύουν με τρένο. Μάλιστα, ο αριθμός της θέσης τους μαζί με τον αριθμό του βαγονιού αποτελούν τον τίτλο του κάθε διηγήματος. Πρόκειται για τα συνολικά πέντε βαγόνια μιας αμαξοστοιχίας, του «Συρμού 27», όπως είναι ο τίτλος του καταληκτικού διηγήματος. Αυτό το τελευταίο διήγημα έχει τη μορφή μονολόγου. Πρόκειται για τον μονόλογο του ίδιου του συρμού, όταν αυτός εγκαταλείπει τον κεντρικό σταθμό και οδεύει προς βορρά, όπως έχει κάνει άπειρες φορές στον μακρόχρονο βίο του. Το εικάζουμε ότι υπήρξε μακρόχρονος, μια και πρόκειται για τον συρμό «Αριστοτέλης», της γραμμής Αθήνα-Θεσσαλονίκη, που φημίζεται για την παλαιότητα των τρένων της. Όπως και να έχει, αυτή είναι η τελευταία φορά, καθώς πηγαίνει για απόσυρση.
Για το τρένο, ως θέμα ή και απλώς ως σκηνικό, έχουν γραφεί ουκ ολίγα διηγήματα, καθώς και μυθιστορήματα. Θεματική, πάντως, ανθολογία, όσο γνωρίζουμε, δεν υπάρχει. Μόνο μια με διηγήματα ισπανών, αργεντίνων και μαξικάνων συγγραφέων, είχε κυκλοφορήσει προ ετών, με τίτλο, «Σιδηροδρομικώς». Προσφάτως, για να εορτασθούν τα δεκάχρονα του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών, προκηρύχθηκε διαγωνισμός διηγήματος με θέμα «Ταξίδι στον Αέρα». Κανονικά, θα έπρεπε να είχε προηγηθεί διαγωνισμός διηγήματος για το τρένο, δεδομένου ότι οι ελληνικοί σιδηρόδρομοι, που κρατούν από την εποχή του Χαρίλαου Τρικούπη, έχουν προ πολλού συμπληρώσει την εκατονταετηρίδα τους. Δεν γνωρίζουμε, πάντως, άλλο συγγραφέα στα καθ’ ημάς, που να έγραψε σειρά διηγημάτων με θέμα το τρένο.
Η Κασκάλη προτιμά την αφήγηση στο τρίτο πρόσωπο, ανεξάρτητα αν οι ιστορίες της παρακολουθούν την οπτική ενός μόνο προσώπου. Εκτός από δυο διηγήματα, που, στον τίτλο τους, έχουν περισσότερες της μιας θέσεις, οπότε και η αφήγηση παρακολουθεί ισάριθμα πρόσωπα. Σε κάθε ιστορία, ο ταξιδιώτης αλλάζει φύλλο, ηλικία και επάγγελμα. Έτσι δημιουργείται η εντύπωση μιας επιλεκτικής περιπτωσιολογίας, που φαίνεται να γίνεται σε μια προσπάθεια εμβάθυνσης στην ψυχοσύνθεση των ταξιδιωτών, καθώς και στις νοοτροπίες διαφορετικών ηλικιών και κοινωνικών τάξεων. Στο πρώτο διήγημα, ο ταξιδιώτης είναι ένας ιδιωτικός υπάλληλος, που η εταιρεία του, με έδρα τη Θεσσαλονίκη, τον στέλνει στην Αθήνα για εκπαιδευτικό σεμινάριο. Είναι δέκα χρόνια παντρεμένος και έχει περισσότερα του ενός τέκνα. Αυτό, ωστόσο, δεν τον εμποδίζει να κυνηγά τις ερωτικές περιπέτειες. Σε όλη τη διάρκεια του ταξιδιού, αναπολεί μια παλαιότερη σχέση του. Ήταν μια γυναίκα, χωρίς αναστολές, που ζούσε μόνη της. Η σχέση τους διακόπηκε ξαφνικά, με πρωτοβουλία εκείνης. Η συναισθηματική εμπλοκή και των δυο, την οποία δεν ήθελαν να παραδεχτούν, την κατέστησε αδύνατη. Το διήγημα σκιαγραφεί τον γνώριμο τύπο του άντρα, που έχει μεγάλη ιδέα για τη γοητεία και τον ανδρισμό του.
Στο δεύτερο, μια φοιτήτρια θέλγεται από νεαρό συνταξιδιώτη της. Τα αισθήματα δείχνουν αμοιβαία. Μόνο που εκείνη έχει στη Θεσσαλονίκη έναν ηλικιωμένο εραστή, που την συντηρεί, ενώ εκείνον τον περιμένει ο μόνιμος δεσμός του στην Αθήνα. Τελικά, δεν τολμούν ούτε να συστηθούν, πόσω μάλλον να ανταλλάξουν τηλέφωνα. Η κοπέλα, ωστόσο, ελπίζει σε μια μελλοντική συνάντησή τους, όταν αδέσμευτοι θα βρεθούν εκτός Ελλάδος. Αυτή η ρομαντική της διάθεση δεν πολυταιριάζει με το πρακτικό πνεύμα, που αντικατοπτρίζουν οι σκέψεις της.
Στο τρίτο διήγημα, περιγράφεται μια συγκυρία δραματικών καταστάσεων με κεντρικό πρόσωπο έναν συνταξιούχο, που ταξιδεύει στην Αθήνα για να δει τα δυο παντρεμένα παιδιά του. Ο ίδιος, μετά από χρόνια σκληρής δουλειάς στις οικοδομές, έχει εγκατασταθεί στο χωριό του, κοντά στη Βέροια, και έχει ξαναπαντρευτεί, αφού έχασε νωρίς από καρκίνο τη γυναίκα του. Στο επόμενο διήγημα, το ταξίδι είναι ταξίδι επιστροφής μιας γυναίκας στον άντρα και το παιδί της. Στην Αθήνα είχε έρθει για να επισκεφτεί μια φίλη της, παλιά συνάδελφο στο αθηναϊκό “καλό σπίτι”, όπου δούλευε, πριν την αποκαταστήσει ένας χτίστης από βορειοελλαδίτικο χωριό. Την έβγαλε από το βούρκο, θα έγραφε ένας παλαιότερος μυθιστοριογράφος.
Στο πέμπτο διήγημα, ανατέμνεται το πρόβλημα της ομοφυλοφιλίας στον κλοιό στρατώνα και οικογένειας. Ένας φαντάρος, στην πρώτη του έξοδο, επιστρέφει στο πατρικό του στην Αθήνα. Με σπουδές στο εξωτερικό, ήδη τριαντάρης, βρέθηκε παραδόξως να υπηρετεί στον Έβρο. Έχει ζήσει ένα δυνατό δεσμό με φίλο του στη Γερμανία. Ακαταστάλακτος, όμως, σκέφτεται σοβαρά τον μόνιμο δεσμό με γυναίκα. Ακολουθεί το διήγημα, που έχει ως τίτλο πολλές θέσεις, όπου παρατίθενται τα προβλήματα μιας οικογένειας λόγω ενός διαζυγίου, κατά το ενός κακού μύρια έπονται. Τη συλλογή κλείνει το διήγημα, με τίτλο δυο θέσεις, στο οποίο ένας ηλικιωμένος από χωριό μονολογεί, ενώ ο νεαρός συνταξιδιώτης του σκέπτεται, τις δικές του δυσκολίες, επαγγελματικές και οικογενειακές. Επιμύθιο, ο καθείς και τα βάσανά του. Αυτό είναι το ευρύ φάσμα ηρώων και προβληματισμών, που καθορίζει ως ένα βαθμό το αποτέλεσμα.
Το πρώτο βιβλίο της Κασκάλη δείχνει την αφηγηματική της άνεση. Λιγότερο ικανοποιητικές δείχνουν οι ψυχογραφήσεις, που αποπειράται. Από μια άποψη, αναμενόμενο, αφού ξανοίγεται σε τόσες διαφορετικές περιπτώσεις. Στις πιο ανοίκειες προς αυτήν, σχηματοποιεί, καταλήγοντας να στρογγυλεύει τους χαρακτήρες. Τα πάθη, όμως, δεν επιδέχονται παρόμοιες ταχτοποιήσεις. Γιατί άλλα τα υλικά της πεζογραφίας κι άλλα μιας κοινωνιολογικής μελέτης. Για παράδειγμα, το διήγημα, που δημοσιεύει στο πρόσφατο τεύχος του «Εντευκτηρίου», δείχνει σαν αφηγηματική εφαρμογή της διδακτορικής της γύρω από τις εκφάνσεις της ελληνικότητας στη μεταναστευτική λογοτεχνία.
Μ. Θεοδοσοπούλου
Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Η Εποχή" στις 22/5/2011.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου